1

Η μεγάλη αντίδραση του βρετανικού λαού στα Δεκεμβριανά

 

Φοίβος Οικονομίδης

Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ προετοίμαζε το χτύπημα του ΕΑΜ στην Αθήνα το 1944, πιστεύοντας ότι θα έχει μια εύκολη νίκη. Αντίθετα, η μαχητικότητα του ΕΛΑΣ, οι πολύνεκρες συγκρούσεις και οι βομβαρδισμοί, ενώ συνεχιζόταν ο Παγκόσμιος Πόλεμος, προκάλεσαν κύμα αγανάκτησης στη βρετανική κοινή γνώμη, κυρίως στην εργατική τάξη. Επιπλέον, η ηχώ των γεγονότων έφτασε μέχρι τη μακρινή Κίνα. Ο Τσόρτσιλ έγραψε στους Αμερικανούς πως «πρέπει ειλικρινά να ομολογήσω ότι ποτέ δεν γνώριζα ότι το ΕΑΜ είναι τόσο ισχυρό». Η απάντηση της Βρετανίας ήταν η ένταση της πολεμικής επέμβασης και ειδικά των άγριων βομβαρδισμών.

Ο Άγγλος πρωθυπουργός Ουίνστον Τσόρτσιλ είχε δημιουργήσει τη λαθεμένη εντύπωση ότι θα ήταν εύκολη υπόθεση η δυναμική αντιμετώπιση του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και η σύντομη επιστροφή της Ελλάδας υπό βρετανική επιρροή, ενώ ακόμη ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν είχε τελειώσει. Ήδη από τις αρχές Νοεμβρίου του ‘44 ο Τσόρτσιλ περίμενε, όπως ο ίδιος δήλωσε σε συνεργάτες του, μία σύγκρουση με το ΕΑΜ, εφόσον θα είχε επιλεγεί προσεκτικά το έδαφος για μία εύκολη νίκη. Όμως τα επαναστατικά γεγονότα που θα ακολουθήσουν σε όλη τη διάρκεια του Δεκέμβρη θα τον εκπλήξουν δυσάρεστα και θα πλήξουν ιδιαίτερα το γόητρό του απέναντι στη βρετανική και τη διεθνή κοινή γνώμη.

Η ιδιαίτερη επαναστατική δυναμική του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ στην Αθήνα και τον Πειραιά φάνηκε από τις πρώτες μέρες του χειμωνιάτικου Δεκέμβρη. Στις 9 Δεκεμβρίου 1944, ο βρετανός στρατηγός Σκόμπι τηλεγράφησε στον Τσόρτσιλ: «Αποστολή δεν είναι εύκολη, αφού αντιμετωπίζουμε μία άκρως οργανωμένη και αποφασισμένη οργάνωση. Κρατούμε σταθερά τα ζωτικά σημεία στο κέντρο της Αθήνας […]. Οι δυνάμεις είναι ανεπαρκείς για να εκκαθαρίσουν υπό τις παρούσες συνθήκες Αθήνα-Πειραιά, χωρίς να προσφύγουμε σε βομβαρδισμό από ξηράς και αέρος των πυκνοκατοικημένων περιοχών, ανεξάρτητα από υλικές ζημιές ή θανάτους αμάχων πολιτών. Δύσκολο να εκτιμηθεί περίοδος που απαιτείται για εκκαθάριση περιοχής Αθήνας, Πειραιά και γύρω περιοχών[…]».

