Κλυδωνισμοί στη Ρωσική οικονομία λόγω της συνεχιζόμενης εξάρτησης από την παραγωγή ενέργειας

H εκτέλεση του Ρωσικού προϋπολογισμού κινδυνεύει καθώς το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ρωσίας από τον Ιανουάριο έως τον Μάιο του τρέχοντος έτους διαμορφώθηκε στα 3,41 τρισεκατομμύρια ρούβλια σύμφωνα με προκαταρκτική εκτίμηση που έδωσε στη δημοσιότητα το υπουργείο Οικονομικών της χώρας. Τα έσοδα του προϋπολογισμού μειώθηκαν κατά 19% σε σχέση με πέρυσι, ενώ οι δαπάνες αυξήθηκαν κατά 27%, όντας επιβαρυμένες λόγω και της Ειδικής Στρατιωτικής Επιχείρησης στην Ουκρανία.

Εδώ αναρτούμε μετάφραση και σχολιάζουμε δύο άρθρα που αναφέρονται στο ζήτημα κάτω από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Ελπίζουμε η προσέγγιση μας να φωτίσει κάπως το όλο ζήτημα.

*          *          *

Το πρώτο άρθρο με τίτλο: «Τα Ρωσικά έσοδα από το πετρέλαιο μειώθηκαν σχεδόν κατά 50% λόγω του ανώτατου ορίου τιμών: ΗΠΑ» στηρίζεται σε ρεπορτάζ του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων (AFP) και έχει αναρτηθεί στις 16 Ιουνίου από το ETEnergyworld.com των Indian Times. Ουσιαστικά συνοψίζει τις εκτιμήσεις της Αμερικανικής κυβέρνησης για την αποτελεσματικότητα των κυρώσεων και της επιβολής πλαφόν στην τιμή πώλησης της βασικής Ρωσικής εξαγώγιμης ποικιλίας πετρελαίου, της Urals. Η Ινδία έχει καταστεί κεντρικός ενδιάμεσος κόμβος στην διακίνηση των Ρωσικών προϊόντων πετρελαίου, γεγονός ευρύτατα γνωστό και απολύτως αποδεκτό από τις ΗΠΑ και την ΕΕ.

Τα Ινδικά διυλιστήρια και οι Ινδοί μεσάζοντες (με βασικό τον ρόλο του ίδιου του κράτους της Ινδίας) κερδίζουν μυθώδη ποσά από την αγορά με έκπτωση Ρωσικού πετρελαίου και την μεταπώλησή του σε τρίτες χώρες, κυρίως Ευρωπαϊκές, ως Ινδικού. Οι τρίτες αυτές χώρες εμφανίζονται έτσι να ‘πειθαρχούν’ στις κυρώσεις της Δύσης κατά του Ρωσικού πετρελαίου ενώ ταυτόχρονα ικανοποιούν τις ενεργειακές τους ανάγκες, αν και σε πολύ χειρότερες τιμές από αυτές που θα πετύχαιναν με απευθείας αγορά από τη Ρωσία.

Οι εξαγωγές Ρωσικού αργού σε εκατομμύρια βαρέλια προς την Ινδία
μεταξύ Μαρτίου και Νοεμβρίου του 2022 σύμφωνα με πίνακα που παραθέτει ο S. Vakulenko.

Ο μηχανισμός αυτός δεν αποτελεί ‘παραβίαση’ των κυρώσεων, αλλά αντίθετα υποθάλπεται και ενθαρρύνεται από τις ΗΠΑ προκειμένου να πιέζεται η Ρωσική οικονομία πουλώντας φτηνά, να γίνονται πιο ανταγωνιστικά τα ακριβά Αμερικανικά προϊόντα ενέργειας αφού η τελική τιμή των Ρωσικών προϊόντων ανεβαίνει χωρίς η χώρα να καρπώνεται την αύξηση, και να μην καταρρεύσουν οι οικονομικές αλυσίδες λόγω έλλειψης προσφοράς.

