1

Ο οπορτουνισμός, του οπορτουνισμού…

του Βασίλη Λιόση

Στην ΚΟΜΕΠ τ.2, 2020 δημοσιεύτηκε ένα κείμενο του Λουκά Αναστασόπουλου (Λ.Α.) υπό τον τίτλο «Η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και ο “δούρειος ίππος” του οπορτουνισμού». Ο «δούρειος ίππος» κατά τον συντάκτη του κειμένου είναι το ΝΑΡ, η ΛΑΕ, ο Σύλλογος Γ. Κορδάτος κ.ά..

Στο κείμενο της ΚΟΜΕΠ απάντησε εκ μέρους του ΝΑΡ ο Παναγιώτης Μαυροειδής και ο Μπάμπης Συριόπουλος με ένα κείμενο υπό τον τίτλο «Για τις ΑΟΖ και τον ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό. Κριτική της κριτικής του ΚΚΕ στις θέσεις του ΝΑΡ», ενώ ακολούθησε και απάντηση στην απάντηση στο Ριζοσπάστη του Λουκά Αναστασόπουλου με το κείμενο «Οπορτουνιστικό ρεύμα: Πολύτιμος βοηθός στα σχέδια της αστικής τάξης».

Πρόκειται για έναν «διάλογο» ο οποίος δεν είναι και ιδιαίτερα γόνιμος με ευθύνη κυρίως της ηγεσίας του ΚΚΕ (ένας τέτοιος διάλογος θα έπρεπε να είναι γόνιμος αλλά αυτό προϋποθέτει άλλη κουλτούρα συζήτησης που δυστυχώς σήμερα δεν υπάρχει). Δεν θα σταθούμε στην ουσία των ζητημάτων που τίθενται ένθεν και ένθεν. Ως Σύλλογος έχουμε πάρει θέση με σωρεία άρθρων και παρεμβάσεων που διατυπώνουν τις θέσεις μας με σαφήνεια και χωρίς ήξεις αφήξεις (πχ βλ. εδώ και εδώ· αν χρειαστεί βεβαίως δεν θα διστάσουμε να κάνουμε μία ανακεφαλαίωση των ζητημάτων που άπτονται της εθνικής ανεξαρτησίας). Θα θέσουμε, ωστόσο, ορισμένα ερωτήματα που ανακύπτουν από αυτή τη θεμιτή κατά τα άλλα ιδεολογική αντιπαράθεση.

Α. ΠΟΙΟΙ ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ;

Από τη στιγμή που οι ομάδες και οι συλλογικότητες στις οποίες επιτίθεται η ηγεσία του ΚΚΕ δεν απειλούν την κυριαρχία του ΚΚΕ στο λαϊκό κίνημα τι είναι αυτό που φοβίζει; Το άρθρο της ΚΟΜΕΠ δεν ήταν το πρώτο που επιτίθεται στον «οπορτουνισμό». Έχουν προηγηθεί τουλάχιστον τρία ακόμη. Προς τι αυτή η λυσσώδης επίθεση; Αν μιλάγαμε για την περίοδο του 1968 ή του 1989 ή του 1991 όπου έγιναν τρεις μεγάλες διασπάσεις του ΚΚΕ, θα ήταν απόλυτα κατανοητό το εύρος, η ένταση και η διάρκεια μιας τέτοιας ιδεολογικής και πολιτικής αντιπαράθεσης. Σε αυτές τις περιόδους η ύπαρξη του κόμματος διακυβεύτηκε (κυρίως το ’68 και το ’91), οι συσχετισμοί τουλάχιστον στην αρχή δεν ήταν συντριπτικά υπέρ του ΚΚΕ ενώ αν για παράδειγμα αναφερθούμε στο 1968 το ρεύμα του ευρωκομμουνισμού έπρεπε να ηττηθεί και καλώς ηττήθηκε. Τώρα τι ακριβώς είναι αυτό που παίζεται; Το ΚΚΕ είναι η πιο οργανωμένη και μεγάλη δύναμη στον χώρο της κομμουνιστικής αριστεράς. Έχει την πιο μεγάλη επιρροή στο εργατικό κίνημα. Το μεγαλύτερο δίκτυο οργανώσεων. Τι είναι αυτό, λοιπόν, που φοβίζει την ηγεσία του ΚΚΕ ώστε να επανέρχεται σε μία τέτοια αντιπαράθεση; Η κοινή λογική σε ένα συμπέρασμα καταλήγει: κάποιοι νιώθουν ανασφάλεια με τη στροφή που έχει κάνει το ΚΚΕ τα τελευταία χρόνια. Ή αν δεν ισχύει κάτι τέτοιο, τότε οι απαντήσεις στον «οπορτουνισμό» είναι για την αντιμετώπιση απόψεων που υπάρχουν εντός κόμματος και επιβιώνουν κόντρα στην τάχα αποκατάσταση των επαναστατικών χαρακτηριστικών του κόμματος. Είναι αυτό που λέγεται λαϊκά «τα λέω στη νύφη να τ’ ακούσει η πεθερά».

