1

Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Διευκολυντικών…Σεναρίων

Λεωνίδας Βατικιώτης για το NewsCenter

Γεμάτο ευχολόγια και αισιόδοξα σενάρια ευκολίας είναι το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2022-2025 που έδωσε στη δημοσιότητα το υπουργείο Οικονομικών. Διαβάζοντας το Πλαίσιο ξεχνούμε ότι ζούμε στη χώρα που έχει, και δυστυχώς θα συνεχίσει να διατηρεί  για πολύ καιρό ακόμη, δύο από τα πιο θλιβερά ρεκόρ σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση: το μεγαλύτερο δημόσιο χρέος και την υψηλότερη ανεργία! Προφανώς, τα συγκεκριμένα μεγέθη αποτελούν αδιάφορες λεπτομέρειες για τους σχεδιαστές της οικονομικής πολιτικής…

Βάσει των προβλέψεων του νέου Μεσοπρόθεσμου, οι οικονομικές απώλειες που προκάλεσε η πανδημία αναμένεται να καλυφθούν το 2022. Προβλέπονται ειδικότερα από το 2022 ως το 2025 οι ακόλουθοι ρυθμοί μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας: 6,2%, 4,1%, 4,4% και 3,3%. Η σημαντικότερη ώθηση αναμένεται να προέλθει από τις χρηματοδοτήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Στο πλαίσιο του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αναμένονται 30,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 17,8 δις. ευρώ αφορούν επιχορηγήσεις και 12,7 δισ. δάνεια. Το σύνολο δε των πόρων που θα κινητοποιηθούν, προσθέτοντας δηλαδή στο παραπάνω ποσό τραπεζικές χρηματοδοτήσεις και ίδιους πόρους, αναμένεται πώς θα είναι διπλάσιο, αγγίζοντας τα 60 δισ. ευρώ! 

Λόγω αυτών των ροών αναμένεται η αύξηση των επενδύσεων με τη συμμετοχή τους από 11,1% του ΑΕΠ το 2020 να φτάνει το 2025 στο 16,7% του ΑΕΠ. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι παρά την κινητοποίηση ιδιωτικών επενδυτικών πόρων που θα προκαλέσουν οι χρηματοδοτήσεις του Ταμείου, το επενδυτικό κενό μεταξύ Ελλάδας και ευρωζώνης που δημιουργήθηκε το 2010, όπως φαίνεται στο συνημμένο διάγραμμα, θα συνεχίσει να υπάρχει και το 2025. Μικρότερο μεν σε σχέση με την περίοδο 2013-2021, αλλά θα συνεχίσει να υπάρχει, υπογραμμίζοντας την δημιουργία ενός χάσματος το 2010 με το ξέσπασμα της κρίσης που ακόμη και 15 χρόνια μετά δεν λέει να γεφυρωθεί… 

Επενδύσεις στην Ελλάδα και την Ευρωζώνη και ελληνικό επενδυτικό κενό

(% ονομαστικού ΑΕΠ )

Πηγή: Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής, Υπουργείο Οικονομικών

Στο Μεσοπρόθεσμο ομολογείται πάντως ότι η πανδημία θα οξύνει τις αντιθέσεις μεταξύ των κρατών – μελών της ΕΕ: «Εντούτοις, η ανάκαμψη προβλέπεται ασύγχρονη στην ευρωζώνη, αντανακλώντας διαφοροποιήσεις μεταξύ χωρών ως προς τη σοβαρότητα της πανδημίας, την αυστηρότητα και τη διάρκεια των μέτρων ανάσχεσης, την έκθεση στον τουρισμό και τις δραστηριότητες αναψυχής και την έκταση και την έγκαιρη εφαρμογή των αποκρίσεων πολιτικής». Η συγκεκριμένη παραδοχή μπορεί να εκληφθεί κι ως ομολογία σχετικής αποτυχίας του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας να κλείσει τις πληγές της πανδημίας. Η αποτελεσματικότητα του, τουλάχιστον σε επίπεδο ποσοτικό (αφήνοντας ασχολίαστους δηλαδή τους όρους), θα ήταν πολύ μεγαλύτερη αν δεν είχε μεσολαβήσει η απόφαση της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ του Ιουλίου του 2020. Τότε με πρόταση των πλούσιων, βόρειων χωρών τροποποιήθηκαν τα κριτήρια των χρηματοδοτήσεων με αποτέλεσμα οι νότιες χώρες που επλήγησαν περισσότερο από την πανδημία να λάβουν τελικά μικρότερο μέρος από το συνολικό πακέτο. 

Αν οι χρηματοδοτήσεις από το Ταμείο ήταν μεγαλύτερες θα υπήρχαν  βάσιμες ελπίδες να μειωθεί η ανεργία τα επόμενα χρόνια. Έτσι, ώστε να πάψει η Ελλάδα να διατηρεί το αρνητικό ευρωπαϊκό ρεκόρ της υψηλότερης ανεργίας, που το 2020 έφτασε το 16,3% του εργατικού δυναμικού. Μάλιστα, δεδομένου του μικρότερου σε σχέση με το 2019 θετικού ισοζυγίου ροών μισθωτής απασχόλησης όπως καταγράφεται στο σύστημα Εργάνη (κατά 34.641 θέσεις) και της μείωσης των μέσων ωρών εργασίας ανά εργαζόμενο ανά εβδομάδα, ακόμη κι αυτή η μείωση στην ανεργία κατά 1% που καταγράφτηκε από το 2019 στο 2020, στερείται πραγματικού αντικρίσματος.

Το υπουργείο Οικονομικών κατ’ επανάληψη επιδεικνύει ως τρόπαιο επιτυχίας της εφαρμοζόμενης οικονομικής πολιτικής τους όρους δανεισμού… Ωστόσο, τόσο οι επιτυχημένες εκδόσεις ομολόγων κατά τη διάρκεια της κρίσης πανδημίας όσο και τα επιτόκια όσων ελληνικών ομολόγων αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στην δευτερογενή αγορά και κυμαίνονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα δεν θα κατέγραφαν τέτοιες επιδόσεις χωρίς το πρόγραμμα αγοράς τίτλων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Pandemic Emergency Purchase Programme. Οι πακτωλοί ρευστότητας που διοχετεύθηκαν στην πιστωτική οικονομία επέτρεψαν την πτώση των επιτοκίων για όλα τα ομόλογα. Μαζί με αυτά ακόμη και της Ελλάδας, που συνεχίζει να καταγράφει θλιβερές επιδόσεις σε όλα τα θεμελιώδη μεγέθη, όπως το έλλειμμα και το δημόσιο χρέος… 

Το πρωτογενές έλλειμμα για το τρέχον έτος αναμένεται να φτάσει το 7,1% του ΑΕΠ, στο πλαίσιο των αποφάσεων για παράταση της ισχύος της γενικής ρήτρας διαφυγής από το δρακόντειο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης ακόμη και για το 2022 οπότε το έλλειμμα αναμένεται να μειωθεί στο 0,5% του ΑΕΠ. 

Ελάχιστη θα είναι η μείωση του ονομαστικού ύψους του δημόσιου χρέους κατά την περίοδο αναφοράς του Μεσοπρόθεσμου. Από 350 δισ. ευρώ το 2022 αναμένεται να μειωθεί το 2025 στα 340,4 δισ. ευρώ. Η μείωσή του ωστόσο ως ποσοστό του ΑΕΠ θα είναι μεγαλύτερη λόγω των υπερφίαλων στόχων αύξησης του ΑΕΠ που συμπεριλαμβάνονται στο Μεσοπρόθεσμο. Έτσι, από 189,5% του ΑΕΠ το 2022 εκτιμάται ότι θα φτάσει το 156,9% το 2025. Στόχος ανέφικτος, αλλά ως γνωστό ανέκαθεν αυτοί οι στόχοι απέκλιναν από την πραγματικότητα…

  Αναδημοσίευση από το ιστολόγιο του Λ. Βατικιώτη