1

Η ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων στην Αγγλία του 17ου αιώνα, η αγγλική επανάσταση 1642-1649 και η πρώιμη φιλελεύθερη φιλοσοφία του Λεβιάθαν του Τόμας Χομπς

 

του Φίλιππου Μπαρδουνιώτη

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Μέρος Α΄

Ενότητα 1: Ο χαρακτήρας του 17ου αι

Ενότητα 2

Α) H αγγλική επανάσταση –οι μεγάλες πρόοδοι

B) H αγγλική επανάσταση –οι ιδιομορφίες των πολιτικών αντιθέσεων- ο συσχετισμός των ταξικών δυνάμεων πριν την επανάσταση

Γ) Οι θρησκευτικές και πολιτικές αντιθέσεις.

Δ) Η Αγγλική επανάσταση- η πολιτική των Στιούαρτ – το ξέσπασμα της επανάστασης και τα γεγονότα 1642-1649

Μέρος Β΄: Η φιλοσοφία του Χομπς ως προϊόν της αγγλικής επανάστασης

Ενότητα 1: η ζωή του Τόμας Χομπς

Ενότητα 2: η ανθρωπολογική θεώρηση του Χομπς

Ενότητα 3: Η πολιτειακή θεώρηση του Χομπς

Επίλογος

Βιβλιογραφία:

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο 17ος αιώνας είναι χαρακτηριστικός για τη φιλοσοφική, τη μαθηματική, φυσιογνωστική και επιστημονική πρόοδο. Επιστήμονες και φιλόσοφοι όπως ο Βάκων, ο Νεύτων, ο Μπεν Τζόνσον, ο Τζον Ντον, ο Νίλτον, ο Χομπς και άλλοι που έδρασαν σε αυτό τον αιώνα, και τα αποτελέσματα των ανακαλύψεων και των έργων τους, αποτέλεσαν θεμέλιο για το πέρασμα από την νεότερη στη σύγχρονη εποχή.

Βασικό γνώρισμα της νεότερης ιστορίας είναι η νίκη της καπιταλιστικής οικονομίας εναντίον του φεουδαρχικού συστήματος παραγωγής. Μετά την νίκη της αστικής επανάστασης, η αστική τάξη γίνεται κυρίαρχη. Το καπιταλιστικό σύστημα έχει τα εξής γνωρίσματα. Όλα τα βασικά μέσα παραγωγής είναι ιδιοκτησία των κεφαλαιοκρατών. Η κοινωνία από αυτό το σημείο και μετά, χωρίζεται εμφανώς σε δυο ανταγωνιστικές τάξεις: την αστική τάξη και την εργατική τάξη.

Σε αυτή την ταραχώδη εποχή, η πάλη της αστικής τάξης με την παλιά αριστοκρατία μεταφέρθηκε στον ιδεολογικό πόλεμο μέσω των θρησκευτικών αιρέσεων. Η εποχή αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί ως μεταβατική περίοδος που βρίσκεται στη μέση του μεσαιωνικού σχολαστικισμού, που κυριάρχησε με την καθολική πίστη, και την αντιπολιτευτική μεταρρύθμιση, που άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου για τις αιρέσεις των προτεσταντών, και από την άλλη ως την θύραθεν ορθολογιστική ιδεολογία, όπου σε αυτήν η αστική τάξη βρίσκει τα ιδεολογικά όπλα για την επικράτηση της. Έτσι στον ιδεολογικό πόλεμο η αστική τάξη πρόβαλε τις πολικές της αξιώσεις μέσω της θρησκείας μέχρι και τη νεότερη εποχή.

Ιδιαίτερη επίδραση σε αυτή την αλλαγή βρίσκουμε στην Αγγλία. Στο δεύτερο μισό του 17ου αιώνα, ο αγγλικός πολιτισμός αναπτύσσεται με την άμεση επίδραση των επαναστατικών γεγονότων. Ο Χομπς, ο μεγαλύτερος φιλόσοφος της εποχής, χαρακτηρίζεται ως ο πρώτος σύγχρονος  υλιστής, που συστηματοποίησε τις ιδέες του Βάκωνα και έβαλε τα θεμέλια για τον μηχανιστικό υλισμό του 18ου αι που ακολούθησε.

Ο Χομπς θεωρείται θεμελιωτής την νεότερης πολιτικής φιλοσοφίας και αποτελεί τομή στην ιστορία της νεότερης σκέψης ανάμεσα στη θρησκευτική αντιπολίτευση, που εκδηλώθηκε από τη νεαρή αστική τάξη, λόγω της αναγκαιότητας των συνθηκών, και του μηχανιστικού υλισμού του 18 αι που ήταν προάγγελος του ευρωπαϊκού διαφωτισμού.

Στον Χομπς βρίσκουμε τα δειλά βήματα της εξέλιξης των ιδεολογικών προτσές που από το 14ο αι ξετυλίγονται με τον ουμανισμό, στη συνέχεια τον προτεσταντισμό, και προσχωρούν στον διαφωτισμό και στο πέρασα από τον μηχανιστικό υλισμό στον διαλεκτικό υλισμό, που αποτελεί την επιστημονική θεώρηση των φαινομένων, απαλλαγμένων από τις μυστικιστικές και μεταφυσικές, ή, από την άλλη, φορμαλιστικές ερμηνείες της ιδεαλιστικής φιλοσοφίας, στον 19ο αι, της αστικής τάξης.

Στην προσπάθεια του ο Χομπς να ξεδιαλύνει την οπτική του είναι, ως πρωταρχικό συστατικό της γνώσης του υλικού κόσμου, από τη μεταφυσική σαβούρα, παρουσιάζει στη φιλοσοφία του 3 στοιχεία: Πρώτο στοιχείο είναι ο μηχανιστικός υλισμός, ο οποίος εμπεριέχει τα ποσοτικά υλιστικά στοιχεία της αναγεννησιακής φιλοσοφίας, συσσωρεμένα ποιοτικά. Δεύτερο στοιχείο είναι ο νομιναλισμός, που ήταν το στοιχείο της σχολαστικής φιλοσοφίας. Ο Χομπς προτείνει ότι οι ιδέες είναι σκέψεις και προέρχονται από τον εξωτερικό κόσμο μέσω μιας ακολουθίας αριθμητικών πράξεων. Δηλαδή η σκέψη ανάγεται κατά τον Χομπς σε προσθαφαιρέσεις νοημάτων που αποτελούνται από τοποθετημένες συμβατικές ερμηνείες μέσα σε μια σύμβαση του φυσικά δυνατού. Το τρίτο στοιχείο είναι ο μεθοδολογικός νεοαριστοτελισμός, που ο Χομπς τον χρησιμοποιεί σαν εργαλείο για την επιλογή αιτιών μέσω της σύνθεσης και της ανάλυσης.

Η ζωή του Χομπς είναι συνδεδεμένη και επηρεασμένη από τα γεγονότα της εποχής του. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να είναι και αλλιώς. Εξετάζοντας τη ζωή του Χομπς παρατηρούμε μια αντίφαση. Ο Χομπς στην πολιτειακή δομή που προτείνει παίρνει καθαρά το μέρος του βασιλιά δημιουργώντας μια πολιτεία βασισμένη στη απόλυτη υποταγή των υπηκόων στον ηγεμόνα τους, μέσω μιας κοινωνικής σύμβασης που εξασφαλίζει την ειρήνη. Από την άλλη, αυτή η σύμβαση, αλλάζει την υπόσταση της μοναρχίας από θεοκρατική, σε εγκόσμια, και αποτέλεσμα φυσιοκρατικών αιτιακών καταβολών των ανθρώπων. Γι΄ αυτό, αυτή η αντίθεση του Χομπς θα οδηγήσει από τη μια στον διαλεκτικό υλισμό, ενώ, από την άλλη, οι υπέρμαχοι της αποικιοκρατίας θα βρουν στη φιλοσοφία του Χομπς τα στηρίγματα για τη δομή της καπιταλιστικής κοινωνίας.

Για να μπορέσουμε να αναλύσουμε το ειδικό (του Χομπς) θα πρέπει να το δούμε μέσα στο γενικό (της εποχής του της αγγλικής επανάστασης), γιατί το ειδικό είναι ένα κομμάτι από το προτσές του γενικού. Ύστερα, αφού δούμε τη διαλεκτική επίδραση του γενικού προς το ειδικό, θα περάσουμε στην αντίθετη ανάλυση: από το ειδικό, προς τις επιδράσεις που έχει αυτό στο γενικό, το οποίο ειδικό, σαν κομμάτι του γενικού προτσές του κοινωνικού είναι, διαμορφώνει την ποσοτική έκφραση της αντιθετικής έκφρασης του γενικού προτσές, που μεταμορφώνεται ποιοτικά.

Μέρος Α΄

Ενότητα 1: Ο χαρακτήρας του 17ου αι

Ο 17ος αιώνας χαρακτηρίζεται από την επικράτηση, ανάπτυξη και στερέωση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και την ήττα του παλιού φεουδαρχικού τρόπου παραγωγής. Τα στοιχεία του καπιταλισμού, που γεννήθηκαν μέσα στη φεουδαρχική περίοδο, επικράτησαν πλήρως στη Δ. Ευρώπη. Σε αυτή τη νίκη της αστικής τάξης σημαίνοντα ρόλο έπαιξαν τα συγκεντρωτικά εθνικά έθνη κράτη που ονομάζονται εθνικές φεουδαρχικές μοναρχίες και μετατράπηκαν σε πεφωτισμένες δεσποτείες από τα τέλη του 17ου αι. Μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι όλη η νεότερη εποχή είναι η πάλη ανάμεσα στην αστική τάξη και στην παλιά αριστοκρατία του ξίφους. Τα στοιχεία των καπιταλιστικών σχέσεων επικράτησαν μετά από αστικές επαναστάσεις. Όλες αυτές οι επαναστάσεις παρουσιάζουν μια εξελικτική πορεία, με κλιμακωτή ανάπτυξη, που ξεκινά από την επανάσταση των κάτω χωρών το 1565.