Β. ΠΕΡΙ ΥΦΟΥΣ ΤΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ

Το δεύτερο ζήτημα έχει να κάνει με το ύφος των γραφομένων από την πλευρά της ηγεσίας του ΚΚΕ. Πώς χαρακτηρίζονται συλλήβδην όσοι έχουν μία διαφορετική άποψη; Είναι ο «δούρειος ίππος» και «πολύτιμος βοηθός της αστικής τάξης», μας πληροφορούν ΚΟΜΕΠ και Ριζοσπάστης. Πρόκειται για βαρύτατες κατηγορίες γιατί υπονοούν τη συνειδητή στήριξη της αστικής τάξης και ό,τι άλλο συνεπάγεται μία τέτοια στήριξη. Αλλά σε αυτό το σημείο τα ερωτήματα είναι αμείλικτα: ποιος διευκολύνει την αστική τάξη; Αυτός που επιδιώκει την ενότητα του κινήματος ή αυτός που δημιουργεί υγειονομικές ζώνες στο κίνημα; Αυτός που σε αντιπαραθέσεις βάλει με μανία κατά του «οπορτουνισμού» σχεδόν ισομερώς όπως και με την αστική τάξη ή αυτός που εναγωνίως επιχειρεί να αναλύσει την πολιτική των αστών και να αναδείξει την ταξικότητά της καλώντας επίμονα σε κοινά μέτωπα πάλης; Πάντως τα τελευταία χρόνια υπήρξαν μία σειρά επιφανών αστών που έχουν εξάρει τη «σταθερότητα» των θέσεων του ΚΚΕ ή ακόμη κινήσεις που προκάλεσαν μεγάλη έκπληξη στον χώρο της αριστεράς π.χ. πώληση του «902» στον Μαρινάκη ή η δήλωση παρόν στην εκλογή Στουρνάρα κ.λπ.. Τι θα έπρεπε να συμπεράνει κάποιος με βάση υπαρκτά γεγονότα και όχι αυθαίρετες πολιτικές εκτιμήσεις που γενικά και αόριστα υπονοούν σκορπώντας λάσπη στον ανεμιστήρα; Και η λάσπη στον ανεμιστήρα είναι ή θα έπρεπε να είναι ασύμβατη με την ηθική των κομμουνιστών, αφού πρόκειται για αστική μέθοδο προπαγάνδας για να μην πούμε κάτι χειρότερο.

