1

Η νέα στρατηγική του Συνδέσμου Γερμανών Βιομηχάνων και η σημασία της για την Ευρώπη

Του Θάνου Λιάπα,
Διδάκτορα Πολιτικής Επιστήμης, European University Viadrina *
 

Από το 2008 έχει τεθεί με ποικίλους τρόπους στον δημόσιο διάλογο το ζήτημα της βαθιάς κρίσης ηγεμονίας που βιώνει η ευρωπαϊκή ενοποίηση και το κυρίαρχο κοινωνικοπολιτικό της υπόδειγμα. Η κρίση αυτή σχετίζεται με την αδυναμία του νεοφιλελευθερισμού να δώσει απαντήσεις στις κλιμακούμενες αντιφάσεις του διεθνούς οικονομικού συστήματος που χαρακτηρίζεται από όξυνση των οικονομικών ανταγωνισμών με τις ΗΠΑ και την Κίνα, ανισόμετρη ανάπτυξη μεταξύ του κέντρου και της περιφέρειας της Ευρωζώνης και διόγκωση των κοινωνικών ανισοτήτων εντός των ευρωπαϊκών κοινωνιών.

Στο πλαίσιο αυτό, η πανδημία και ο πόλεμος στην Ουκρανία αποτελούν απλώς τους καταλύτες για τη διαμόρφωση μίας νέας στρατηγικής από την πλευρά των οικονομικών και πολιτικών ελίτ, η οποία θα απαντά στις επιτακτικές προκλήσεις της νέας εποχής. Έτσι επανεμφανίζεται η ξεχασμένη από τη νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία, βιομηχανική πολιτική και αναβαθμίζεται ο παρεμβατικός και κατευθυντήριος ρόλος του κράτους. Στο παρόν άρθρο, θα ασχοληθούμε με τις ιδιαίτερα αναλυτικές θέσεις πάνω σε αυτό το ζήτημα του Συνδέσμου Γερμανών Βιομηχάνων (BDI), ο ρόλος του οποίου είναι κομβικός τόσο για την διαμόρφωση της ατζέντας των ευρωπαϊκών εργοδοτικών οργανώσεων (BusinessEurope και ERT) όσο και της γερμανικής κυβέρνησης.

Οι βασικοί λόγοι που κατά το  ΒDI επιβάλλουν την αλλαγή πλεύσης είναι η άνοδος της Κίνας και οι προστατευτικές πολιτικές της περιόδου Τραμπ. Το κινεζικό κράτος εφαρμόζει «ενεργητική βιομηχανική πολιτική και πολιτική καινοτομίας για την επίτευξη τεχνολογικής υπεροχής», παρέχοντας άμεσες και έμμεσες (και συχνά αδιαφανείς) επιδοτήσεις σε εταιρίες, αναγκαστική μεταφορά τεχνολογίας και στρατηγικές εξαγορές ξένων εταιρειών υψηλής τεχνολογίας (BDI για Κίνα 2019). Και στις ΗΠΑ όμως εφαρμόζεται «κάτω από το ραντάρ» βιομηχανική πολιτική μέσω των τεχνολογικών προγραμμάτων που σχετίζονται με την ασφάλεια, τα οποία εξακολουθούν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στις βιομηχανίες πληροφορικής, ηλεκτρονικών, λογισμικού, ρομποτικής και τεχνητής νοημοσύνης (BDI 2019).

Η γερμανική αδυναμία και ο ρόλος του κράτους

Το BDI από κοινού με το πανίσχυρο συνδικάτο μετάλλου της Γερμανίας (2021) αναγνωρίζουν την ανάγκη για επενδύσεις ύψους 500 δισ. ευρώ μέσα στην επόμενη δεκαετία για την ψηφιακή και πράσινη μετάβαση. Η επιτυχής υλοποίηση αυτού του στόχου συνδέεται ευθέως με τον ανταγωνισμό με Κίνα και ΗΠΑ, καθώς τυχόν αδυναμία της Γερμανίας να πρωτοστατήσει (ή έστω ακολουθήσει) θα σημάνει το τέλος της γερμανικής εξαγωγικής υπεροχής πράγμα που ενέχει δραματικές συνέπειες για την οικονομία της και το εγχώριο κοινωνικο-πολιτικό της συμβόλαιο. Σε αντίθεση με τη νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία, το BDI αναγνωρίζει ότι «η μερίδα του λέοντος των αναγκαίων ιδιωτικών επενδύσεων θα πρέπει να υποκινηθεί σημαντικά και για μια μακρύτερη εισαγωγική χρονική περίοδο από το κράτος» (BDI για τη βιομηχανική πολιτική της Γερμανίας, 2019).

Μάλιστα εγκαταλείποντας τις οριζόντιες βιομηχανικές πολιτικές, το BDI ζητά να στηριχθούν ειδικά τομείς όπως αυτός των νέων οριζόντιων τεχνολογιών (π.χ. βιομηχανία 4.0, τεχνητή νοημοσύνη -AI- και λύσεις cloud), των βιοεπιστημών (βιοτεχνολογία, φαρμακευτικά προϊόντα, ιατρική, επιστήμες υγείας), των νέων υλικών και των τεχνολογιών ελαφρών κατασκευών, καθώς και τα δίκτυα προστιθέμενης αξίας στον τομέα της μεταποίησης (BDI για τη νέα Γερμανική Βιομηχανική Στρατηγική 2019). Στο ίδιο πλαίσιο και η Deutsche Bank, που αναγνωρίζει ότι οι επενδύσεις στους τομείς αιχμής ενέχουν τέτοιο κίνδυνο που οι τράπεζες και οι κεφαλαιαγορές δεν είναι από μόνες τους σε θέση να τις χρηματοδοτήσουν. Έτσι, είναι απαραίτητη η συμμετοχή του κράτους είτε αναλαμβάνοντας τον κίνδυνο αποτυχίας είτε συμμετέχοντας στις ίδιες τις εταιρείες. Οι νέες τεχνολογίες και επιχειρήσεις θα πρέπει να χρηματοδοτούνται μέσω της συνεργασίας ιδιωτικών τραπεζών και του κράτους (Wirtschaftswoche 2021).

Η θέση ότι σε πολύ σημαντικές περιπτώσεις το ίδιο το κράτος θα πρέπει να μπορεί να ενεργεί ως αγοραστής μετοχών επιχείρησης για περιορισμένο χρονικό διάστημα είχε εισαχθεί με το πρώτο σχέδιο «Ευρωπαϊκής και Γερμανικής βιομηχανικής πολιτικής για το 2030» που είχε δημοσιευθεί από τον ομοσπονδιακό υπουργό Οικονομίας, Π. Αλτμάιερ. Στο ίδιο σχέδιο ο Αλτμάιερ έκανε λόγο για «εθνικούς και ευρωπαίους πρωταθλητές» αλλά και για ευθύνη και καθήκον του κράτους να παρέμβει εάν οι δυνάμεις της αγοράς στην οικονομία μιας χώρας δεν μπορούν να διατηρήσουν την καινοτομία και ανταγωνιστικότητά της (Altmaier 2019). Το BDI παρότι στήριξε την όλη προσπάθεια χάραξης βιομηχανικής στρατηγικής, εξέφρασε την επιφύλαξή του ως προς την παρέμβαση του κράτους αλλά και τη δημιουργία «πρωταθλητών» δείχνοντας ότι ο διάλογος εντός της γερμανικής οικονομικής και πολιτικής ελίτ βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη.

Η συνέχεια στη Ναυτεμπορική