Η αγγλική επανάσταση του 1642 πήρε τα πρότυπα της επανάστασης των Κάτω Χωρών, και έβαλε τα αιτήματα της αμφισβήτησης της ελέω θεού μοναρχίας, σε μια χώρα της οποίας ο θεσμός την μοναρχίας δεν ήταν ποτέ σταθερός, από την εποχή της Μάγκνα Κάρτα. Οι επαναστάσεις που με συνέπεια ακολούθησαν την πλούσια ιδεολογική κληρονομιά της αγγλικής επανάστασης, η γαλλική και η αμερικανική, προσιδίασαν στα πρότυπά της, με την έννοια της ισότητας του πολίτη, και στα χαρακτηριστικά του διαφωτισμού. Θεμέλιά της βρίσκουμε στις ιδέες του Χομπς ,και άλλων της εποχής της αγγλικής επανάστασης.

Ενότητα 2

Α) H αγγλική επανάσταση –οι μεγάλες πρόοδοι

Τον 16Ο αι στην Αγγλία υπήρξε σημαντική πρόοδος στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων: καινούργιες εφευρέσεις και τελειοποιήσεις στην παραγωγή, στην τεχνική και στην εξορυκτική βιομηχανία. Η εξόρυξη γαιανθράκων αυξήθηκε 14 φορές από το 1151 ως το 1651. Η Αγγλία έβγαζε τα ¾ του γαιάνθρακα στην Ευρώπη. Παράλληλα, μέσα σε 100 χρόνια αυξήθηκε 6-8 φορές η παράγωγη του μόλυβδου, του χαλκού, του κασσιτέρου και του αλατιού.

Σημαντικές τελειοποιήσεις πραγματοποιήθηκαν στη μεταποίηση με το φυσερό (λειτουργούσε με νερό), με την ανάπτυξη καμίνευσης με σίδερο. Αναπτύχτηκε επίσης η ναυσιπλοΐα, η κεραμική και η μεταλλουργία. Πιο σημαντική θέση στην παραγωγική πρόοδο της αγγλικής οικονομίας είχε η εριουργία. Από τις αρχές του 17ου αι, η εριουργία διαδίδεται πλατιά σε όλη την Αγγλία. Ήδη στα μέσα του 16ου αι το 80% των εξαγωγών αποτελούσαν τα μάλλινα υφάσματα. Χαρακτηριστικό αυτής της εξέλιξης ήταν ο νομός του 1614 περί απαγόρευσης εισαγωγών ακατέργαστου μαλλιού.

Την ίδια εποχή, κυρίως στις πόλεις, αναπτύσσονται μανιφακτούρες στην υαλουργία, τη βαμβακουργία, τη μεταξουργία, τη χαρτοποιία και τη σαπωνοποιία. Αλλά στο πρώτο μισό του 17ου αιώνα είχε διαδοθεί περισσότερο η σκόρπια μανιφακτούρα. Το εργατικό δυναμικό της βρέθηκε από το νόμο της περίφραξης, που τις πρώτες του εμφανίσεις τις έκανε από τα τέλη του 15ου αι, όταν και άρχισε ο βίαιος διωγμός των μικρών αγροτών από την ύπαιθρο, από τους μεγάλους τσιφλικάδες, με σκοπό να πάρουν τη γη από τους μικρούς αγρότες. Από το 1557, έως το 1607, εκτός των περιφράξεων, εκτοξευτήκαν και οι τιμές της ενοικίασης των γαιών.

Στα τέλη του 16ου αι καθιερώθηκε το εθνικό εμπόριο (το 1598 κλείνει ο χανσεατικός οίκος χάλυβα). Μπήκαν δυναμικά έτσι οι Άγγλοι έμποροι στο εξωτερικό εμπόριο. Ιδρύσαν εμπορικές εταιρίες και εμπορικούς συνοικισμούς. Τα έσοδα από το εξωτερικό εμπόριο και τη δασμολόγηση ήταν τεράστια. Έτσι, επεκτάθηκε το προτσές του κεφαλαιοκρατικού μετασχηματισμού της βιομηχανίας. Η ζήτηση μεγάλωνε και η δίψα για κέρδος ήταν αμείωτη. Αποτέλεσμα: η συντεχνιακή παράγωγη αντικαταστάθηκε από την κεφαλαιοκρατική μανιφακτούρα, αφού το προτσές της πρωταρχικής συσσώρευσης επεκτάθηκε στη μανιφακτουρική παράγωγη.

Η ιδιομορφία, όμως, του αγγλικού καπιταλισμού είναι ότι, αντίθετα με άλλες ανεπτυγμένες περιοχές, όπως η Ιταλία και οι Κάτω Χώρες, που οι καπιταλιστικές σχέσεις παράγωγης ξεκίνησαν από τις πόλεις, στην Αγγλία ξεκίνησαν από την ύπαιθρο. Φεουδαρχικές σχέσεις παράγωγης μετατράπηκαν σε καπιταλιστικές και αναπτύχτηκαν νέες τεχνοτροπίες καλλιεργειών όπως η λίπανση με αργυλάσβεστο, η αγρανάπαυση, τα εγγειοβελτιωτικά έργα, η αποξήρανση των βάλτων κα. Δημιουργήθηκαν οι φάρμερς, ενώ το λιζ χολντ εφαρμόζονταν περισσότερο έναντι του κόπι χολντ (νοικιάζονται από τους Λαντ λόρδους μεγαλύτερα τμήματα γης για να είναι μεγαλύτερες οι γαιοπρόσοδοι). Οι λιζ χόλντερς ήταν βραχυπρόθεσμοι ενοικιαστές γαιών. Οι εκτάσεις που νοίκιαζαν καθορίζονταν από τους λαντ λόρδους. Έτσι, λόγω και της βραχυπρόθεσμης διάρκειας ενοικίασης, οι λαντ λόρδοι μπορούσαν να ελέγχουν το ύψος της γαιοπροσόδου που κέρδιζαν. Αυτό είναι πολύ σημαντική εξέλιξη, καθώς οι λαντ λόρδοι άρχιζαν να σκέφτονται με όρους αγοράς και προσαρμόστηκαν στις νέες καπιταλιστικές σχέσεις παράγωγης που είχαν εξελιχτεί. Οι Άγγλοι ευγενείς δεν ήταν πια ιππότες του ξίφους, αλλά ιππότες του κέρδους.

B) H αγγλική επανάσταση –οι ιδιομορφίες των πολιτικών αντιθέσεων- ο συσχετισμός των ταξικών δυνάμεων πριν την επανάσταση

Οι πολιτικοί αγώνες που εκφραστήκαν κατά την αγγλική επανάσταση είχαν και αυτοί 2 ιδιομορφίες έναντι των υπολοίπων χώρων που είχαν μια παράδοση των λαϊκών συνελεύσεων: τη Γαλλία των 3 τάξεων και την Ισπανία των Κορτές. Η μια ιδιομορφία έγκειται στο έγγραφο της Μάγκνα Κάρτα (Μεγάλη Χάρτα), μια διακήρυξη, η όποια είχε αποσπαστεί, ύστερα από επαναστατική δράση των βαρόνων το 1215, από τον Ιωάννη τον Ακτήμονα. Η διακήρυξη αυτή περιείχε θεμελιώδη δικαιώματα, από τα όποια το βασικότερο ήταν ο φραγμός του ελέγχου από τον βασιλιά στην ατομική ιδιοκτησία, και την ελευθερία κάθε πολίτη, καθιστώντας έτσι την πολιτική υπόσταση της Αγγλίας όχι βασιλική, αλλά νομική. Η άλλη ιδιομορφία βρίσκεται στη συνεχώς αυξανόμενη δυναμική που ανέπτυξαν τα δύο κοινοβούλια: των λόρδων και των κοινοτήτων. Τα κοινοβούλια αυτά εμφανίστηκαν κατά τα μέσα του 13ου αι, από το 1254. Η δράση δε του κοινοβουλίου των κοινοτήτων δυναμώνει παράλληλα με την ανάπτυξη των πόλεων. Πρέπει επίσης να προσθέσουμε ότι τα δυο κοινοβούλια είχαν πολλές συγκλίνουσες στην πολιτική τους λόγω της οικονομικής ιδιομορφίας των Λαντ Λόρδων, που αναλύσαμε στην προηγούμενη ενότητα.

Πέρα από τις καθαρά κοσμικές ιδιομορφίες των πολιτικών αντιθέσεων, πρέπει να δούμε και τη διαφορετικότητα των θρησκευτικών αντιθέσεων. Στην Αγγλία, υπήρχε από την εποχή του Ερρίκου Η’ η αγγλικανική εκκλησία, που ήταν σύμβολο ενότητας του στέμματος και της ισχύος του συγκεντρωτικού μοναρχικού κράτους. Η αντιπολίτευση που ασκήθηκε δεν ήταν κατά του καθολικισμού, όπως σε πολλές περιπτώσεις σε άλλες περιοχές της Ευρώπης, εφόσον η Αγγλία ήταν προτεσταντική. Μπορούμε να συμπεραίνουμε γενικά ότι η έκφραση της πολιτικής αντίθεσης βρίσκει δυο αντιτιθέμενες πλευρές: τον βασιλιά, με μια αδύναμη κρατική μηχανή, που αποτελούνταν από τους γιους του, και τους ακολούθους των αρχόντων του καθυστερημένου Βορρά, ανέργους μισθοφόρους, τους Λόρδους της αυλής, που ήταν κρατικοδίαιτοι και τυχοδιώκτες, από τον στρατό, με τις εμπορικές και κεφαλαιοκρατικές τάξεις, την τάξη των Λαντ Λόρδων και τους αγρότες. Όπως βγαίνει από τα παραπάνω, συνοπτικά, η αντίθεση που έβγαινε από την αγγλική επανάσταση ήταν: το μοναρχικό-φεουδαρχικό κράτος με το καπιταλιστικό συγκεντρωτικό κράτος. Αυτό αντανακλάται στην ‘Αίτηση Δικαιωμάτων’, η όποια ανέφερε τη Magna Charta και επαναλάμβανε τους νομικούς περιορισμούς της εξουσίας του Άγγλου μονάρχη.