Η τακτική των κυρώσεων επί του Ρωσικού πετρελαίου και αερίου έχει πραγματικά επιτύχει τον περιορισμό των εσόδων του Ρωσικού κράτους παρά την αύξηση του όγκου των πωλήσεων, έστω και αν τα νούμερα που δίνει η Αμερικανική κυβέρνηση είναι εκτός πραγματικότητας (η μείωση των εσόδων κατά 50% που αναφέρεται στο ρεπορτάζ του AFP είναι στην πραγματικότητα 19%, όπως θα δούμε[i]).

Όμως, στον πραγματικό κόσμο το Ρωσικό πετρέλαιο πωλείται πολύ ακριβότερα από τις τιμές που καταγράφει το ρεπορτάζ του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων και τις εκτιμήσεις που παραθέτουν σε αυτό Αμερικανοί αξιωματούχοι. Ήδη έχουν δει το φως της δημοσιότητας πληροφορίες που καταγράφουν πληρωμές ‘κάτω από το τραπέζι’ για το Ρωσικό πετρέλαιο και στις οποίες έχουν αναφερθεί και συστημικά Αμερικανικά ΜΜΕ (π.χ. βλ. το ρεπορτάζ του CNBC με τίτλο «Οι κυρώσεις στο Ρωσικό αργό έχουν ‘αποτύχει εντελώς’ λέει αναλυτής της αγοράς πετρελαίου»).

Επίσης, σε ρεπορτάζ των Ινδικών Economic Times της 9ης Ιουλίου αναφέρονται σημαντικές υπερ-κοστολογήσεις των ναύλων που χρεώνει ο νέος Ρωσικός στόλος δεξαμενοπλοίων, γεγονός που στην ουσία αποτελεί έμμεση αύξηση της τιμής του πετρελαίου χωρίς να παραβιάζεται η οροφή που έχει τεθεί από τους G7. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ αυτό, ως αποτέλεσμα των νέων μηχανισμών πώλησης της ποιότητας Urals, οι εκπτώσεις που απολάμβαναν οι Ινδοί εισαγωγείς Ρωσικού αργού έχουν μειωθεί από $30/βαρέλι στα μέσα του περσινού χρόνου σε $4 αυτόν τον καιρό. Έτσι, η πραγματική τιμή πώλησης του Urals είναι περίπου $70-$75 ανά βαρέλι, ποσό σημαντικά πάνω από την οροφή των $60 ανά βαρέλι που ορίζουν οι κυρώσεις των G7.

Πώς λοιπόν γίνεται να ανθεί η αγορά του Urals και παρόλα αυτά τα έσοδα του Ρωσικού δημοσίου να μειώνονται εξ αιτία της επιβεβλημένης οροφής των $60/βαρέλι; Η απάντηση βρίσκεται στην επίσημη τιμολόγηση των πωλήσεων που ακολουθούν οι Ρωσικές εταιρείες εξόρυξης, η οποία σέβεται το πλαφόν των G7 αλλά χρεώνει τη διαφορά από την πραγματική τιμή μέσω άλλων τρόπων. Όμως, η φορολόγηση των πωλήσεων από το Ρωσικό Δημόσιο γίνεται σύμφωνα με έναν μαθηματικό τύπο που λαμβάνει υπόψη την καταγεγραμμένη στα παράβολα τιμή του Urals, δηλαδή την τιμή πώλησης κάτω από την επιβεβλημένη οροφή των $60/βαρέλι. Το αποτέλεσμα είναι η τεράστια φοροδιαφυγή εις βάρος των εσόδων του Ρωσικού δημοσίου και μάλιστα σε καιρό πολέμου.

Η τιμή αγοράς από τα Ινδικά διυλιστήρια του Ρωσικού αργού συγκρινόμενη με αυτήν του Brent,
σύμφωνα με πίνακα που παραθέτει ο S. Vakulenko.

