Εργατικός Αγώνας

Στο γήπεδο του αντιπάλου ή σε αυτό της εργατικής τάξης και των φτωχότερων λαϊκών στρωμάτων;

Γράφει ο Γεράσιμος Αραβανής

Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με σαρωτική προπαγάνδα με την αποφασιστική συμβολή των πρόθυμων και καλοπληρωμένων μέσων μαζικής ενημέρωσης σε πρώτη γραμμή έφερε και ψήφισε το νόμο για την φορολογία των ελεύθερων επαγγελματιών και των απασχολούμενων. Η κυβερνητική προπαγάνδα έδειχνε πειστική, η επεξεργασία των επιχειρημάτων απλή και διεισδυτική εξ’ άλλου φοροδιαφυγή υπάρχει, η οικονομική κατάσταση της λαϊκής πλειοψηφίας είναι δύσκολη ώστε να αντισταθεί αποφασιστικά.

Με καλά επεξεργασμένα επιχειρήματα που στηρίζονταν στη βάση ορισμένων πραγματικών στοιχείων σχετικά με τα φορολογικά έσοδα μικροεπαγγελματιών και αυτοαπασχολούμενων χωρίς καμία διάκριση και είσαι ισοπεδωτικά, όλοι στο σακί, ανέδειξε τη φοροδιαφυγή τους ως τη μοναδική αιτία των δεινών της χώρας και του λαού. Σε όλη τη συζήτηση δεν μπήκε καθόλου η φορολογία συνολικά, τι καταβάλει στα κρατικά ταμεία το μεγάλο κεφάλαιο, η αποφυγή καταβολής φόρων με τη βοήθεια των νόμων εκ μέρους του, η διασπάθιση με τον τρόπο που γνωρίζουμε των πόρων του κράτους, οι προκλητικές φοροαπαλλαγές και τα νόμιμα προνόμια του. Οι μόνοι υπόχρεοι για την καταβολή φόρων στο κρατικό ταμείο θεωρεί η κυβέρνηση ότι είναι μόνο τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα και όχι ο μεγάλος πλούτος.

Το βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης ήταν ότι από τις 300.000 επιχειρήσεις οι 240.000, το 80% δηλαδή, δηλώνουν κέρδη μικρότερα από το εισόδημα του εργάτη που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό, δηλαδή 10000€ και ότι οι αυτοαπασχολούμενοι κατά 71%. δηλώνουν εισοδήματα κάτω από 10.920€ και μόνο το 3% περισσότερο και ως 12.000. Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληγε η κυβερνητική προπαγάνδα ήταν ότι δεν έχει καμία λογική επαγγελματίες του κερδίζουν λιγότερο από τους εργαζόμενους άρα φοροδιαφεύγουν και πρέπει να αποκατασταθεί η δικαιοσύνη.

Τα τελευταία χρόνια, γράφει σε άρθρο του στην Καθημερινή ο καθηγητής και επικεφαλής του γραφείου προϋπολογισμού του κράτους Γιάννης Τσουκαλάς, η Ελλάδα έχει μπει σε έναν ενάρετο κύκλο δημοσιονομικής πειθαρχίας και ανάπτυξης και η φοροδιαφυγή αποτελεί τροχοπέδη σε αυτό. Πρώτον από τα ταμεία του κράτους και επομένως από την χρηματοδότηση δαπανών για την υγεία την παιδεία την κοινωνική πρόνοια. Δεύτερον δημιουργεί και διευρύνει κοινωνικές ανισότητες. Κάθε ευρώ που χάνεται στον κουβά της φοροδιαφυγής δημιουργεί πρόσθετη φορολογική επιβάρυνση μισθωτών και συνταξιούχων και τη δυνατότητα μείωσης των έμμεσων φόρων που επιβαρύνουν δυσανάλογα τα φτωχότερα στρώματα. Τρίτον αθέμιτο πλεονέκτημα ανταγωνισμού σε επιχειρήσεις που φοροδιαφεύγουν. Οι τελευταίες εξοικονομούν ρευστότητα και παραμένουν στην αγορά.

Συμπέρασμα από την αναφορά προηγήθηκε, αλλά και από την όλη την επιχειρηματολογία της κυβέρνησης που φαίνεται ότι έρχεται ο αρθρογράφος να στηρίξει, είναι ότι επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι βλάπτουν το σύνολο των κοινωνικών τάξεων της χώρας από τους εργατοϋπάλληλους ως τους μεγαλοεπιχειρηματίες, τους μεγαλοκαναλάρχες και τους εφοπλιστές και ως εκ τούτου η βάση συνασπισμού όλων εναντίον τους με επικεφαλής την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είναι ιδιαίτερα ισχυρή και δικαιολογημένη.