Στην Αγγλία υπήρχαν τρεις κάστες: ο κλήρος, οι ευγενείς και ο υπόλοιπος λαός. Ο κύκλος των αριστοκρατών (Peers), ήταν στενός. Οι γιοι των Peers γίνονταν Gentry (κατώτεροι ευγενείς), που ήταν επιχειρηματίες όμοιοι με τους αστούς. Από την άλλη, οι αστοί των πόλεων, όταν αποκτούσαν τίτλους ευγενείας, εξακολουθούσαν την αστική ζωή τους. Οι Άγγλοι ευγενείς, έτσι, ήταν διασπασμένοι βάση των ταξικών συμφερόντων τους σε δυο διαφορετικά στρώματα, καθώς οι Gentry (νέο-ευγενείς- Λαντ Λόρδοι), ανήκαν στην τάξη των γαιοκτημόνων, αλλά δεν έβγαζαν τόσο το κέρδος τους από την γη τους με μορφή υπερ-προϊόντος, όσο με καπιταλιστικό κέρδος (με υπεραξία ή με άντληση κέρδους από τις ενοικιάσεις γαιών, που στην συνέχεια γίνονταν κεφάλαια επανεπένδυσης σε επιχειρήσεις, εμπόριο κτλ.). Από τους πιο επιδέξιους έμπορους τζέντλεμεν ήταν οι Squires. Χαρακτηριστικό αυτής της εξέλιξης είναι ότι στα 1600 όλα τα έσοδα των Gentry ξεπερνούσαν αυτά των Peers. Επίσης τα βασιλικά γαιοκτήματα από τα 1561 έως τα 1640 μειωθήκαν κατά 75%, και των Peers πιο κάτω από το μισό. Αντίθετα οι Gentry την ίδια περίοδο αύξησαν την γη τους κατά 20%.

Οι Λαντ Λόρδοι αξίωναν να μεταβάλουν τις καπιταλιστικές σχέσεις πάνω στις φεουδαρχικές. Αλλά τα δεσμά της απόλυτης φεουδαρχικής μοναρχίας, που είχε θεσπίσει ζητήματα κηδεμονιών και απαλλοτριώσεων από την εποχή του Ερρίκου Η΄, έγιναν όργανο καταπίεσης, καθώς μπορεί οι ευγενείς να κατείχαν τη νομή των γαιών, όμως αυτήν τη νομή τη στήριζε το στέμμα με φορολογικές αξιώσεις.

Η βασική ιδιομορφία της ταξικής πάλης στην εποχή της αγγλικής επανάστασης βρίσκεται στο ότι λόγω της μετατροπής μιας μερίδας ευγενών από αριστοκράτες του ξίφους σε αριστοκράτες του πλούτου, δημιούργησε δυο επαναστατικά προγράμματα: από τη μια οι αγρότες, που στο αγροτικό τους πρόγραμμα επεδίωκαν να καταργηθούν όλα τα δικαιώματα των Λαντ Λόρδων στους κλήρους των αγροτών (δηλαδή να μετατραπούν από κοπιχόλντερς σε φριχόλντερς). Από την άλλη το πρόγραμμα των αγροτών, έβρισκε αντιμέτωπο το πρόγραμμα των Gentry που επεδίωκε να καταργηθούν τα φεουδαρχικά προνόμια του στέμματος στην γαιοκτησία τους, ενώ ταυτόχρονα επεδίωκαν να καταργηθούν και τα πατροπαράδοτα δικαιώματα των αγροτών στη γη. Συμπερασματικά, βλέπουμε τη δυναμική που είχε αναπτύξει η αντιπολίτευση, αλλά και τις εσωτερικές αντιθέσεις που προκύπτουν από την ταξική της ανομοιομορφία.

Αντίθετα οι Άγγλοι αριστοκράτες στις βόρειες και δυτικές κομητείες είχαν αντίθετες επιδιώξεις από τους ευγενείς του πλούτου. Καρπώνονταν κέρδος από τις γαίες τους με μορφή φεουδαρχικής γαιοπροσόδου και η γαιοκτησία τους ήταν πλήρως μεσαιωνικής περιόδου. Ήταν μια υπερχρεωμένη αριστοκρατία, καθώς, λόγω της πολυτέλειας και του παρασιτισμού της ζωής τους, δεν τους κάλυπτε η γαιοπρόσοδος.

Γ) Οι θρησκευτικές και πολιτικές αντιθέσεις

Η πάλη των τάξεων στην Αγγλία, αλλά και σε όλες τις ταξικές συγκρούσεις στην Ευρώπη, διεξάγονταν μέσω των θρησκευτικών πολέμων, καθώς η θρησκεία, εκείνη την πρώιμη νεότερη εποχή, έπαιζε σημαίνοντα ρολό στην κοινωνική συνείδηση των λαών. Πρέπει να καταλάβουμε ότι η Ευρώπη μόλις που έβγαινε από τον σκοταδιστικό μεσαίωνα. Έτσι κάθε αντιπολιτευόμενη τάξη προσπαθούσε να προσδώσει στη θρησκεία τον ταξικό χαρακτήρα που αντανακλούσε στο επαναστατικό πρόγραμμά της.

Στην Αγγλία η μεταρρύθμιση της Ελισάβετ Α΄ με τα 39 άρθρα ήταν ανεπαρκής. Καταργούσε μεν τα πρωτεία του Πάπα ως θρησκευτικού ηγέτη, αλλά κατέστησε την εκκλησία υποταγμένη στον μονάρχη. Ο φόρος της δεκάτης παρέμεινε, το ίδιο και η αριστοκρατική προέλευση του κλήρου. Τα μοναστήρια έκλεισαν και οι περιούσιες τους έγιναν κοσμικές (μεγάλες γαίες άρπαξαν οι Gentry). Αλλά η γαιοκτησία των επισκοπών και των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων έμεινε απαραβίαστη. Οι κληρικοί ήταν υπάλληλοι του στέμματος. Αυτό δημιούργησε μια υψηλή επιτροπή (κάτι σαν την ιερά εξέταση της Καθολικής εκκλησίας).

Ο μετασχηματισμός της απολυταρχικής μορφής της αγγλικανικής εκκλησιάς βρήκε την πολιτική αντίθεση από τον ευπρεπισμό. Η αστική τάξη επεδίωκε η αγγλικανική εκκλησία να ξεκαθαριστεί από ότι θύμιζε τον καθολικισμό. Το ρεύμα αυτό, στο σύνολο του, που επηρεάστηκε από τον Καλβινισμό, ονομάστηκε Πουριτανισμός.

Οι Πουριτανοί ζητούσαν να απλοποιηθεί η θρησκεία (να γίνει πιο φτηνή). Η ζωή αυτών των ανθρώπων αντιστοιχούσε στην εποχή της πρωταρχικής συσσώρευσης. Οι βασικές αρετές για τους Πουριτανούς ήταν ο αποθησαυρισμός, η τσιγγουνιά και η απληστία. Πίστευαν ότι το εμπόριο και η βιομηχανική δραστηριότητα ήταν μια θεϊκή ροπή και ότι ο πλουτισμός ήταν συνώνυμο της θείας χάρης.

Ανάμεσα στους Πουριτανούς εμφανιστήκαν οι πρεσβυτεριανοί, οι όποιοι ναι μεν επεδίωκαν την κατάργηση των παραδοσιακών προτύπων των εκκλησιών (εικόνες, το ιερό, τα ιερά άμφια και τα πολύχρωμα τζάμια διακόσμησης των εκκλησιών), αλλά όχι και να κοπούν οι οργανικοί δεσμοί με τον καθολικισμό. Σε αυτό το ζήτημα, το πρόγραμμα τους αποσκοπούσε στο να αντικατασταθούν οι επισκοπές από συνόδους Πρεσβυτεριανών, που θα τους ελέγχουν οι ίδιοι οι πιστοί, μέσω μιας εσωεκκλησιαστικής δημοκρατίας στα πλαίσια της αφρόκρεμας των πιστών.

Απέναντι στο πουριτανικό κίνημα αναπτύχτηκε και μια άλλη τάση: οι Ανεξάρτητοι (Independents). Αυτοί καταδίκαζαν πέρα για πέρα την αγγλικανική εκκλησία και ζητούσαν κάθε κοινότητα πιστών να είναι ανεξάρτητη και αυτοδιοίκητη. Μοναδική ανώτερη εξουσία αναγνώριζαν μόνο τον Θεό. Οι ίδιοι ονόμαζαν τους εαυτούς τους «άγιους», «όργανα του ουρανού», «βέλη της φαρέτρας του Θεού».

Υπό την επιρροή του πουριτανισμού, αλλά και με την παράδοση της Μάγκνα Κάρτα, εμφανιστήκαν και διάφορες πολιτικές θεωρίες. Η πιο διαδεδομένη από αυτές ήταν το «εθνικό συμβόλαιο». Κύριο στοιχειό αυτής της διδασκαλίας ήταν η σχέση του στέμματος και του απόλυτου χαρακτήρα του. Η βασιλική εξουσία δεν ήταν ελέω θεού, αλλά ήταν μια συμφωνία ανάμεσα στον μονάρχη και στον λαό. Το συμβόλαιο αυτό θεωρούσε τον βασιλιά φορέα ανώτατης εξουσίας, παράλληλα όμως και λαϊκής ευημερίας. Έτσι, ο θεσμός της βασιλείας ξεκινά από τα κάτω. Εάν παραβιαστούν οι δεσμεύσεις που έχει ο βασιλιάς από αυτό το συμβόλαιο, ο λαός μπορεί να έχει κάθε δικαίωμα να ακυρώσει την εξουσία του «τυράννου». Η διδασκαλία αυτή διαδόθηκε πλατιά κατά την επανάσταση.

Όσο προχωρούσε η επανάσταση, τόσο διαφαινόταν η βασική αντίθεση της ταξικής πάλης της εποχής. Τα φαινόμενα αυτής της αντίθεσης γίνονται φανερά τόσο από τα προγράμματα των αιρέσεων, όσο και από τις ζυμώσεις που άρχισαν να διαφαίνονται μέσα στο επαναστατικό κίνημα.