Στη Ρωσική κυβέρνηση συζητούν εδώ και καιρό την αλλαγή του τύπου υπολογισμού της φορολόγησης μέσω της αντικατάστασης σε αυτόν της τιμής αναφοράς του Urals με την τιμή του Brent μετά την επιβολή επ΄αυτής μιας πάγιας σταθερής έκπτωσης. Η καθυστέρηση της αλλαγής της φόρμουλας φορολόγησης δεν γνωρίζουμε πού οφείλεται, αν και ορισμένοι ασκούν κριτική στον προτεινόμενο νέο τρόπο υπολογισμού της φορολογητέας τιμής, επειδή θα παγιώσει την έκπτωση στον υπολογισμό της φορολογητέας τιμής του Ρωσικού αργού.

Όπως και να έχει, οι μανούβρες των Δυτικών έχουν οδηγήσει στη μείωση των εσόδων του Ρωσικού Δημοσίου και στα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει πλέον η εκτέλεση του Ρωσικού προϋπολογισμού, όχι μόνο και όχι κυρίως χάρη στα ίδια τα μέτρα των κυρώσεων, πλαφόν, κ.λπ., αλλά κυρίως λόγω της έλλειψης της θέλησης στη Ρωσική κυβέρνηση να ελεγχθούν οι ολιγάρχες του κυκλώματος ενέργειας. Είναι πολύ πιθανόν ότι η Αμερικανική κυβέρνηση γνωρίζει ότι η τιμή πλαφόν δεν λειτουργεί καθεαυτή, αλλά παρόλ’ αυτά την επιβάλει, ακριβώς επειδή δεν την ενδιαφέρει η αληθής τιμή πώλησης αλλά ο περιορισμός των εσόδων του Ρωσικού κράτους, ο οποίος έτσι επιτυγχάνεται ακόμη και όταν το πλαφόν δεν τηρείται.

Για τους ενδιαφερόμενους, ένα πολύ καλό άρθρο που περιγράφει τις ασάφειες και τους μηχανισμούς που διαμορφώνουν την πραγματική τιμή πώλησης του Urals είναι αυτό του Ρώσου ειδικού αναλυτή και συμβούλου πετρελαϊκών εταιριών Sergey Vakulenko με τίτλο: «Ένα πλαφόν στην τιμή ή καπνοί και εικόνες σε καθρέπτες; Ποιο είναι το πραγματικό κόστος του Ρωσικού πετρελαίου;».

*          *          *

Όμως, κατά την εξέταση των εσόδων του Ρωσικού κράτους μέσω των εξαγωγών ενεργειακών πρώτων υλών, το κεντρικό κοινωνικο/πολιτικό ζήτημα δεν είναι το τεχνικό θέμα του καθορισμού της φορολογητέας τιμής, αλλά ο συνολικός προσανατολισμός της Ρωσικής οικονομίας. Όντως, η μείωση των εσόδων προκαλεί πονοκέφαλο στην εκτέλεση του Ρωσικού προϋπολογισμού, αλλά το ζήτημα είναι πολύ βαθύτερο, και στο θέμα αυτό αναφέρεται το δεύτερο άρθρο του Μιχαήλ Γιεβστινγκνέεβ από την εφημερίδα του ΚΚΡΟ Πράβδα της 7ης Ιουλίου με τίτλο: «Η ‘κατάρα του πετρελαίου’ έγινε πραγματικότητα».

Το ΚΚΡΟ εδώ και χρόνια προειδοποιεί για το ευάλωτο του μοντέλου της Ρωσικής οικονομίας που προωθούσαν επί χρόνια οι άρχουσες ελίτ της Ρωσίας. Πρόκειται για ένα μοντέλο εξάρτησης από τον Δυτικό ιμπεριαλισμό που στηρίζεται στην εξαγωγή πρώτων υλών, κυρίως ενεργειακών προϊόντων και την εγκατάλειψη και καταδίκη σε μαρασμό ολόκληρων βιομηχανικών τομέων που επί Σοβιετικής εποχής είχαν αξιόλογες επιδόσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ρωσία αυτή τη στιγμή παλεύει κυριολεκτικά για να μπορέσει να ξανα-αρχίσει την παραγωγή επιβατικών αεροπλάνων στα επόμενα χρόνια, την στιγμή που παλαιότερα ήταν αυτόνομη στον τομέα αυτό. Η μαζική επιβολή κυρώσεων από τη Δύση δεν πέτυχε την κατάρρευση της Ρωσικής οικονομίας, αλλά πέτυχε την καταρράκωση των θεωριών που υποστήριζαν την νέο-αποικιοκρατική τοποθέτηση της Ρωσίας στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα ως παραγωγού πρώτων υλών και καταναλωτή έτοιμων Δυτικών βιομηχανικών προϊόντων, καθώς κατέδειξε ότι αυτή η τοποθέτηση οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην διάλυση της Ρωσικής Ομοσπονδίας ως αυτοτελούς κρατικής οντότητας από τις ιμπεριαλιστικές χώρες.