Μάλιστα ο καθηγητής Τσουκαλάς διαπιστώνει ότι οι μικρές επιχειρήσεις που φοροδιαφεύγουν είναι χαμηλής παραγωγικότητας, δεν δημιουργούν θέσεις εργασίας, δεν επενδύουν, δεν καινοτομούν μειώνοντας έτσι το δυναμισμό της οικονομίας. Δεν υπάρχει λόγος ένας ελεύθερος επαγγελματίας να παραμείνει στην αγορά αν δεν μπορεί να παράγει εισόδημα.

Τα πράγματα γίνονται εντελώς σαφή οι ισχυροί να τα πάρουν όλα και οι αδύναμοι, επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι να κλείσουν.

Τα περί δικαιοσύνης είναι η σάλτσα, η ουσία του νόμου είναι να εισπραχτούν 600 εκατομμύρια ευρώ και σταδιακά να φύγουν οι περισσότεροι από την αγορά. Τι Θα γίνουν όσοι κλείσουν είναι δικό του θέμα.

Αντιρρήσεις σχετικά με το νόμο εκφράστηκαν δημόσια από πολλούς και μάλιστα από στελέχη της ΝΔ όπως Αντώνης Σαμαράς που έκανε λόγο για οριζόντιο μέτρο που αδικεί πολλούς, για μέτρο που ανασύρεται μετά από 25 χρόνια και αυτό υπογραμμίζει την αδυναμία της κυβέρνησης και του κράτους ενώ υπάρχουν όλα τα τεχνολογικά μέσα σήμερα να προσδιοριστεί το εισόδημα όλων των πολιτών και να φορολογηθεί κατάλληλα. Ήταν μία ορθή κριτική στο νομοσχέδιο που όμως ήταν μακριά από την ουσία του προβλήματος, δεν ήταν πρόβλημα για την κυβέρνηση αντίθετα εύκολα αφομοιώσιμη.

Όμως διατυπώθηκαν θέσεις και εκτενής αρθρογραφία η οποία ουσιαστικά στήριζε το νομοσχέδιο από πολλούς αριστερούς, τουλάχιστον όπως μέχρι σήμερα τους γνωρίζαμε, δεν ήταν ένας ή δύο. Ίσως είναι μηνύματα των καιρών.

Στην Εφημερίδα των Συνταγών ο Χρήστος Λάσκος γραφεί τη Δευτέρα 18 Δεκέμβρη: Η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στη φοροδιαφυγή και τη φορολογική αδικία, πρωταθλήτρια και στην παραοικονομία ωστόσο δεν φαίνεται να συγκινείται ιδιαίτερα η εγχώρια αριστερά από το κόμμα Κασελάκη ως το ΚΚΕ και την επαναστατική αριστερά. Είναι τέτοια η συνθήκη που ενδέχεται να εμφανιστεί η δεξιά περισσότερο αριστερόστροφα ταξική από την αριστερά. Και στη συνέχεια αφού αναφερθεί εκτενώς σε στοιχεία για τη φοροδιαφυγή των επαγγελματιών αναφέρει: Κάποιοι υποθέτουν ότι τα «μονοπώλια» εκμεταλλεύονται εκτός από τους εργαζόμενους και τις «μικρομεσαίες» επιχειρήσεις. Η μαύρη αλήθεια είναι πως οι τελευταίοι φοροκλέβουν σε επίπεδα ρεκόρ… ένα μεγάλο τμήμα τος είναι οι πιο άγριοι εκμεταλλευτές των ανθρώπων της δουλειάς, μισθοί πείνας που δεν πληρώνονται πάντοτε, άπειρες απλήρωτες υπερωρίες, μαύρη εργασία, εργοδοτική τρομοκρατία και όλα τα δείνα δεν αποτελούν εξαίρεση, αλλά τον απόλυτο κανόνα.

Δεν κρύβεται το μένος του εναντίον της αριστεράς που διοχετεύεται στη στήριξη του νομοσχεδίου βασικής πολιτικής επιλογής της ΝΔ.

Ο αρθρογράφος βρήκε τον απόλυτο ένοχο σε επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους και μαζί ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση τον καλύτερο από τα αριστερά υποστηρικτή του νόμου τους. Αυτοί συσσωρεύουν όλα τα δεινά στο λαό και στη χώρα από αυτούς πηγάζει η κακοδαιμονία της, οι χρεοκοπίες και οι πολύ δύσκολες συνθήκες ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων σήμερα. Το μεγάλο κεφάλαιο βγήκε από την εικόνα εντελώς, αφού με το νόμο πληρώνει τους ελάχιστους φόρους που του καταλογίζονται και μάλιστα προβαίνει σε πλήθος αγαθοεργίες.

Το μεγάλο πρόβλημα της χώρας δεν είναι κατεξοχήν η υπαρκτή φοροδιαφυγή των αυτοαπασχολούμενων και των επαγγελματιών είναι μικρό τμήμα του προβλήματος αυτού. Απόδειξη είναι ότι προϋπολογίζεται να εισπραχθούν από τη φορολογία αυτή 600 εκατομμυρίων μόνο την ώρα που επίσημοι οργανισμοί υπολογίζουν τη φοροδιαφυγή στα 28 δισεκατομμύρια ευρώ.