Δ) Η Αγγλική επανάσταση- η πολιτική των Στιούαρτ – το ξέσπασμα της επανάστασης και τα γεγονότα 1642-1649

Το 1603, μετά τον θάνατο της Ελισάβετ Α’ του οίκου των Τύδωρ ανέβηκε στον αγγλικό και Ιρλανδικό θρόνο ο Ιάκωβος Α΄ Στιούαρτ, ο όποιος ήταν βασιλιάς της Σκωτίας από το 1567. Η αλλαγή οίκου στον θρόνο της Αγγλίας προέκυψε από το γεγονός ότι η βασίλισσα Ελισάβετ Α΄ πέθανε άτεκνη, και στη συγγένεια που είχε μαζί της ο Ιάκωβος, αφού ήταν γιος της ξαδέλφης της Ελισάβετ και βασίλισσας της Σκωτίας, Μαρίας Α΄ Στιούαρτ. Έτσι ο Ιάκωβος κληρονόμησε και τα τρία βασίλεια της Βρετάνιας.

Ο Ιάκωβος, καθώς προερχόταν από την «καθυστερημένη» Σκωτία, ήταν υπέρμαχος της απόλυτης μοναρχίας και είχε την φιλοδοξία να ενοποιήσει τα τρία στέμματα της βρετανικής νήσου. Στην προσπάθεια του αυτή άρχισε να συγκεντρώνει γύρω του Σκωτσέζους ευγενείς. Αυτές οι ενέργειες άρχισαν να δυσαρεστούν τους λαούς της Σκωτίας και της Αγγλίας που είχαν μεγάλη εμπάθεια μεταξύ τους. Σημαντική εκδήλωση αυτής της εμπάθειας ήταν η λεγόμενη συνωμοσία της πυρίτιδας το 1605, όταν μια ομάδα καθολικών, με ποιο γνωστό από αυτούς τον Γκάι Φωκς, έναν στρατιώτη από το Γιορκ, προσπάθησε ανεπιτυχώς να ανατινάξει το κτίριο του κοινοβουλίου την ώρα που συνεδρίαζε. Στην συνεδρίαση παρευρισκόταν και ο βασιλιάς, όπως συνηθιζόταν. Από το 1604, όταν ο Ιάκωβος Α΄ αυτοανακηρύχθηκε για πρώτη φορά βασιλιάς της Μεγάλης Βρετάνιας, αντιμετώπισε σφοδρή κριτική από το κοινοβούλιο.

Η οικονομική πολιτική του Ιακώβου χαρακτηρίζεται φεουδαρχο-απολυταρχική. Ενώ, όπως είδαμε οι παραγωγικές δυνάμεις στην Αγγλία είχαν σημαντική ανάπτυξη, στέναζαν κάτω από τις φεουδαρχικές σχέσεις παράγωγης των παλιών τάξεων. Στα πλαίσια αυτά ο Ιάκωβος, εξέφραζε τα συμφέροντα των Peers και των συντεχνιών. Σαν ξένος προς τα αγγλικά πράγματα και προερχόμενος από τον Βορρά, προσπάθησε να λύσει τα αιτήματα της αστικής τάξης να κατέχει ελεύθερες επιχειρήσεις, κάτι πολύ σημαντικό στην παραπέρα ανάπτυξη του καπιταλισμού, μέσω μιας νομοθεσίας που εφάρμοζε το σύστημα των μονοπωλίων. Συγκεκριμένα, πρόσωπα και εταιρείες μπορούσαν να κατέχουν αποκλειστικά προνόμια πάνω στην παραγωγή προϊόντων ή στο να εμπορεύονται, αναγνωριζόμενα από τον βασιλιά, έναντι αντίτιμου. Το βασιλικό ταμείο εισέπραττε σημαντικά ποσά από το πούλημα αυτών των προνομίων που πήγαιναν στα σεντούκια μιας ολιγάριθμης κλίκας από αυλικούς αριστοκράτες.

Σημαντικό ήταν και το στήριγμα του Ιακώβου στις φεουδαρχικές συντεχνίες με τη θέσπιση του κυβερνητικού ρυθμιστικού συστήματος της βιομηχανίας και του εμπορίου. Σύμφωνα με τη ρύθμιση αυτή, για να μπορέσει κάνεις να εργαστεί σε κάποιο βιοτεχνικό επάγγελμα, έπρεπε να περάσει ένα υποχρεωτικό στάδιο μαθητείας επτάχρονης διάρκειας. Η βιοτεχνία ελεγχόταν αυστηρά, όχι μόνο στην ποιότητα της, αλλά και στην ποσότητα παράγωγης και στον αριθμό μαθητευόμενων και καλφάδων που εργάζονταν στις μανιφακτούρες. Αυτός ο αυστηρός κρατικός έλεγχος δεν άφηνε περιθώρια για περαιτέρω τεχνικές καινοτομίες λόγο της πίεσης που ασκούσε.

Η κυβερνητική κηδεμονία στη βιοτεχνία και στο εμπόριο είχε αρνητικές συνέπειες. Με τους φεουδαρχικούς αυτούς φραγμούς τα κεφάλαια που επενδύονταν στην μανιφακτουρική παραγωγή λιγόστεψαν. Πολλοί τεχνίτες που είχαν μεταναστέψει από τη Φλάνδρα, τη Γαλλία και τη Γερμανία στην εποχή των Τύδωρ, έπαιρναν τον δρόμο για την Ολλανδία. Το εξωτερικό εμπόριο, λόγο των μονοπωλιακών προνομίων και της βιοτεχνικής παραγωγικής μείωσης, σημείωσε πτωτική πορεία. Στις αρχές του 17ου αιώνα το εμπορικό ισοζύγιο ήταν αρνητικό κατά 300.000 περίπου λίρες στερλίνες.

Ακόμα και η εξωτερική πολιτική του Ιακώβου εξέφραζε τη φεουδαρχική τάξη πραγμάτων. Αντίθετα με τα συμφέροντα της αστικής τάξης που ανταγωνίζονταν για το κερδοφόρο υπερπόντιο αποικιακό εμπόριο, κυρίως την Ισπανία, και που στα χρόνια της Ελισάβετ υπολογίζονταν ως εθνικός εχθρός, ο Ιάκωβος, όχι μόνο δεν προσέγγισε τη Δημοκρατία των Κάτω Χώρων, που ήταν άσπονδος εχθρός της Ισπανικής μοναρχίας, αλλά και προσπάθησε να ειρηνεύσει της σχέσεις Αγγλίας – Ισπανίας, επιθυμώντας μάλιστα και συμμαχικές σχέσεις μαζί της. Το 1604 υπέγραψε με την Ισπανία συνθήκη ειρήνης, αδιαφορώντας για τα αγγλικά εμπορικά συμφέροντα στις Ινδίες. Έδωσε χάρη στους συνωμότες της πυρίτιδας και είχε παθητική στάση απέναντι στην ανάπτυξη των Ιησουιτών στην Αγγλία. Επίσης, έριξε στην φυλακή τον Γουόλτερ Ράλεϊ, τον ξακουστό κουρσάρο που δρούσε σαν πράκτορας των αγγλικών αποικιακών συμφερόντων από την εποχή της Ελισάβετ, αδιαφορώντας πλήρως για την επιδίωξη αποικιακών κατακτήσεων που επιθυμούσε διακαώς το αγγλικό κεφάλαιο.

Δέχτηκε σαν πιστό του σύμβουλο τον Ισπανό πρέσβη – κόμη Χομιντάρ και ακολούθησε αυστηρά παθητική στάση απέναντι στον τριακονταετή πόλεμο. Αυτό στοίχησε στην Αγγλία κέρδη από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων μετά το πέρας του πολέμου, καθώς και έναν σύμμαχο στην κεντρική Ευρώπη, εφόσον ο Προτεστάντης Φρειδερίκος Ε’ του Παλατινάτου έχασε το τσεχικό στέμμα και τη χώρα που κληρονόμησε, λόγω της άρνησης του Ιακώβου να τον βοηθήσει. Αντίθετα, προτίμησε να ασχοληθεί με το συνοικέσιο του γιου και διάδοχου του στον θρόνο με την πριγκίπισσα Ινφάντα της Ισπανίας, εποφθαλμιώντας την τεράστια προίκα της που θα γέμιζε το βασιλικό ταμείο, και λόγω της πίστης πως αυτός ο γάμος θα στερέωνε τον θρόνο.

Η διαδοχή στον αγγλικό θρόνο το 1625 από τον Κάρολο Α΄, δεν διαφοροποίησε την κατάσταση. Ο Κάρολος συνέχισε την άσκηση της πολιτικής του κατά τα πρότυπα του πατέρα του. Δεν έπαιρνε υπόψη του το κοινοβούλιο, έβαζε όλο και νέους φόρους χωρίς την έγκρισή του. Θέλοντας να ενισχύσει την εξουσία του, κατέφυγε σε αναγκαστικά δάνεια και πρόστιμα. Εισήγαγε το φόρο shipmoney (χρήμα των πλοίων), χωρίς την έγκριση του κοινοβουλίου, και απαιτούσε από τους ευγενείς να πληρώνουν φόρους από τα ιπποτικά κτήματα, αντί για την παλιά ιπποτική στρατιωτική θητεία. Θεωρούσε τον εαυτό του υπέρτατο ιδιοκτήτη των αγγλικών γαιών και απαιτούσε να του δίνεται μερίδιο από τις κληρονομιές και τις πωλήσειςς των χωραφιών.

Ο Κάρολος ευνόησε ιδιαίτερα την αγγλικανική εκκλησία. Όπως και ο πατέρας του, μισούσε και αυτός τον Πουριτανισμό. Συνέχισε τις διώξεις κατά των Πουριτανών. Διόρισε σαν αρχιεπίσκοπο τον Λοντ, ο όποιος ήταν αντικαλβινιστής και επηρεασμένος από τον Ιάκωβο Αρμίνιο.

Έκλεισε το κοινοβούλιο για 11 χρόνια στις 2 Μάρτιου 1629 μετά από την ανυπακοή του τελευταίου στο να ψηφίσει τελωνιακούς δασμούς. Τότε το κοινοβούλιο έλαβε τις εξής αποφάσεις:

1) Όποιος θα προσπαθούσε να εφαρμόσει στην αγγλικανική εκκλησία της παπικές μεταρρυθμίσεις, θα θεωρούνταν ο μεγάλος εχθρός του βασιλείου.