Είναι γεγονός ότι η μαζική έξοδος των Δυτικών βιομηχανιών από τη Ρωσία λειτούργησε ευεργετικά για την ανάπτυξη της εσωτερικής βιομηχανίας, η οποία είχε (και έχει ακόμη σε πολύ μεγάλο βαθμό) εγκαταλειφθεί μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ. Όμως, η καθυστέρηση στην ενίσχυση της Ρωσικής βιομηχανίας και η υποστήριξη των Δυτικών βιομηχανιών για επέκταση στη Ρωσία, πολιτική που ακολουθήθηκε από την εποχή του Γιέλτσιν και εξής, έχει υπονομεύσει σε μεγάλο βαθμό τις δυνατότητες της Ρωσικής οικονομίας που τώρα παλεύει να ανταπεξέλθει σε αυτό το καθήκον καθυστερημένα και κάτω από πολεμικές συνθήκες.

Το άρθρο του Μ. Γιεβστινγκνέεβ επισημαίνει τις τρέχουσες δυσκολίες και αδιέξοδα λόγω της καθυστέρησης απαλλαγής από το μοντέλο της εξάρτησης από τη Δύση και της έμφασης στην παραγωγή πρώτων υλών που ακολουθούν οι Ρωσικές κυβερνητικές ελίτ.

Προχωρούμε τώρα στη μετάφραση των δύο άρθρων που προαναφέραμε.

*          *          *

Τα ρωσικά έσοδα από το πετρέλαιο μειώθηκαν σχεδόν κατά 50% λόγω του ανώτατου ορίου τιμών: ΗΠΑ

Αυτή η μείωση των εσόδων από το πετρέλαιο σε σχέση με ένα χρόνο πριν “συνέβη παρά το γεγονός ότι η Ρωσία εξάγει σήμερα περισσότερο αργό πετρέλαιο από ό,τι κατά την έναρξη του πολέμου”, δήλωσε ο Adeyemo σε προετοιμασμένες παρατηρήσεις σε εκδήλωση του Κέντρου για μια Νέα Αμερικανική Ασφάλεια στην Ουάσιγκτον.

AFP, 16 Ιουνίου 2023

Ουάσινγκτον: Τα έσοδα της ρωσικής κυβέρνησης από το πετρέλαιο σημείωσαν πτώση σχεδόν 50% τους πρώτους πέντε μήνες του τρέχοντος έτους, δήλωσε την Πέμπτη ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Γουόλι Αντεγιέμο, έξι μήνες μετά τη θέσπιση ανώτατου ορίου τιμών.

Για να περιοριστούν τα έσοδα της Μόσχας μετά την εισβολή της στην Ουκρανία και ταυτόχρονα να διασφαλιστεί ότι θα συνεχίσει να τροφοδοτεί την παγκόσμια αγορά, ένας συνασπισμός στον οποίο συμμετέχουν η Ομάδα των Επτά κορυφαίων οικονομιών, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Αυστραλία έθεσε ανώτατο όριο τιμών 60 δολαρίων ανά βαρέλι για το ρωσικό αργό τον Δεκέμβριο.

Αυτή η μείωση των εσόδων από το πετρέλαιο σε σχέση με ένα χρόνο πριν “συνέβη παρά το γεγονός ότι η Ρωσία εξάγει σήμερα περισσότερο αργό πετρέλαιο από ό,τι κατά την έναρξη του πολέμου”, δήλωσε ο Adeyemo σε προετοιμασμένες παρατηρήσεις σε εκδήλωση του Κέντρου για μια Νέα Αμερικανική Ασφάλεια στην Ουάσινγκτον.