Ο Τσόρτσιλ, την ίδια περίοδο, έγραψε στους Αμερικανούς πως «πρέπει ειλικρινά να ομολογήσω ότι ποτέ δεν γνώριζα ότι το ΕΑΜ είναι τόσο ισχυρό».
Αλλά ο βρετανός πρωθυπουργός ήταν αποφασισμένος να χρησιμοποιήσει κάθε μέσο για να καταβάλει τις αντίπαλες δυνάμεις, αποστέλλοντας και νέες σημαντικές ενισχύσεις στην Ελλάδα, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τις μάχες με τη Γερμανία. Η βρετανική στρατιωτική ηγεσία παρατήρησε ότι η αποστολή και νέων δυνάμεων στην Ελλάδα επηρέαζε αρνητικά «τη σχεδιαζόμενη επίθεση για την κατάληψη του Μιλάνου», αλλά ο Τσόρτσιλ «είχε μονομερώς ενημερώσει τον στρατηγό Ουίλσον ότι η αποκατάσταση του νόμου και της τάξης στην Αθήνα είναι πιο σημαντική από την κατάληψη της Μπολόνια». Έτσι άρχισε μια βρετανική επίθεση με βομβαρδισμούς από την αεροπορία, τα πολεμικά πλοία και τα τεθωρακισμένα εναντίον των επαναστατών, που έκαναν τον γραμματέα του ΚΚΕ Γιώργο Σιάντο να δηλώσει αργότερα ότι «είναι άγνωστο ακόμα πόσες οβίδες έριξαν οι Άγγλοι […]. Σειόταν κυριολεκτικά ο τόπος, τα αεροπλάνα πετούσαν σε χαμηλό ύψος και σκορπούσαν το θάνατο στους συνοικισμούς, τα ατσάλινα νεύρα θα έσπαζαν. Κι όμως ο λαός κράτησε 33 μέρες».

Αυτή η μεγάλη διάρκεια της αντίστασης στάθηκε ικανή να χάσει ο Τσόρτσιλ τη μάχη της προπαγάνδας, καθώς βρέθηκε αντιμέτωπος με τις έντονες αντιδράσεις του αγγλικού λαού, ακόμα και αντιδράσεις υποστηρικτών του συντηρητικού κόμματος που ο ίδιος εκπροσωπούσε. Οι ίδιες αρνητικές αντιδράσεις εκδηλώθηκαν σε διάφορα σημεία του κόσμου, από τις ΗΠΑ και τη Γαλλία μέχρι την Κίνα, όπου «η πιο σημαντική εφημερίδα του Τσουνγκ Κινγκ, η Ταϊάν Κουνγκ Πάο αφιέρωσε ένα πρόσφατο κύριο άρθρο της στις ταραχές στην Ελλάδα». Ο Μάο Τσε Τουνγκ έκρινε ότι από την επέμβαση του στρατηγού Σκόμπι στην Ελλάδα έπρεπε να βγάλει σωστά συμπεράσματα το ΚΚ Κίνας.

Ο γάλλος πρεσβευτής στο Λονδίνο, ο Ρενέ Μασιλί, ενημέρωσε την κυβέρνησή του για τις σοβαρές και ιδιαίτερα σημαντικές αντιδράσεις της αγγλικής κοινής γνώμης. «Οι ανταποκρίσεις της πρεσβείας –γράφει ο Μασιλί– έχουν ήδη τονίσει τις πρόσθετες δυσκολίες τις οποίες αντιμετωπίζει η βρετανική κυβέρνηση από το γεγονός ότι το ελληνικό πρόβλημα […] προκαλεί στην Αγγλία πολύ ζωηρές αντιδράσεις. Αν θέλαμε να αναζητήσουμε επιμελώς ένα παράδειγμα μιας κρίσης της οποίας οι συνέπειες έμελλε να αγγίξουν βαθιά τη βρετανική κοινή γνώμη δεν θα ήταν κατά κανένα τρόπο δυνατό να βρούμε καλύτερο από την Ελλάδα […]. Να επέμβεις στην Ελλάδα να εμποδίσεις τον ελληνικό λαό, που έχυσε το αίμα του για την κοινή ελευθερία της Ευρώπης, να επιλέξει ελεύθερα την κυβέρνησή του αποτελεί για τους Άγγλους σοβαρό σφάλμα ή τουλάχιστον μία απίστευτη αδεξιότητα. Από όλες τις πλευρές, από τα συνδικάτα ή από εργοστασιακά τμήματα αποστέλλονται σε μέλη του Κοινοβουλίου συλλογικά μηνύματα διαμαρτυρίας εναντίον της επέμβασης». Το σύνολο σχεδόν του βρετανικού Τύπου, εκτός από «τις εφημερίδες των λόρδων», κρατούσε κριτική στάση απέναντι στη βρετανική επέμβαση. Οι Τάιμς του Λονδίνου