Το πρόβλημα είναι να γεμίσουν τα ταμεία του κράτους από τα κέρδη των μεγαλοεπιχειρηματιών, των εφοπλιστών, των κατόχων των μετοχών, των μεγάλων περιουσιών. Όλων αυτών που συσσωρεύουν δεκάδες τρις και τα παρκάρουν στην Ελβετία και στους φορολογικούς παραδείσους, που κάνουν τις δουλειές τους νόμιμα μέσω δεκάδων offshore με τις ευλογίας του κράτους και των κυβερνήσεων. Το πρόβλημα σε τελική ανάλυση είναι η ίδια η λειτουργία του κοινωνικοοικονομικού συστήματος και ότι αυτή εξυπηρετεί.

Έτσι βλέπουμε την αριστερά, την αριστερά που δυναμώνει το μέτωπο εναντίον του κεφαλαίου και των εκπροσώπων που υπερασπίζεται την εργατική τάξη και τα φτωχότερα λαϊκά στρώματα που αγωνίζεται για την εδραίωση της ταξικής συμμαχίας τους πάνω στα αντικειμενικά συμφέροντα τους κόντρα στους τεχνητούς διαχωρισμούς και σε δευτερεύουσες αντιθέσεις τους.

Η άλλη αριστερά είναι η αριστερά του φιλελευθερισμού, του εκσυγχρονισμού του κράτους, της συνέπειας των φτωχότερων πολιτών στις υποχρεώσεις τους καταβολής των φόρων τους, αυτή που φοβάται μη χάσει τον ιδεολογικό αγώνα για τον εκσυγχρονισμό από τους υπόλογους για την θεσμική και κοινωνική κατάντια μας, όπως υποστήριζε ο Δ. Παπανικολόπουλος στέλεχος της Νέας Αριστεράς. Η αριστερά των μεταρρυθμίσεων που τσακίζουν τα λαϊκά στρώματα, που δεν βλέπει την πραγματική αδικία, αθωώνει το μεγάλο κεφάλαιο και την πολιτική του. Είναι η αριστερά που επισείοντας τη χρεοκοπία του 2010 λόγω της φοροδιαφυγής και των μειωμένων κρατικών εσόδων εκφοβίζει με τον κίνδυνο νέας χρεοκοπίας για να κάμψει το αγωνιστικό φρόνιμα και της διαθέσεις του λαού. Είναι κάτι πολύ περισσότερο από την κλασική ρεφορμιστική αριστερά είναι το αριστερό χέρι του συστήματος.

Η απάντηση των κομμουνιστών και των αγωνιζόμενων αριστερών στο νομοσχέδιο της κυβέρνησης Μητσοτάκη έπρεπε να είναι συνολικά η αντιμετώπιση των αιτιών που μειώνουν τα κρατικά έσοδα. και να κατατεθεί μία συνολική πρόταση για ένα πιο δίκαιο κοινωνικά φορολογικό σύστημα, όσο πιο δίκαιο μπορεί να είναι στη συνθήκες που ζούμε και με αυτό να απευθυνθεί στην εργατική τάξη, τους μισθωτούς γενικότερα, στους επαγγελματίες, τη νεολαία να γίνει αίτημα και στόχος πάλης των σωματείων και των λαϊκών φορέων και να μπει στη διεκδίκηση δίπλα στις μεγάλες σύγχρονες αναγκαίες διεκδικήσεις, τη μείωση του χρόνου εργασίας των εργαζομένων, την ουσιαστική αύξηση ημερομισθίων, μισθών και συντάξεων, τη σύγχρονη δωρεάν παιδεία όλων των βαθμίδων για όλα τα παιδιά του λαού, για σύγχρονα νοσοκομεία και πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, για παιδικούς σταθμούς και συνολικά για κοινωνικές παροχές, για προστασία του περιβάλλοντος και των δημόσιων αγαθών.

Ορισμένες βασικές θέσεις για ένα πιο δίκαιο φορολογικό σύστημα:

  • Μείωση τον έμμεσων φόρων, κατάργηση του ΦΠΑ σε βασικά είδη λαϊκής κατανάλωσης, αντιστροφή της σχέσης έμμεσων άμεσων φόρων.
  • Καθορισμός αφορολόγητου στα 12.000€ αφού κάθε εργαζόμενους δικαιούται να ζήσει με ελάχιστη αξιοπρέπεια, έστω και αν για το αίτημα αυτό λοιδορείται η αριστερά.
  • Φορολογία όλων των εισοδημάτων με κλιμακωτό συντελεστή προς τα πάνω. Να φορολογηθούν τα μερίσματα με 20% αντί 5% που τα φορολογεί η κυβέρνηση, 40% φορολογία στους ομίλους, 80% στο μεγάλο προσωπικό πλούτο, κατάργηση των Offshore. Κατάργηση όλων των φοροαπαλλαγών τη μεγάλου κεφαλαίου.
Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email
Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη
Εργατικός Αγώνας