2) Όποιος θα συμβούλευε το βασιλιά να εισπράττει δασμούς χωρίς την έγκριση του κοινοβουλίου θα θεωρούνταν εχθρός της χώρας.

3) Όποιος πλήρωνε με τη θέλησή του φόρους που δεν έχει εγκρίνει το κοινοβούλιο ήταν προδότης των ελευθεριών της Αγγλίας.

Όπως φαίνεται οι δύο πρώτες αποφάσεις του κοινοβουλίου φωτογράφιζαν τον Λοντ και τον ευνοούμενο του βασιλιά υπουργό κόμη του Μπάκιγχαμ, ο όποιος τιμωρούσε αμείλικτα στην αίθουσα των άστρων οποίων αντιτιθόταν στη βασιλική πολιτική, ή δεν πλήρωνε φόρους, ενώ με την τρίτη απόφαση προσπαθούσε να προσδώσει κάποιο θεσμικό κύρος στο κοινοβούλιο. Από εκείνο το σημείο όμως και για 11 ολόκληρα χρόνια (1629-1640), οι Λοντ και Στάφορντ (ο τελευταίος αντικατέστησε τον Λόρδο του Μπάκιγχαμ), έγιναν οι εμπνευστές της φεουδαρχικής απολυταρχικής αντίδρασης.

Το 1639 ξέσπασε επανάσταση στη Σκωτία λόγω της προσπάθειας επιβολής της εφαρμογής του μηχανισμού της αγγλικανικής εκκλησίας, που στόχο είχε την δυναστική ενότητα των δυο βασιλείων. Οι σκωτσέζοι  απάντησαν σε αυτή τη πολιτική του Λοντ με ανοιχτή εξέγερση και με την υπογραφή του «κοινωνικού συμβολαίου» (Κόβεναντς), δίνοντας όρκο υπεράσπισης της ορθής καλβινιστικής πίστης. Ο Κάρολος, σαστισμένος, για να μαζέψει χρήματα για τις ανάγκες καταστολής της σκωτικής εξέγερσης, συγκάλεσε το κοινοβούλιο το 1640. Το κοινοβούλιο, αντί να δώσει χρήματα στον βασιλιά, άρχισε να δρα εναντίον του, βλέποντας θετικά την υπόθεση των Κόβεναντς. Κήρυξε άκυρη τη φορολογία των πλοίων, διέλυσε την αίθουσα των άστρων και την ανώτερη επιτροπή που δίκαζε τις εκκλησιαστικές υποθέσεις, και απαίτησε την παραπομπή του Στάφορντ ενώπιων της δικαιοσύνης.

Η αντίσταση του κοινοβουλίου προς το βασιλιά μεταφέρθηκε στους δρόμους των πόλεων και στις αγροτικές περιφέρειες. Η αφύπνιση της ταξικής αντίθεσης του λαού ξανάρχισε να δίνει δυναμική πνοή στην πολιτική του κοινοβουλίου. Η ταξική πάλη οξύνθηκε σημαντικά: εργάτες, καλφάδες και βιοτέχνες περικύκλωσαν το παλάτι απειλώντας να μπουν με άγριες διαθέσεις μέσα. Ο  Στάφορντ παραδόθηκε στο δικαστήριο από τον Κάρολο όπου δικάστηκε σε θάνατο. Στην εκτέλεσή του βρέθηκε πλήθος κόσμου, 200.000, που ζητωκραύγαζαν μανιασμένα. Οι χωρικοί αρνούνταν να πληρώσουν νοίκι για τη γη και άρχισαν  αποψιλώνουν τα δάση των γαιοκτημόνων. Κυνηγούσαν άγρια ζώα στα πάρκα των τελευταίων που θορυβήθηκαν από τις δραστηριότητές τους αυτές.

Η εκτέλεση του Στάφορντ αποτελεί το σημείο του τέλους του πρώτου μέρους της επανάστασης. Οι νέο-ευγενείς που θορυβήθηκαν από τους αγρότες στις περιφέρειες και οι αστοί που μαζί με τούς πρώτους κατάλαβαν τη δυναμική του λαϊκού ξεσπάσματος, άρχισαν να μετατρέπουν το κοινοβούλιο σε όργανο των συμφερόντων τους. Το κοινοβούλιο αποφάσισε να καταπνίξει το αγροτικό κίνημα και, ταυτόχρονα, εκδηλώθηκε κατά του βασιλιά με απόφαση  που προέβλεπε τη σύγκλιση κοινοβουλίου χωρίς την έγκρισή του, εάν αυτός δεν το συγκαλούσε σε διάστημα 3 χρόνων. Έτσι, δημιουργήθηκε το λεγόμενο «μακρύ κοινοβούλιο» που φέρει το όνομά του από τη διάρκεια της λειτουργίας του.

Παράλληλα, το «μακρύ κοινοβούλιο» είχε να αντιμετωπίσει 2 σημαντικές καταστάσεις: τον κίνδυνο του βασιλιά που διέφυγε στον Βορρά, βλέποντας ότι η πρωτεύουσα δεν υπάκουε στις διαταγές του, και συγκέντρωνε στρατό για να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με το κοινοβούλιο, και την ιρλανδική εξέγερση που ήταν προϊόν εν μέρει των οπαδών του καθολικισμού και των αριστοκρατών των φατριών, και εν μέρει του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των ιρλανδών που εξέφραζαν κυρίως οι αγρότες.

Πρέπει να σημειώσουμε πως οι squires και οι έμποροι, μπορεί να πάλευαν στο εσωτερικό της Αγγλίας κατά του απολυταρχισμού της μοναρχίας, θεωρούσαν δε, δεδομένη την αποικιακή σύνδεση της Ιρλανδίας στην Αγγλία, καθώς κατείχαν σημαντικό αριθμό γαιών. Για να τσακίσουν την επανάσταση, ψήφισαν στο κοινοβούλιο δάνειο με την εγγύηση 2,5 εκατομμυρίων ακρ. γης που ανήκαν σε επαναστάτες, οι όποιοι αποκαλεστήκαν «ταραξίες» και οι γαίες τους είχε προαποφασιστεί ότι θα δημευτούν. Το δάνειο καλύφθηκε πρόθυμα. Η ιρλανδική επανάσταση, όμως, ανέδειξε και το στρατιωτικό πρόβλημα: Ποιος ήταν ο αρχηγός του στρατού; Ο βασιλιάς ή το κοινοβούλιο; Αυτό το πρόβλημα ανέκυψε από το γεγονός ότι ο Κάρολος Α΄ προσπαθούσε ανοιχτά να εκμεταλλευτεί την κατάσταση στην Ιρλανδία για λογαριασμό του.

Το κοινοβούλιο, στη σταθερή προσπάθειά του να ελέγξει τον στρατό πλήρως τον Νοέμβριο του 1641, κατάρτισε ένα κατάλογο με τις καταχρήσεις του βασιλιά όταν κυβερνούσε απολυταρχικά. Αυτός ο κατάλογος (μεγάλη ρεμονστρέισιον), αποτελούνταν από 204 παραγράφους που περιείχαν όλα τα παράπονα τις αστικής τάξης κατά του βασιλιά: αποτυχία πολέμου με την Ισπανία και τη Γαλλία, αυθαίρετη επιβολή φόρων, επέμβαση στο εμπόριο και στη βιοτεχνία κ.α. Στον συγκεκριμένο κατάλογο πρέπει να δούμε και ένα συγκεκριμένο αίτημα που αναφέρεται προς το τέλος του: το κοινοβούλιο ζητούσε να έχει αυτό τον έλεγχο των υπουργών. Η ρεμονστρέισιον ψηφίστηκε με μικρή πλειοψηφία καθώς πολλά μέλη του κοινοβουλίου, λόγω του φόβου τους, ήταν αναποφάσιστα.

Ο Κάρολος, μετά από μια αποτυχημένη προσπάθειας πραξικοπήματος, αποχώρησε στη Βόρεια Αγγλία, όπου άρχισε να συγκεντρώνει στρατό όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Έτσι το έτος 1642 άρχισε ο πρώτος εμφύλιος πόλεμος.

Στις 22 Αύγουστου 1642 η βασιλική σημαία υψώθηκε στο Νότινχαμ. Η Αγγλία χωρίστηκε στα δυο, στους καβαλίερς, που ήταν οπαδοί του βασιλιά, και στους στρογγυλοκέφαλους που ήταν οπαδοί του κοινοβουλίου, και πήραν το όνομα τους επειδή κούρευαν σύριζα τα μαλλιά τους.

Το κοινοβούλιο, ενώ στην αρχή ήταν σε θέση άμυνας μέχρι το καλοκαίρι του 1644, στη συνεχεία μέχρι το 1646, πέρασε σε θέση επίθεσης, μέχρι την τελική νίκη του το 1649.

Το κοινοβούλιο χρωστούσε τη νίκη του στις λαϊκές μάζες που έδειξαν περισσότερη αποφασιστικότητα στις μάχες, από τους αστούς και τους Λαντ λόρδους, που πολεμούσαν χωρίς συνείδηση. Χαρακτηριστική είναι η στάση ορισμένων Πρεσβυτεριανών για τον εμφύλιο, καθώς πολεμούσαν πρώην συντρόφους τους, αλλά και δεν επιθυμούσαν την περαιτέρω εμβάθυνση της επανάστασης. Αντίθετα ο στρατός, ειδικά το τμήμα που διοικούσε ο Όλιβερ Κρόμγουελ, ένας squire, που αναδείχθηκε στις πολεμικές συγκρούσεις λόγω των νικών του στρατού του που αποτελούνταν από ανθρώπους που ανήκαν σε κατώτερες τάξεις.

Ο Κρόμγουελ, που είχε την ιδέα να δημιουργηθεί ένας νέου τύπου στρατός, έγινε ηγέτης των Ανεξάρτητων. Πέτυχε μαζί τους να ψηφιστεί ένα σχέδιο περί αναδιοργάνωσης του στρατού από τοπικά σώματα της πολιτοφυλακής, έναντι των μισθοφόρων. Ο στρατός αυτός  ονομάστηκε «new model army». Το σχέδιο αυτό εφαρμόστηκε το 1645. Ο νέου τύπου στρατός αποτελούταν από 22.000 πεζικό και 6.000 ιππικό. Στο ιππικό εντάχθηκε και το σώμα του Κρόμγουελ. Αυτός ο στρατός γεμάτος από επαναστατικό και πουριτανικό ενθουσιασμό νίκησε παντού τα βασιλικά στρατεύματα, μέχρι την τελική επικράτηση του κοινοβουλίου.

Ύστερα από τη νίκη του κοινοβουλίου, όμως, αναφάνηκαν οι ταξικές διαθέσεις των αντιδραστικών Gentry, που από το 1643 είχαν αρχίσει την αρπαγή των βασιλικών και εκκλησιαστικών γαιών, μαζί με την αρπακτική αστική τάξη που συμμάχησε μαζί τους, προδίδοντας τον επαναστατημένο λαό. Μάλιστα πολλοί από αυτούς έψαχναν μια συμβιβαστική λύση στο θέμα του βασιλιά που είχε αιχμαλωτιστεί το 1647, για να κατοχυρώσουν τα λάφυρα που άρπαξαν. Ενώ από την άλλη τα βάρη των υλικών καταστροφών του πολέμου συνέχιζε να τα πληρώνει ο λαός. Οι αγρότες παρέμειναν στην ίδια κατάσταση με πριν. Οι περιφράξεις παρέμεναν. Η άγρια και στυγνή εκμετάλλευση του λαού μέσω των φόρων γινότανε πιο δυσβάσταχτη: μπήκαν φόροι στα είδη πρώτης ανάγκης, στην μπύρα και στο αλάτι. Ακόμα, οι λαϊκές τάξεις πλήρωναν και τη δεκάτη για την εκκλησία, όπως και στην προεπαναστατική περίοδο. Οι έμμεσοι και άμεσοι φόροι γενικά όλο και μεγάλωναν στις πλάτες της αγροτιάς και των εργαζομένων.

Και ενώ η φτωχολογιά στέναζε και το κοινοβούλιο δεν έδινε σημασία στα προβλήματά της, και ασχολούνταν με την αρπαγή και στερέωση της εξουσίας των νέων εκμεταλλευτών, άρχισε να κάνει την εμφάνισή του ένα νέο κόμμα: οι ισοπεδωτές (levelers), που εκπροσωπούσε κυρίως τους μικροαστούς. Ηγέτης τους ήταν ο λαϊκός αγωνιστής Τζων Λίμπερν, αποκαλούμενος και τίμιος Τζον, που είχε δεινοπαθήσει από τις φυλακές, τις εξορίες και τα βασανιστήρια.

Η πολιτική των ισοπεδωτών αποσκοπούσε στο να καταργηθούν οι κάστες, τα κληρονομικά και επίκτητα ταξικά προνόμια. Πάλευαν για φτηνή δικαιοσύνη, για θρησκευτική ελευθερία, για τον εκδημοκρατισμό της Αγγλίας με άμεσες καθολικές εκλογές αρρένων και μια αναλογική φορολογία.

Το κίνημα των ισοπεδωτών αγκαλιάστηκε από τον λαό και επηρέασε μεγάλο κομμάτι του στρατού. Έτσι το 1647, όταν αποφασίστηκε να διαλυθεί ο στρατός του κοινοβουλίου, μεγάλο μέρος στασίασε. Ο Κρόμγουελ, που προσπαθούσε με πονηρή πολιτική να ελέγχει το στρατό, εντάχθηκε σε αυτόν, και τοποθέτησε δικούς του ταγματάρχες και στρατηγούς στα στρατιωτικά συμβούλια.

Παράλληλα, στο Λονδίνο πραγματοποιήθηκε αντεπαναστατικό πραξικόπημα των Πρεσβυτεριανών. Ο στρατός μπήκε στο Λονδίνο υποστηριζόμενος από το λαό. Οι grants μαζί με τον διπρόσωπο Κρόμγουελ αποσκοπούσαν τώρα να τα βρουν με τον φυλακισμένο Κάρολο Α΄, που είχε παραδοθεί από τους Σκωτσέζους στο κοινοβούλιο έναντι αμοιβής, και να σταματήσουν τον παραπέρα επαναστατικό χαρακτήρα του στρατού.

Για να το πετύχουν αυτό, έστειλαν τον Κρόμγουελ να συνεννοηθεί ο ίδιος με τον Κάρολο, και να του προτείνει μια συμφωνία που αποτελούταν από τα εξής: το βέτο του βασιλιά να είναι προσωρινό και όχι απόλυτο πάνω στα νομοθετήματα. Να απομακρυνθούν για 5 χρόνια οι οπαδοί του βασιλιά που πολέμησαν στον εμφύλιο από τις δημόσιες θέσεις, να καταργηθούν και να πουληθούν τα κτήματα των επισκοπών. Έτσι, το κοινοβούλιο έγινε προδότης της επανάστασης και προσπάθησε να μονιμοποιήσει τις αρπαγές των Gentry και της αστικής τάξης στη διάρκεια της επανάστασης, προδίδοντας το λαό που είχε πολεμήσει και είχε κερδίσει τις μάχες.

Η προσπάθεια αυτή σήκωσε θυελλώδη αντίδραση στο στράτευμα. Οι ισοπεδωτές ανταπάντησαν στην προδοσία με την περίφημη «λαϊκή συμφωνία» (the agreement of the people). Με αυτή την διακήρυξη οι ισοπεδωτές απαιτούσαν: το κοινοβούλιο να διαλύεται κάθε 2 χρόνια. Να γίνονται καθολικές εκλογές για τους αντιπροσώπους που θα απάρτιζαν το κοινοβούλιο. Να εφαρμοστούν αναλυτικές εκλογές. Θρησκευτική ελευθερία. Κατάργηση της βασιλείας.

Το 1647 ο Κάρολος δραπέτευσε ύστερα από βοήθεια που του έδωσαν οι σκωτσέζοι πρεσβυτεριανοί που ήταν οι πρώτοι που φοβόντουσαν τα λαϊκά αισθήματα των ισοπεδωτών. Μπροστά στον κίνδυνο να γίνει ένα πραξικόπημα των ιπποτών, οι Ισοπεδωτές και οι Ανεξάρτητοι συμμάχησαν προσωρινά. Έτσι ,το 1648,ξεκίνησε ο δεύτερος εμφύλιος πόλεμος. Ο Κρόμγουελ συνέτριψε τους gentry που είχαν πάει στην πλειονότητά τους στον βασιλιά στα δυτικά και νίκησε τους Σκωτσέζους και τους Πρεσβυτεριανούς.

Το κοινοβούλιο και οι Πρεσβυτεριανοί, βλέποντας τις νίκες του στρατού του Κρόμγουελ, βιάστηκαν να κλείσουν συμφωνία με τον Κάρολο, ζητώντας του ασήμαντες παραχωρήσεις. Οι Ισοπεδωτές και οι Ανεξάρτητοι συμμάχησαν ξανά. Στις 6 Δεκεμβρίου ο συνταγματάρχης Πράιντ έπιασε της εισόδους τού κοινοβουλίου και το ξεκαθάρισε από τους Πρεσβυτεριανούς. Ένα μέρος από αυτούς εκδιώχθηκε, ενώ ένα μικρό φυλακίστηκε. Στις 2 Δεκεμβρίου ο στρατός μπήκε στο Λονδίνο. Απεσταλμένοι του έπιασαν τον Κάρολο Α΄ στη νήσο Γουάιτ (White) όπου είχε καταφύγει. Στις 23 Δεκεμβρίου 1648 και κάτω από την πίεση του στρατού που αποτελούταν από την αγροτιά και τις εργαζόμενες τάξεις, το κοινοβούλιο αποφάσισε την εκτέλεση του Καρόλου Α΄. Ο μονάρχης αποκεφαλίστηκε στις 30 Ιανουαρίου 1648 μπροστά στο λαό που επευφημούσε και ζητωκραύγαζε για τη νίκη της δημοκρατίας και το τέλος του τυράννου. Αυτός ήταν τελικά που σήκωσε τα όπλα κατά των δυναστών του και στο τέλος δικαιώθηκε.

Στις 17 Μάρτιου 1649 άρχισε και επίσημα το τέλος της βασιλείας με το διάταγμα του κοινοβουλίου, όπου με μια πράξη κατάργησε την βασιλεία σαν άχρηστη, και στις 19 Μαΐου 1649 η Αγγλία ανακηρύχθηκε δημοκρατία (commonwealth), μέχρι την παλινόρθωση των Στούαρτ το 1688.

Μέρος Β΄: Η φιλοσοφία του Χομπς ως προϊόν της αγγλικής επανάστασης

 

Ενότητα 1: η ζωή του Τόμας Χομπς

Ο Χομπς γεννήθηκε το 1588 στο Μαλενσμπούρι της Αγγλίας. Προερχόταν από φτωχή οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν ιερέας στο Γουίτσαιρ με έφεση στον αλκοολισμό. Παράτησε την οικογένειά του μετά από ένα καυγά με ένα άλλον εφημέριο.

Σε ηλικία 14-15 ετών ο Χομπς πήγε να σπουδάσει στο Μαγκνταλέν, κολέγιο του πανεπιστήμιου της Οξφόρδης. Την ανατροφή του την ανέλαβε ο μεγαλύτερος αδερφός του που είχε προκόψει και είχε πολλά χρήματα. Εκεί ο Χομπς έμαθε λατινικά και μελέτησε λατινική φιλοσοφία. Έδειξε έφεση στη γλωσσομάθεια, διάβαζε και έγραφε άψογα λατινικά και αρχαία ελληνικά. Δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο του έργο ήταν μια μετάφραση στα αγγλικά του Θουκυδίδη το 1629. Αυτές οι ικανότητες του Χομπς τράβηξαν την προσοχή της αριστοκρατικής οικογένειας των Κάβεντις που έψαχνε για γραμματέα. Εκεί ο Χομπς εκτός από γραμματειακά καθήκοντα εκτελούσε και χρέη παιδαγωγού, οικονομικού διαχειριστή και γενικού συμβούλου της οικογενείας. Από αυτή τη θέση απέκτησε πρόσβαση σε κύκλους που επηρέαζαν τον βασιλιά και το κοινοβούλιο. Εκείνη την εποχή δημιούργησε και μια φιλία με τον Φ. Βάκων που κράτησε πολλά χρόνια.