έγραφαν ότι μία αντιπροσωπεία 50 υπευθύνων εργαστηρίων είχε γίνει δεκτή στη Βουλή των Κοινοτήτων και είχε κάνει γνωστό ότι οι εργάτες των ναυπηγείων απειλούσαν να κάνουν μία 24ωρη απεργία για να εκδηλώσουν την αποδοκιμασία τους».

Τις σοβαρές αντιδράσεις στην Αγγλία στη διάρκεια της δεκεμβριανής σύγκρουσης μετέδιδε στον αμφισβητούμενο πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου ο πρεσβευτής της «Βασιλικής Ελληνικής Κυβερνήσεως» στο Λονδίνο Αθ. Αγνίδης. «Ο εμφύλιος πόλεμος» στην Ελλάδα, τηλεγράφησε ο Άγνίδης , «εδημιούργησε βαθύν σάλον παρά κοινή γνώμη και εις κοινοβουλευτικούς κύκλους. Συνήντησα σήμερον Λόρδον Δήμαρχον ως και διευθυντάς Τάιμς, Νιούς Κρόνικλ, Εκόνομιστ […] τον υπουργόν Ουίλιγκ, υπάλληλον ανώτερον υπουργείου Εξωτερικών και υπουργείου Προπαγάνδας. Διεπίστωσα και πάλιν την ανησυχίαν ην πάντες αισθάνονται διά την εξέλιξιν ελληνικού ζητήματος». Ο αρχηγός της βρετανικής υπηρεσίας Πολιτικού Πολέμου Ρ. Λόκχαρτ πίστευε ότι στην Ελλάδα της δεκεμβριανής σύγκρουσης εκτυλισσόταν «μία κρίση τέτοιου μεγέθους, ώστε να προκαλεί σχόλια τόσο στη Βρετανία όσο και σε ολόκληρο τον κόσμο».

Ο Δεκέμβρης του ‘44 ήταν ένας από τους σοβαρούς λόγους της ήττας του Τσόρτσιλ στις εκλογές του 1945

Η ΕΑΜική προπαγάνδα παράλληλα με την πολεμική δράση προσπαθούσε να ενισχύσει τη δική της πλευρά. Ο βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα μετέδωσε ότι «η προπαγάνδα των ανταρτών προς τις ινδικές δυνάμεις στην Πελοπόννησο τις ενθαρρύνει να εξεγερθούν εναντίον των αφεντικών τους των Βρετανών». Με τον βρετανικό στρατό είχαν φτάσει στην Ελλάδα και συμμετείχαν στις μάχες μονάδες Ινδών και Γκούρκας (φυλή του Νεπάλ), προσδίδοντας μία αποικιοκρατική ατμόσφαιρα στην ελληνική επικράτεια.

Ήταν τόσο μεγάλη η αναστάτωση στην Αγγλία, ώστε όλη η βρετανική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία έφτασε στη μαχόμενη Αθήνα τα Χριστούγεννα του 1944. Ο Τσόρτσιλ μίλησε την επομένη σε κοινή σύσκεψη με Έλληνες πολιτικούς, όπου σε μία στιγμή τα λόγια του καλύφθηκαν «από το βουητό ρουκετών που είχαν ριχθεί από αεροπλάνα Μποφάιτερ». Οι συνέπειες της βρετανικής επέμβασης στην Ελλάδα φάνηκαν το καλοκαίρι του 1945, όταν «ο πατέρας της νίκης», ο Τσόρτσιλ, υπέστη δεινή ήττα στις βρετανικές εκλογές. Ο Δεκέμβρης του ’44 φάνηκε ότι ήταν ένας από τους σοβαρούς λόγους της απρόσμενης ήττας.

Αναδημοσίευση από το ΠΡΙΝ