“Παρά τις υψηλότερες εξαγωγές, η Ρωσία κερδίζει λιγότερα χρήματα, επειδή το πετρέλαιό της διαπραγματεύεται τώρα με έκπτωση 25% σε σχέση με το υπόλοιπο παγκόσμιο πετρέλαιο”, πρόσθεσε.

Παρά τις προπαγανδιστικές εκστρατείες, οι ΗΠΑ δεν υποστηρίζουν την επιβολή εμπάργκο στο Ρωσικό πετρέλαιο, λόγω της οικονομικής κρίσης που θα προκαλούνταν, αλλά επιδιώκουν τον σοβαρό περιορισμό των εσόδων του Ρωσικού κράτους από τη φορολόγηση των εξαγωγών ενεργειακών προϊόντων.

Ερωτηθείς για το πώς η Ουάσινγκτον υπολογίζει τα ρωσικά έσοδα, ένας αξιωματούχος του Υπουργείου Οικονομικών που μίλησε υπό τον όρο της ανωνυμίας είπε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν διάφορα εργαλεία – μεταξύ άλλων, την παρακολούθηση των αγοραίων τιμών που λαμβάνουν οι Ρώσοι εξαγωγείς για το πετρέλαιο.

Ρώσοι αξιωματούχοι έχουν επίσης αναφερθεί στην πίεση από τη μείωση των πετρελαϊκών εσόδων, πρόσθεσε ο αξιωματούχος, και σημείωσε ότι δεν υπάρχει σχέδιο για το πότε θα καταργηθεί το ανώτατο όριο τιμών.

Προς το παρόν, η Ρωσία εξετάζει το ενδεχόμενο να θέσει ένα κατώτατο όριο στις απώλειες των εσόδων της, απομακρυνόμενη από τη φορολόγηση με βάση την αγοραία τιμή του Urals –του κυρίαρχου μείγματος πετρελαίου της.

Αντ’ αυτού, οι ρωσικές αρχές θα υπολογίζουν τους φόρους υποθέτοντας μια τιμή που αποτελεί “σταθερή σημαντική έκπτωση σε σχέση με το Brent, το παγκόσμιο σημείο αναφοράς”, δήλωσε ο Adeyemo στις προετοιμασμένες παρατηρήσεις του.

Ενώ αυτό υποδηλώνει ότι οι ρωσικές πετρελαϊκές εταιρείες θα δουν τους φόρους τους να αυξάνονται ακόμη και όταν το ανώτατο όριο τιμών συμπαρασύρει τα έσοδα, ο Adeyemo πρόσθεσε ότι η αλλαγή ουσιαστικά “κλειδώνει μια τεράστια έκπτωση λόγω του αντίκτυπου του ανώτατου ορίου τιμών”.

Οι κυρώσεις και οι έλεγχοι των εξαγωγών έχουν καταστήσει δύσκολο για τη Ρωσία να αντικαταστήσει περισσότερα από 10.000 κομμάτια εξοπλισμού που έχει χάσει εν μέσω του πολέμου, σύμφωνα με τον Adeyemo.

*          *          *

Η “κατάρα του πετρελαίου” έγινε πραγματικότητα

ΠΡΑΒΔΑ αριθ. 70 (31419) 7-10 Ιουλίου 2023, 1η σελίδα

Του Μιχαήλ Γιεβστινγκνέεβ.

Το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ρωσίας από τον Ιανουάριο έως τον Μάιο του τρέχοντος έτους διαμορφώθηκε στα 3,41 τρισεκατομμύρια ρούβλια. Αυτή είναι η προκαταρκτική εκτίμηση που έδωσε στη δημοσιότητα το υπουργείο Οικονομικών. Τα έσοδα του προϋπολογισμού μειώθηκαν κατά 19% σε σχέση με πέρυσι, ενώ οι δαπάνες αυξήθηκαν κατά 27% (λογικό, γιατί ζούμε σε εποχή ειδικών επιχειρήσεων). Και η τρύπα του προϋπολογισμού συνεχίζει να μεγαλώνει. Οι κύριοι λόγοι γι’ αυτό είναι η απότομη μείωση των εσόδων από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο λόγω του “πλαφόν” τιμών που επέβαλε η Δύση, η πτώση της τιμής του Urals και η μείωση των εξαγωγών φυσικού αερίου. Αυτοί είναι οι καρποί της κοντόφθαλμης αντίληψης των αξιωματούχων και της νοοτροπίας “μετά από εμάς ο κατακλυσμός” των αρχών.

