Εδώ και αρκετά χρόνια, έχει ανοίξει για τα καλά στο δημόσιο διάλογο το ζήτημα της αναθεώρησης – και πλέον και παράκαμψης – του άρθρου 16 του Συντάγματος, το οποίο ορίζει την Ανώτατη Εκπαίδευση ως δημόσιο αγαθό και αποκλειστικό δικαιούχο να την παρέχει το κράτος. Αυτό θα επέτρεπε και τη λειτουργία αμιγώς ιδιωτικών Α.Ε.Ι., έστω και δήθεν «μη κερδοσκοπικών», έναν χρόνιο ευσεβή πόθο για την κυρίαρχη τάξη στην Ελλάδα. Η συζήτηση αυτή αποκρυσταλλώνεται σε ένα νομοσχέδιο που έρχεται να καταθέσει η κυβέρνηση στη Βουλή, το οποίο έχει σκοπό, παρακάμπτοντας το άρθρο 16, να επιτρέψει την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων στη χώρα.

Το νομοσχέδιο αυτό αποτελεί την κορύφωση μιας άνευ προηγουμένου λυσσαλέας αντιεκπαιδευτικής, και συνάμα αντιλαϊκής, επίθεσης που λαμβάνει χώρα εδώ και δεκαετίες, ενώ εντάθηκε από το 2019. Η επίθεση αυτή οδηγεί σε μια σταδιακή προσαρμογή της Ανώτατης Εκπαίδευσης στη νεοφιλελεύθερη στρατηγική που εκπορεύεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.), με απώτερο σκοπό μια τριτοβάθμια εκπαίδευση (α) φτηνότερη για το κεφάλαιο, (β) στον απόλυτο έλεγχό του και (γ) χαμηλότερης ποιότητας για το μεγαλύτερο μέρος της νεολαίας. Η επίθεση αυτή περιλαμβάνει– για τα τελευταία χρόνια μόνο:

  • Tην ισοτιμία των επαγγελματικών δικαιωμάτων των πτυχίων των Α.Ε.Ι. με εκείνα των Ιδιωτικών Κολλεγίων.
  • Tον κατακερματισμό των πτυχίων.
  • Τη χρηματοδότηση των Πανεπιστημίων με κριτήρια κόστους-οφέλους μέσω της αξιολόγησης.
  • Την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (Ε.Β.Ε.) μειώνοντας κατά πολύ τον αριθμό των εισακτέων.
  • Τις διαγραφές φοιτητών μετά από ένα ορισμένο χρονικό διάστημα σπουδών, πλήττοντας κυρίως φοιτητές από φτωχά, λαϊκά στρώματα που αναγκάζονται να δουλεύουν παράλληλα με τις σπουδές.

Για να υλοποιηθούν όλα τα παραπάνω ήταν αναγκαία μια σφοδρή επίθεση στον φοιτητικό συνδικαλισμό, καθώς και εν γένει στα δημοκρατικά δικαιώματα στο πανεπιστήμιο. Σταχυολογούμε:

  • Κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου.
  • Νόμος Κεραμέως – Χρυσοχοΐδη του 2021, ο οποίος, μεταξύ άλλων, προέβλεπε τη θεσμοθέτηση πειθαρχικών διώξεων στους φοιτητές, καθώς και την ίδρυση της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας (Ο.Π.Π.Ι), η οποία έχει ωστόσο παγώσει χάρις στην αντίδραση του φοιτητικού κινήματος.
  • Επανειλημμένες επεμβάσεις της αστυνομίας σε χώρους πανεπιστημίων, προκαλώντας σοβαρούς τραυματισμούς φοιτητών.
  • Απόπειρα της κυβέρνησης να καταργήσει τις φοιτητικές εκλογές και τους Φοιτητικούς Συλλόγους, αντικαθιστώντας τους με “απολιτίκ” συμβούλια φοιτητών (όλως τυχαίως μετά την πρώτη ήττα της κυβερνητικής παράταξης ΔΑΠ ΝΔΦΚ το 2022…), και επίθεσης στο αυτοδιοίκητο των Α.Ε.Ι..

Όλα αυτά συνοδεύονται από χρόνια υποχρηματοδότηση, τρομακτικές ελλείψεις σε διδακτικό και διοικητικό προσωπικό, αλλά και σε υποδομές, εξοπλισμό και στη φοιτητική μέριμνα, ύπαρξης διδάκτρων στα περισσότερα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών, κ.ο.κ., δηλ. μιας σειράς παραγόντων που καθιστούν τη δημόσια δωρεάν Ανώτατη Εκπαίδευση κάθε άλλο παρά δωρεάν, ενώ υποβαθμίζουν χρόνο με το χρόνο και την ίδια την ποιότητα της παρεχόμενης γνώσης.

Τα δημόσια Α.Ε.Ι., ωστόσο, και παρά τις αντιξοότητες, είναι καταξιωμένα στη συνείδηση του περισσότερου κόσμου στη χώρα μας, κάτι που δεν αναμένεται να αλλάξει με την εμφάνιση των ιδιωτικών, καθώς δεν υπάρχει σχεδόν κανένα παράδειγμα παγκοσμίως ιδιωτικών πανεπιστημίων ίσης ή μεγαλύτερης ποιότητας από τα δημόσια, χωρίς μάλιστα γενναία κρατική χρηματοδότηση… Προκειμένου να μπορέσουν να ευδοκιμήσουν τα ιδιωτικά ιδρύματα που σχεδιάζει να φέρει η κυβέρνηση, είναι απαραίτητη η υποβάθμισή των δημοσίων και η αποκαθήλωσή τους από τη συνείδηση του λαού.

Όλα τα αφηγήματα της κυβέρνησης σχετικά με το πόσο “ευεργετική” θα είναι η ίδρυση ιδιωτικών ιδρυμάτων στη χώρα βασίζονται σε προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα δημόσια ιδρύματα, τα οποία έχουν δημιουργηθεί από τις ίδιες τις πολιτικές της, όπως και όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων. Π.χ. το επιχείρημα – “καραμέλα” ότι “φεύγουν νέοι να σπουδάσουν στο εξωτερικό, επειδή δεν υπάρχουν αρκετές θέσεις στα ελληνικά πανεπιστήμια και, ως εκ τούτου, πρέπει να ιδρυθούν τα ιδιωτικά, ώστε να απορροφήσουν αυτόν τον κόσμο”, είναι τουλάχιστον υποκριτικό να το διατυπώνει μία κυβέρνηση, η οποία νομοθέτησε την Ε.Β.Ε, εξαιτίας της οποίας έμειναν εκτός τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δεκάδες χιλιάδες υποψήφιοι, μάλλον για να δημιουργηθεί και η ανάλογη πελατεία…

Οι επιπτώσεις για την Ανώτατη Εκπαίδευση από μια κατάργηση ή παράκαμψη – εκτός των άλλων αντισυνταγματική – του άρθρου 16 θα είναι οι εξής:

  • Πρώτον μπαίνει μια ταφόπλακα στον χαρακτήρα κοινωνικού δικαιώματος που έχει η Ανώτατη Εκπαίδευση τόσο συνταγματικά, όσο και μακροπρόθεσμα στις συνειδήσεις. Μετατρέπεται σε ένα αγαθό προς αγοραπωλησία και, σταδιακά, σε προνόμιο όλο και λιγότερων. Η κατάρτιση πάνω σε ένα επιστημονικό αντικείμενο, αντί για αποτέλεσμα μόχθου, προσπάθειας και διδασκαλίας, μετατρέπεται σε προϊόν οικονομικής συναλλαγής για όσους μπορούν να πληρώσουν…
  • Δεύτερον, θα αλλοιωθεί ο χαρακτήρας και των ίδιων των δημοσίων ιδρυμάτων. Μέσω της χρόνιας και συστηματικής υποβάθμισης – υποχρηματοδότησης, από όλες τις κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, με αποκορύφωμα την τωρινή, καθώς και λόγω της περαιτέρω μείωσης των εισακτέων προς χάριν των εναλλακτικών επιλογών των ιδιωτικών, τα δημόσια πανεπιστήμια θα κληθούν να γίνουν πιο “ανταγωνιστικά” προκειμένου να επιβιώσουν. Θα πρέπει να ανταγωνιστούν τα ιδιωτικά τόσο σε έσοδα – πιθανόν στο μέλλον και για την κρατική χρηματοδότηση – εξασφαλίζοντας χορηγίες ή επιβάλλοντας δίδακτρα, όσο και στον εκφυλισμό της εκπαιδευτικής διαδικασίας, για λόγους μείωσης κόστους και διευκόλυνσης των φοιτητών – πελατών…

Σε κάθε περίπτωση θα ευνοηθούν οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι, για τους οποίους ανοίγεται ένα νέο, πολύ επικερδές πεδίο δραστηριοποίησης. Η εμπειρία της ιδιωτικής υγείας, «ακριβής στα πίτουρα» (εγχειρήσεις/θεραπείες ρουτίνας), και απούσας στα …δύσκολα (π.χ. COVID), είναι ενδεικτική.

Ωστόσο, το εν λόγω νομοσχέδιο ήρθε να ταράξει τα λιμνάζοντα νερά του, νωχελικού τα τελευταία χρόνια, φοιτητικού κινήματος. Υπάρχει ένα ρεύμα μαζικοποίησης των διαδικασιών των Φοιτητικών Συλλόγων με Γενικές Συνελεύσεις και αγωνιστικές αποφάσεις σε δεκάδες τμήματα σε όλη τη χώρα. Πολλές σχολές βρίσκονται υπό κατάληψη, ενώ πραγματοποιούνται και εξίσου μαζικές διαδηλώσεις στις μεγάλες πόλεις. Το φοιτητικό κίνημα μπορεί να αφήσει στην άκρη παθογένειες του παρελθόντος, όπως ο σεχταρισμός, η ηττοπάθεια και οι γραφειοκρατικές λογικές, για τις οποίες έχουν ευθύνη οι ηγεμονεύουσες δυνάμεις (ΠΚΣ, ΕΑΑΚ), και να αξιοποιήσει την ευκαιρία για να ανασυγκροτηθεί, ώστε να μην «ξεφουσκώσει» και αυτή η έξαρση του φοιτητικού κινήματος, αλλά να εμπλακεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερη μάζα των φοιτητών στις διαδικασίες των συλλόγων τους.

Το διακύβευμα της τωρινής συγκυρίας, ίσως, είναι το πιο σοβαρό που έχει να αντιμετωπίσει η ακαδημαϊκή κοινότητα εδώ και χρόνια. Το κλειδί για να αποβεί νικηφόρος ο αγώνας του κινήματος είναι η δημιουργία ενός πλατιού μετώπου, στη βάση ενός πλαισίου αιτημάτων που θα μπορούσαν να συσπειρώσουν όσο το δυνατόν περισσότερους, αλλά και πολιτικές δυνάμεις που παρεμβαίνουν στο κίνημα. Ενδεικτικά, προτείνουμε τα εξής:

  • Όχι στην τροποποίηση/παράκαμψη του άρθρου 16 και στην ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων!
  • Κατάργηση του νόμου Κεραμέως – Χρυσοχοΐδη. Έξω οι αστυνομία από τις σχολές. Κατάργηση της Ε.Β.Ε..
  • Επαναφορά του Πανεπιστημιακού Ασύλου.
  • Καμία διαγραφή φοιτητή. Όχι στα όρια σπουδών.
  • Κάτω τα χέρια από το φοιτητικό συνδικαλισμό. Ελεύθερες φοιτητικές εκλογές. Ούτε σκέψη για “συμβούλια φοιτητών” και κατάργηση των Φοιτητικών Συλλόγων.
  • Όχι στην κατάργηση του αυτοδιοίκητου των Α.Ε.Ι..
  • Πτυχία ενιαία, συμπαγή, με όλα τα ανάλογα επαγγελματικά δικαιώματα. Όχι στους κύκλους σπουδών.
  • Καμία σκέψη για δίδακτρα σε προπτυχιακά. Κατάργηση διδάκτρων στα μεταπτυχιακά.
  • Αύξηση της χρηματοδότησης για την Ανώτατη Εκπαίδευση στο ύψος των αναγκών μας. Άμεση πρόσληψη διδακτικού και διοικητικού προσωπικού και βελτίωση των υλικοτεχνικών υποδομών.
  • Βελτίωση της φοιτητικής μέριμνας για την καταπολέμηση της ακρίβειας σε σίτιση και στέγαση.

Ο αγώνας μπορεί να είναι νικηφόρος, ειδικά αν πάρει πανεκπαιδευτικό και παλλαϊκό χαρακτήρα, αν ανοιχτεί σε ολόκληρη την ακαδημαϊκή κοινότητα (φοιτητές, καθηγητές, διοικητικοί), στους εκπαιδευτικούς των υπόλοιπων βαθμίδων της εκπαίδευσης, αλλά και στα συνδικάτα των εργαζομένων γενικότερα, σε όλους, δηλ., όσους πλήττονται από την πολιτική αυτή. Ταυτόχρονα, το κίνημα αυτό θα δυναμώνει όσο συνειδητοποιεί τον στρατηγικό χαρακτήρας της επίθεσης στην Ανώτατη Εκπαίδευση και τη σύνδεσή της με άλλα προβλήματα της λαϊκής οικογένειας, όπως η φτώχεια, η ακρίβεια, η ανεργία, ο πόλεμος, αλλά και καθώς θα αναγνωρίζει τον υπεύθυνο για την πολιτική αυτή (κυβερνήσεις, ΕΕ, μεγάλο κεφάλαιο).

Αυτό που διακυβεύεται στον αγώνα αυτόν είναι αν η Ανώτατη Εκπαίδευση θα εξυπηρετεί τις ανάγκες του λαού για επιστημονική μόρφωση και έρευνα, ή εάν θα μετατραπεί σε ένα ακριβό για τους πολλούς, αν και σε μεγάλο βαθμό υποβαθμισμένο, εμπόρευμα, υπό τον όλο και πιο ασφυκτικό έλεγχο του μεγάλου κεφαλαίου.

 

Μοιραστείτε το άρθρο