Το 1610 άρχισε να ταξιδεύει στις μεγάλες αυλές της Ευρώπης. Σε αυτά τα ταξίδια γνώρισε πολλούς διακεκριμένους διανοούμενους της εποχής. Όταν επέστρεψε διατέλεσε γραμματέας του Βάκωνα. Πιθανόν αυτή η εμπειρία να συνέβαλε στη διαμόρφωση της καθαρά εμπειρικής φιλοσοφίας του.

Επέστρεψε στην οικογένεια των Κάβεντις με την όποια συνδέθηκε με 3 γενιές. Ζήτησε συγγνώμη για την υλιστική μεταφυσική του και απέφυγε την πυρά. Το 1629, και μετά τον θάνατο του κόμη Κάβεντις, πήγε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον κόμη του Νιουκάστλ, ξάδερφο του αποθανόντος Κάβεντις, και έναν από τους βασικούς στρατηγούς των βασιλοφρόνων στα χρόνια του αγγλικού εμφύλιου. Ο κόμης, που έδειχνε ενδιαφέρον για τις τεχνολογικές και θεωρητικές επιστήμες που εξελίσσονταν εκείνη την εποχή, χρηματοδοτούσε ερευνητικές προσπάθειες φιλόσοφων και επιστημόνων πάνω σε τέτοια θέματα. Ο Χομπς ήταν ένας από αυτούς που άρχισε για τις έρευνες του να διαβάζει Γαλιλαίο, κάτι που επηρέασε περισσότερο τις θεωρίες του.

Όταν το 1640 εκτελέστηκε ο κόμης του Στάφορντ, που ήταν πάτρωνας του κόμη του Νιουκάστλ, ο Χομπς φοβούμενος τις διώξεις που θα ακολουθούσαν λόγω της έκδοσης του βιβλίου του: Στοιχεία του φυσικού και πολιτικού νόμου, που ήταν στην ουσία ένα επιχείρημα υπέρ των θέσεων του κόμη απέναντι στις θεωρητικές πολεμικές των αντιπάλων του, αυτοεξορίστηκε στη Γαλλία, όπου και παρέμεινε συντηρούμενος από τον βασιλιά και έγινε διδάσκαλος του διάδοχου του αγγλικού θρόνου Καρόλου Β΄.

Την περίοδο που έγραφε το Λεβιάθαν εμφανίστηκαν τα πρώτα συμπτώματα της νόσου Πάρκινσον που τον ταλαιπώρησαν στο υπόλοιπο της ζωής του. Το Λεβιάθαν εκδόθηκε το 1651 και αποτέλεσε το έργο που τον έκανε μισητό στους εχθρούς του, λόγω της αποκήρυξης των παλαιών του πεποιθήσεων και την ανοιχτή του υποστήριξη στο μονάρχη. Από την άλλη, οι βασιλόφρονες τον κατηγορούσαν για αθεΐα. Την κατηγορία αυτή, του την πρόσαπταν για τη θεωρία του απόλυτου ηγεμόνα που προβάλλεται στο Λεβιάθαν και δεν προκύπτει από την κληρονομική γενιά και τη θεϊκή βούληση, αλλά από μια κοινωνική σύμβαση που σύναπταν μαζί του οι πολίτες για την επικράτηση της ειρήνης.

Μετά το θάνατο του Ο. Κρόμγουελ, ο Χομπς, που είχε επιστρέψει στην Αγγλία, θεωρήθηκε προδότης από τους βασιλόφρονες που είχαν επικρατήσει, και την αγγλική εκκλησία που τον είχε κατατάξει στους άσπονδους εχθρούς της. Αυτό που τον έσωσε ήταν ο παλιός μαθητής του Κάρολος Β΄. Τελικά ο Χομπς πέθανε το 1679 αποτραβηγμένος σε ένα εξοχικό της οικογένειας  Κάβεντις.

 

Ενότητα 2: η ανθρωπολογική θεώρηση του Χομπς

Ο Χομπς θεώρει ότι υπάρχει ισότητα ανάμεσα στις ικανότητες των ανθρώπων. Η ισότητα αύτη είναι ανάλογη με τις ετεροκαθοριζόμενες ικανότητες εκάστου ανθρώπου προς τον άλλο. Αυτή η ισότητα των ανθρώπων τους οδηγεί να έχουν αξιώσεις για την πραγματοποίηση των επιθυμητών στόχων, που κατά τον Χομπς, δημιουργούν τον ανταγωνισμό τους, ο όποιος προβάλλεται με τη βία για την κατάκτηση τους. Η κατάκτηση αυτή συνεπάγεται την επιβολή της κυριαρχίας ανθρώπου σε άνθρωπο.

Ο Χομπς εδώ βλέπει μηχανιστικά τη γέννηση και λειτουργία των κοινωνιών. Απορρίπτει την αριστοτελική τελεολογική άποψη περί της κοινωνικής φύσης του ανθρώπου, και βάζει σε αυτήν τα σπέρματα μιας άλλης τελεολογικής θεώρησης: αφού η υλιστική υπόσταση του είναι, διακατέχεται από μια αέναη κινητικότητα, το ίδιο και η κοινωνία, αφού είναι προερχόμενη από το φυσικά δυνατό, διακατέχεται από την κινητικότητα των συγκρούσεων ανθρώπου με άνθρωπο. Το κίνητρο σε αυτή την υπόθεση είναι ο σκοπός, η επιθυμία, που έχει ζωώδη χαρακτήρα.

Έτσι, για να ξεπεράσει τις θεωρίες των σταδίων του Αριστοτέλη: νοικοκυριό, κώμη, πόλη-κράτος, που ο μεγάλος φιλόσοφος είχε προσδώσει για να τεκμηριώσει την τελεολογική του άποψη περί της φυσικής προέλευσης της κοινωνίας, θέτει την κοινωνία ως αποτέλεσμα της εξέλιξης της ζωώδους υπόστασης του ανθρώπου. Αυτή η κοινωνική πρόταση έχει 3 στοιχεία: τον ανταγωνισμό, τη δυσπιστία, και τη δόξα.

Το πρώτο βασίζεται στο κέρδος που αποσκοπούν οι άνθρωποι από τον υλικό κόσμο και που συγκρούονται γι’ αυτό, προσπαθώντας να φτάσουν στην επίτευξη των στόχων τους. Το δεύτερο στοιχείο εκδηλώνεται για την υπεράσπιση των κεκτημένων στόχων, στο τρίτο και τελευταίο, οι άνθρωποι προσπαθούν να κατακτήσουν την υστεροφημία. Αυτό που ονομάζει δόξα ο Χομπς το παρουσιάζει σαν μια σκοπιμότητα γεμάτη ματαιοδοξία.

Αυτά τα 3 στοιχεία ο Χομπς τα παρουσιάζει σαν φυσικά χαρακτηριστικά, τα οποία, σαν τέτοια, εκφράζουν την ώθηση της σύγκρουσης ανάμεσα στους ανθρώπους. Αυτή η σύγκρουση τεκμηριώνεται από τις εμπειρίες των ανθρώπων που ζουν σε μια διαρκή κοινωνική ανασφάλεια από τα πάθη τους, τις επιθυμίες τους, κ.α.. Όλα αυτά τα αποτελέσματα ο Χομπς τα παραθέτει ως αποτέλεσμα της φυσικής ιδιότητας των ανθρώπων, αφού η ιδία η φύση τους έχει δώσει τα 3 στοιχεία, που αποτελούν τα στάδια της τελεολογικής θεωρίας του περί της κοινωνικής προέλευσης.

Οι επιθυμίες και τα ανθρώπινα πάθη, είναι βασισμένα στον φυσικό πόθο, που ακόμα και άνθρωποι που ζουν σε πρωτόγονες κοινωνίες τον εκφράζουν, ζώντας σε μια κτηνώδη κατάσταση.

Από την άλλη, αυτό που κάνει να έρχονται οι άνθρωποι σε ειρήνη, είναι οι νομοί της φύσης που προέρχονται από τα πάθη τους και ο λόγος (λογική). Τα πάθη, όπως λέει ο Χομπς, που ωθούν τους ανθρώπους στην ειρήνη προέρχονται από τον φόβο του θανάτου. Με τη χρησιμοποίηση του λόγου οι άνθρωποι προσπαθούν να κλείνουν τις καλύτερες δυνατόν συμφωνίες για την επίτευξη της ειρήνης.

Αυτή η ειρήνη προέρχεται από δυο φυσικούς νομούς: τον Jusnatural και τον Lexnaturalis. Ο Jusnatural (φυσικός νόμος) είναι η ελευθερία δράσης που έχει ο άνθρωπος για την αυτοσυντήρηση του. Ο Lexnaturalis είναι οι πράξεις που κάνει μέσω του λογικού για την αυτοσυντήρηση του, δηλαδή το πώς πράττει για να την πετύχει. Ο Χομπς, ξεχωρίζει τους δύο αυτούς φυσικούς νομούς. Το δικαίωμα της ελευθεριακής πράξης ορίζεται από το νομικό και κοινωνικό πλαίσιο της ζωής του ανθρώπου. Σε τελική ανάλυση, ο Lexnaturalis είναι ο κοινωνικός μετασχηματισμός του Jusnatural που περιέχει τα ζωώδη ένστικτα.

Ενότητα 3: Η πολιτειακή θεώρηση του Χομπς

Όπως είδαμε, ο άνθρωπος, κατά τον Χομπς, είναι ένα ατομικό, και όχι κοινωνικό, ον, με εγωιστικές σκοπιμότητες, και η μονή αξία του είναι η αυτοσυντήρησή του και η συνεχής απόκτηση δύναμης. Τα εγωιστικά αυτά κίνητρα του ανθρώπου τον οδηγούν σε έναν διαρκή πόλεμο με τους υπόλοιπους γύρω του, δημιουργώντας έναν κόσμο βίας.

Για να αποφευχθεί η βία πρέπει να εφαρμοστεί ο γενικός κανόνας του λόγου: ο κάθε άνθρωπος να μπορεί να δρα ελευθέρα για να πετύχει τους σκοπούς του, μέσα σε μια ειρηνική κατάσταση, ως εκεί που μπορεί.

Αυτή η ειρήνη μπορεί μόνο με ένα «κοινωνικό συμβόλαιο» να εξασφαλιστεί. Για να πραγματοποιηθεί αυτή η σύμβαση ξεκινά από τον μεμονωμένο άνθρωπο, που παίρνει το ρόλο του προστάτη ή του προστατευόμενου. Αυτό συνιστά την παραίτηση κάποιων δικαιωμάτων του ενός, εκούσια, έναντι ενός άλλου, με προϋπόθεση την ευθύνη της διαφύλαξης της κοινωνικής ειρήνης. Αυτό, όμως, που αποτελεί καινοτομία στην πολιτική σκέψη του Χομπς είναι ότι αυτός που εγκαταλείπει τα δικαιώματά του δεν το κάνει από μια ακούσια ανώτερη ώθηση, αλλά από μια εκούσια δικιά του απόφαση, καθώς μεταβιβάζει κάτι που του ανήκει δικαιωματικά, λόγω της ισότητας που προαναφέραμε. Συνεπώς, η κοινωνική ειρήνη νοείται από τον Χομπς σαν κοσμική, και όχι σαν θεϊκή επιταγή.

Για να δώσει υπόσταση ο Χομπς στα λεγόμενά του προσπαθεί να δώσει στη θεωρία του ιστορική προέλευση: οι δεσμεύσεις και οι πράξεις υποδηλώνουν τους όρκους πίστης στις αγοραπωλησίες ή κάποια τελετουργικά υποταγής, όπως πχ το Ομάζ (τελετουργικό, οπού δύο πρόσωπα, σύναπταν σχέσεις προστάτη – προστατευόμενου), που συνηθίζοταν στον Μεσαίωνα.

Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στο Λεβιάθαν είναι η πρόταση του Χομπς για την ελεύθερη μεταβίβαση της Θείας Χάριτος, μέσω ανταγωνιστικής δράσης. Χτυπώντας με συνέπεια τη θέση της καθολικής εκκλησιάς για την απόκτηση της Θείας Χάριτος, που προέρχεται από το θεό, παίρνει δειλά τη θέση του αστού σαν προτεστάντης: κάνει την αρετή κέρδος και κτήμα αυτού που την κατακτά μέσω ενός ανταγωνισμού, που αντανακλά τη θέση της αστικής τάξης για την ελευθερία του εμπορίου.

Ο Χομπς προχωρεί. Καθώς οι προσωπικές συμβάσεις είναι ασθενείς στην πράξη, είτε γίνονται μέσω όρκου πίστης στο θεό, είτε μέσω όρκου υποταγής στους ηγεμόνες, η ειρήνη είναι εύθραυστη. Για αυτό και είναι επιτακτικό να δημιουργηθεί ένα κράτος που θα εμπνέει τον φόβο, για τη μη τήρηση των κοινωνικών συμβάσεων. Αυτό το κράτος είναι αποτέλεσμα της φυσικής επιλογής του ανθρώπου να συμμορφώνεται όταν απειλείται η αυτοσυντήρησή του. Το κράτος του φόβου πρέπει να έχει δυο προσωπεία: της εθελουσίας υποταγής και της βίαιης κρατικής καταστολής.

Αυτό είναι το Λεβιάθαν. Το κράτος που σπέρνει τον τρόμο στους υπηκόους του. Οι μηχανισμοί των συμβάσεών του απαιτούν την πλήρη υποταγή των εντολοδοτών στους εντολοδόχους με την υπόσχεση της ειρήνης και της ασφάλειας. Δεν είναι όμως προερχόμενο από την αριστοτελική άποψη της a priori κοινωνικής φύσης των ανθρώπων. Για να χτυπήσει ο Χομπς τις θέσεις των αριστοτελιστών προβάλει τις απόψεις του Πρωταγόρα περί της διαφοράς των άλογων και του έλλογου ανθρώπου. Εφόσον τα όντα που είναι ά-λογα (δεν έχουν λογική), βρίσκονται σε κατώτερη μηχανιστική βαθμίδα από τον άνθρωπο, η φύση τους ως ά-λογα είναι έτσι, ώστε το κοινό καλό τους να είναι ταυτόχρονα και το ατομικό καλό τους.

Αυτό το κράτος θεωρείται απαραβίαστο. Κάθε πράξη που είναι αντίθετη προς τον μονάρχη ή την εξουσία γενικά είναι αδίκημα καθώς το κράτος προέκυψε από την εθελούσια παραχώρηση δικαιωμάτων στους εξουσιαστές, έτσι ώστε αυτή η πράξη να τους δεσμεύει μέσω του νόμου.

Επίλογος

Η αγγλική επανάσταση αποτελεί σταθμό για την ευρωπαϊκή ιστορία. Η αστική τάξη που επικράτησε έπρεπε να λύσει ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα: τη θεώρηση του κοσμικού κράτους. Αν η παλιά τάξη πραγμάτων βασιζόταν από πάνω προς τα κάτω, δηλαδή οι νόμοι είχαν θεϊκή υπόσταση, από τον Χομπς και ύστερα τέθηκαν οι βάσεις τις μηχανιστικής φυσικής αντίληψης των νόμων.

Η ιδιομορφία της αγγλικής επανάστασης έδειξε δυο πράγματα: πρώτον ότι οι λόρδοι στην Αγγλία μεταμορφώθηκαν από ευσεβείς σταυροφόροι σε οπαδούς του Μαμωνά. Από την άλλη, η δειλή αστική τάξη που φοβήθηκε τις επαναστατημένες μάζες, έδωσε τα χέρια με τους Gentry. Αυτό αντανακλάται και στη θεωρία του Χομπς περί εκούσιας παραχώρησης δικαιωμάτων για την ασφάλεια του πολίτη.

Ο Χομπς, που έζησε εκείνη την εποχή, προσπάθησε να λύσει το πρόβλημα της επανάστασης προβάλλοντας μια μεσοβέζικη λύση: ‘τη βασιλευόμενη δημοκρατία’. Έτσι το Λεβιάθαν βάζει την εκμετάλλευση από κάτω προς τα πάνω, όπως έγραφε και ο Μαρξ, όποιος γίνεται οπαδός του Χομπς περνάει στο στρατόπεδο της αντίδρασης, ενώ όποιος πέρασε στο στρατόπεδο του Τ. Λοκ πέρασε στο στρατόπεδο της επαναστατικής δράσης.

Βιβλιογραφία:

  1. Ακαδημία Επιστημών Ε.Σ.Σ.Δ. Παγκόσμια Ιστορία, τόμος Ε1, εκδ. Μέλισσα.

2.. Έρικ Χομπσμπάουμ, Η εποχή των επαναστάσεων 1789-1848, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ.

  1. Ακαδημία Επιστημών Ε.Σ.Σ.Δ. Παγκόσμια Ιστορία της Φιλοσοφίας, εκδ. Αναγνωστίδης.
  2. Ακαδημία Επιστημών Ε.Σ.Σ.Δ. Ιστορία των Νεότερων Χρόνων 1640-1870, εκδ. Παπακωνσταντίνου.
  3. Αντρέ Μωρουά, Ιστορία της Αγγλίας, εκδ. Μαγκανιά, Χ. Τ., Χ. Χ.
  4. Σερζ Μπερστάιν, Πιέρ Μιλζά, Ιστορία της Ευρώπης, Τόμος Α, Από Τη Ρωμαική Αυτοκρατορία Στα Ευρωπαικά Κράτη, 5ος– 18ος Αιώνας, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 1997.
  5. Κρις Χάρμαν, Λαική Ιστορία Του Κόσμου, Από την Εποχή Του Λίθου, Έως Και τη Νέα Χιλιετία, εκδ. Τόπος, Αθήνα, 2012.
  6. J. M. Roberts, Παγκόσμιος Ιστορία, Τόμος Α κ΄ Β, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα, 2002.
  7. Συλλογικό, Η Μετάβαση απο τον Φεουδαρχισμό στον Καπιταλισμό, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα, 1982.
  8. Γ. Φ. Αλεξάντρωφ, Η Φιλοσοφία της Αρχαίας Ελληνικής Κοινωνίας, εκδ. Ειρήνη, Αθήνα, 1976.
  9. Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Ιστορία του Πολιτισμού, Τόμος Β΄, εκδ. Βιβλιοεκδοτική, Αθήνα, 1955.
  10. Γουίλ Ντυράν, Παγκόσμια Ιστορία του Πολιτισμού, τόμοι Ζ,Θ, εκδ. Ζιάγκας.
  11. Φρίντριχ Ένγκελς, Αντι – Ντύρινγκ, εκδ. Αναγνωστίδη, Αθήνα, 1963.
  12. Φρίντριχ Ένγκελς, Λουδοβίκος Φόυερμπαχ και το τέλος της κλασικής Γερμανικής Φιλοσοφίας, εκδ. Προσκήνιο, Αθήνα, 2001.
  13. Καρλ Μαρξ, Το Κεφάλαιο, Τόμος Α, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1978.
  14. Β. Ι. Λένιν, Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός, Κριτικές Παρατηρήσεις Πάνω σε Μια Αντιδραστική Φιλοσοφία, εκδ. Γκόνη, Χ. Τ., 1956.
  15. Ζαν Ζακ Ρουσσώ, Το Κοινωνικό Συμβόλαιο, εκδ. Λύρα, Αθήνα, 1956.
  16. Τόμας Χομπς, Λεβιάθαν, εκδ. Γνώση, Αθήνα, 2006.
  17. C. B. MacPherson, Ατομικισμός και Ιδιοκτησία, Η Πολιτική Θεωρία του Πρώιμου φιλελευθερισμού από τον Hobbes ως τον Locke, εκδ. Γνώση, Αθήνα, 1986.
  18. Κανελλόπουλος Π. Ιστορία του Ευρωπαϊκού πνεύματος , τόμος 7, εκδ Το Βήμα,
  19. Ζυλ Μισελέ, Ιστορία της Γαλλικής Επαναστάσεως, Τόμος Α΄, εκδ. Ελληνική Μορφωτική Εστία, Αθήνα, 1969.