 

Έτσι, η Ρωσία έχει πέσει σε μια παγίδα πρώτων υλών, η οποία υποσκάπτεται κάτω από τη χώρα εδώ και δεκαετίες ελέω της κυβερνώσας ελίτ που δεν χρησιμοποίησε τον επαρκή χρόνο που της έδωσε η ιστορία για να διαφοροποιήσει πραγματικά την οικονομία της. Εδώ και χρόνια, τα όμορφα λόγια που ακούγονται από τους υψηλούς θώκους για τη “μετάβαση σε καινοτόμες κατευθύνσεις”, για την απομάκρυνση από την “πετρελαϊκή κατάρα” και για την οικοδόμηση μιας οικονομίας υψηλής τεχνολογίας δεν αποδείχθηκαν τίποτα περισσότερο από αερολογίες. Όπως λέει και το ανέκδοτο: οδεύουμε προς τη νάνο-επανάσταση με νάνο-βήματα.

Όπως και προηγουμένως, εξαρτόμαστε για τα πάντα από τον μαύρο χρυσό. Στα χρόνια των παχιών αγελάδων, όταν οι τιμές του πετρελαίου εκτοξεύονταν στα ύψη, αυτό μπορεί να μην πείραζε. Ωστόσο, τώρα που η χώρα βρίσκεται υπό κυρώσεις, τα ξένα περιουσιακά στοιχεία της Ρωσίας έχουν καταβροχθιστεί από τη Δύση και οι κρατικές δαπάνες αυξάνονται ραγδαία (όχι μόνο λόγω της στρατιωτικής δράσης, αλλά και λόγω της ανάγκης να ανασυγκροτηθεί η οικονομία υπό τα νέα δεδομένα, και με τις εκλογές στη γωνία – δεν θέλω να προσβάλω τον λαό), έφτασε η δυσάρεστη στιγμή της αλήθειας. Η κατανόηση ότι η παραμικρή διακύμανση στις παγκόσμιες τιμές του “μαύρου χρυσού” είναι αρκετή για να κάνει ολόκληρο το οικονομικό μας μεγαθήριο να αρχίσει να τρέμει και να πέσει σε δημοσιονομικό κλυδωνισμό αποτέλεσε μια ψυχρολουσία.

Η οικονομία μοιάζει ολοένα και περισσότερο με το καφτάνι του Τρίσκα, όπου όταν μπαλώνεται μια τρύπα σε ένα μέρος ανοίγει μια νέα τρύπα σε ένα άλλο. Υπάρχουν ουσιαστικά μόνο τρεις τρόποι για να λυθεί το πρόβλημα, και όλοι τους είναι εξαιρετικά επώδυνοι. Είτε να γίνει αναθεώρηση του προϋπολογισμού [sequestration], δηλαδή να περικοπούν κονδύλια, για παράδειγμα, που αφορούν κατασκευές παγίων, ανάπτυξη υποδομών, πράγμα που σημαίνει θέσεις εργασίας και μισθούς για χιλιάδες ανθρώπους, και περικοπή επενδυτικών προγραμμάτων. Είτε να αυξηθούν οι φόροι, αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει παραμονές εκλογών. Είτε να υποτιμήσουμε το ρούβλι, κάτι που θα βοηθήσει τους ίδιους εξαγωγείς εμπορευμάτων να γεμίσουν τον προϋπολογισμό με “κέρματα” και το κράτος να διατηρήσει ένα καλό πρόσωπο σε ένα κακό παιχνίδι και να ανταποκριθεί πλήρως στις ίδιες κοινωνικές υποχρεώσεις. Και το γεγονός ότι η υποτίμηση του ρουβλιού θα ανεβάσει σίγουρα τις τιμές θα [τους] είναι αδιάφορο – η Rosstat θα τις τιθασεύσει ούτως ή άλλως. Και αν η Στατιστική Υπηρεσία δεν το φροντίσει, τότε για άλλη μια φορά θα αντικατασταθεί ο επικεφαλής της υπηρεσίας με κάποιον που είναι πιο ικανός στο να ζωγραφίζει χαρούμενες εικόνες.