Γ. ΟΙ ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ

Το τρίτο ζήτημα σχετίζεται με τη συνέπεια θεωρίας και αναλύσεων. Το ΚΚΕ έχει πάψει να θεωρεί την Ελλάδα εξαρτημένη χώρα, κόντρα σε ό,τι έχει συμβεί από το 2010 κι έπειτα. Επιβλήθηκαν μνημόνια, ο προϋπολογισμός σχεδιαζόταν από τις Βρυξέλλες, οι δανειστές έπνιξαν τη χώρα και επί της ουσίας τη χρεοκόπησαν, η τρόικα αλώνιζε στα υπουργεία, επιβλήθηκαν πολιτικές λύσεις έξωθεν, ενώ ο αμερικανικός παράγοντας συνεχίζει απτόητος να παρεμβαίνει πολιτικά είτε μέσω της πρεσβείας, είτε με τη χρήση των βάσεων και της υπογραφής για το Μακεδονικό. Για την ηγεσία του ΚΚΕ η Ελλάδα είναι ιμπεριαλιστική (κάποτε αυτό λέγεται με καθαρότητα, κάποτε υπονοείται αλλά αυτό είναι καθαρός οπορτουνισμός). Επομένως, αν ήθελε κάποιος να είναι συνεπής με τη θεώρηση αυτή θα έπρεπε να έχει υιοθετήσει τη γραμμή κάποιων κομμάτων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς με βάση την οποία αυτό που γίνεται σήμερα στο Αιγαίο είναι απότοκο της διένεξης δυο αστικών τάξεων ή δυο ιμπεριαλισμών. Αντ’ αυτού το ΚΚΕ σήμερα θέτει ζήτημα υπεράσπισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων κόντρα στην επιθετικότητα της τουρκικής αστικής τάξης. Σωστά! Δεν διαφωνούμε καθόλου με αυτό. Απλώς επισημαίνουμε την αντίφαση στην ανάλυση της ηγεσίας του ΚΚΕ. Δεν μπορείς να υποστηρίζεις τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού από τη μία αλλά από την άλλη να θέτεις ζήτημα υπεράσπισης της πατρίδας. Δεν γίνεται στο τελευταίο συνέδριο του ΚΚΕ να καταργείται ο όρος «αντιιμπεριαλισμός» και να αντικαθίσταται από τον όρο «αντικαπιταλισμός» αλλά να διοργανώνονται αντιιμπεριαλιστικά κάμπινγκ της ΚΝΕ. Και αυτό είναι επίσης καραμπινάτος οπορτουνισμός.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ Ή ΘΑ ΑΝΤΙΣΤΑΘΟΥΜΕ ΣΤΗ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ;

Θα τελειώσουμε με την εξής σκέψη. Σήμερα που το κομμουνιστικό κίνημα εξακολουθεί να βρίσκεται σε μία βαθιά και παρατεταμένη κρίση, σήμερα που το κεφάλαιο σαρώνει δικαιώματα, σήμερα που το εισόδημα των εργαζομένων συμπιέζεται ασφυκτικά, σήμερα που οι 600 πιο πλούσιοι άνθρωποι στον κόσμο έχουν εισόδημα όσο ο μισός πλανήτης, σήμερα που ο πλανήτης απειλείται με καταστροφή, σήμερα που ισχυροποιείται η πιθανότητα για μία γενικευμένη πολεμική σύρραξη, προέχει ή δεν προέχει η ενωτική δράση στο κίνημα; Δεν αρνούμαστε την ιδεολογική αντιπαράθεση ανάμεσα σε δυνάμεις. Αλλά υπό δυο προϋποθέσεις: η πρώτη είναι η ιδεολογική αντιπαράθεση να στοχεύει κυρίως τον πραγματικό εχθρό και όχι φαντασιακές κατασκευές και δεύτερο, η όποια αντιπαράθεση ανάμεσα σε όμορες ιδεολογικοπολιτικά δυνάμεις να εξασφαλίζει ένα στοιχειώδες επίπεδο διαλόγου. Αν αυτά δεν τηρούνται και δεν υπάρχει καμία πρόθεση να τηρηθούν τότε δυστυχώς επαληθεύεται η υποψία ότι όλα αυτά γίνονται για την αναπαραγωγή μίας γερασμένης γραφειοκρατίας. Και όταν λέμε γερασμένης δεν εννοούμε απαραίτητα ηλικιακά.