Τι γίνεται λοιπόν με το πετρέλαιο – την ευλογία και την κατάρα μας ταυτόχρονα;

“Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, η μέση τιμή του αργού πετρελαίου Urals για την περίοδο από τις 15 Μαΐου έως τις 14 Ιουνίου ήταν 54,57 δολάρια ανά βαρέλι έναντι 55,97 δολαρίων ανά βαρέλι την προηγούμενη περίοδο. Οι τιμές του πετρελαίου δεν έχουν ακόμη εμφανίσει σημάδια αύξησης, οπότε τα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο θα συνεχίσουν να υπολείπονται από τις προβλέψεις του κρατικού προϋπολογισμού. Στο πλαίσιο αυτό, δεν θα πρέπει να περιμένουμε ότι το ρωσικό εθνικό νόμισμα θα ενισχυθεί- μάλλον θα πρέπει να περιμένουμε ότι το νόμισμα θα κινηθεί προς τα 90 ρούβλια ανά δολάριο κοντά στο φθινόπωρο. Εάν η τιμή του Brent δεν καταφέρει να αυξηθεί πάνω από τα 79,7 δολάρια ανά βαρέλι μέχρι το τέλος Ιουνίου, αυτό σημαίνει ότι τα έσοδα από το πετρέλαιο θα παραμείνουν ελλειμματικά για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο”, δήλωσε στην Pravda ο Αλεξάντερ Ποτάβιν, αναλυτής της Finam Group.

Το “πετρελαϊκό πλαφόν” που έχει θέσει η Δύση στην τιμή του εξαγόμενου ρωσικού πετρελαίου έχει επίσης αντίκτυπο.

“Δεδομένου ότι όλοι οι φόροι και οι επιδοτήσεις για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο (με εξαίρεση τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή) υπολογίζονται με βάση τύπους που λαμβάνουν υπόψη την τιμή του πετρελαίου των Ουραλίων και τις τιμές των πετρελαιοειδών στην ευρωπαϊκή αγορά, τα έσοδα του προϋπολογισμού είναι εκτεθειμένα στην παγκόσμια συγκυρία. Εάν δεν λαμβάνονταν υπόψη οι εκπτώσεις στο ρωσικό πετρέλαιο, η κάλυψη του προϋπολογισμού θα ήταν κατά 20-25% υψηλότερη”, δήλωσε η Ταμάρα Σαφόνοβα, διδάκτωρ Οικονομικών, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Μάρκετινγκ και Διεθνούς Συνεργασίας του Ινστιτούτου Διοίκησης και Περιφερειακής Ανάπτυξης της Ρωσικής Προεδρικής Ακαδημίας Εθνικής Οικονομίας και Δημόσιας Διοίκησης, σε συνομιλία με την Pravda.

Κάτω από τις περιστάσεις αυτές, τίθεται το ερώτημα: Όλα αυτά τα χρόνια, τι εμπόδιζε τις αρχές από το να μετατρέψουν την πορεία ανάπτυξης της χώρας από μια πορεία βασισμένη στους [φυσικούς] πόρους σε μια καινοτόμα πορεία ανάπτυξης, χωρίς να περιμένουν να τσιμπήσει ο κόκορας των κυρώσεων;

 

[i] Στην πραγματικότητα, 19% είναι η συνολική μείωση εσόδων του προϋπολογισμού κατά το πεντάμηνο Ιανουαρίου-Μαΐου φέτος συγκρινόμενο με το αντίστοιχο πεντάμηνο πέρυσι. Εδώ υποθέσαμε ότι υπάρχει ομοιογένεια στη μείωση.

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *