1

Περιορισμός δημοκρατικών ελευθεριών: ο καπιταλισμός σε νέα φάση

του Βασίλη Λιόση

 

 

Το περιοδικό The Economist δημοσίευσε έρευνα με βάση την οποία οι δημοκρατικές ελευθερίες περιορίστηκαν κατά σχεδόν 70% σε παγκόσμιο επίπεδο το 2020. Αιτία (ή καλύτερα αφορμή) αποτέλεσαν τα μέτρα που λήφθηκαν για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Η Τζόαν Χόεϊ υπεύθυνη της έρευνας σχολίασε σχετικά: «Η εθελοντική εγκατάλειψη θεμελιωδών ελευθεριών από εκατομμύρια ανθρώπους ίσως να είναι ένα από τα πιο αξιοσημείωτα γεγονότα αυτής της πρωτόγνωρης χρονιάς (…) όμως δεν μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι το υψηλό ποσοστό αποδοχής των περιοριστικών μέτρων σημαίνει ότι οι πολίτες εκτιμούν λιγότερο την ελευθερία . Απλώς εκτίμησαν ότι η αποφυγή θανάτων δικαιολογούσε την προσωρινή απώλεια της ελευθερίας». Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα όπως τα σχολίασε η υπεύθυνη της έρευνας;

[1] Ίσως ένα λαϊκό απόφθεγμα που χρησιμοποιείται ευρέως στην Ελλάδα, αποδίδει καλύτερα την πραγματικότητα ακόμη και από τις πιο εμβριθείς θεωρητικές αναλύσεις: «Τώρα που βρήκαμε παπά, ας θάψουμε πέντε έξι». Με άλλα λόγια η λήψη αυτών των μέτρων ενώ στοχεύουν ή υποτίθεται ότι στοχεύουν στον περιορισμό των κρουσμάτων, επιτελούν και μία δεύτερη λειτουργία: αυτή της καταστολής των κοινωνικών αντιδράσεων και της εμπέδωσης ενός πνεύματος φόβου, πειθάρχησης και υποταγής. Οι αποδείξεις στην ελληνική επικράτεια ουκ ολίγες.

[2] Το ερώτημα αν αυτό γίνεται σχεδιασμένα ή αν παρεμπιπτόντως τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης λειτουργούν και με αυτό τον τρόπο, δεν έχει τόσο σημασία. Σημασία έχει η αντικειμενική λειτουργία των μέτρων, αν και πρέπει να πούμε πως κανένας αστικός σχεδιασμός δεν γίνεται στην τύχη. Αυτό δεν παραπέμπει σε θεωρίες συνωμοσιολογίας αλλά στηρίζεται στην τεράστια εμπειρία που έχει συσσωρευτεί από την ταξική πάλη.

[3] Το αν τα μέτρα γίνονται αποδεκτά από τον κόσμο είναι προς συζήτηση και αυτό για δυο λόγους: πρώτο, δεν αποκλείουμε καθόλου τη στρέβλωση της πραγματικότητας από τους διάφορους αργυρώνητους ερευνητές προς εξυπηρέτηση πολιτικών και ιδεολογικών σκοπιμοτήτων και δεύτερο, αν όντως μεγάλα τμήματα του κόσμου αποδέχονται τα μέτρα ακόμη και στην καταφανώς παράλογη έκφανσή τους, αυτό επιτυγχάνεται έπειτα από μία παρατεταμένη πλύση εγκεφάλου. Για παράδειγμα, το ζήτημα της ατομικής ευθύνης, ο δήθεν υπερδιογκωμένος δημόσιος τομέας, η «ανομία» στα πανεπιστήμια, η «υπεροχή» του ιδιωτικού τομέα, όλα αυτά έχουν προπαγανδιστεί για δεκαετίες με τέτοιους και τόσους τρόπους που από ένα σημείο κι έπειτα αποκτούν ισχύ αμετακίνητου δόγματος στις συνειδήσεις των ανθρώπων.

[4] Πρέπει, ακόμη, να μην ξεχνάμε πως ο περιορισμός των αστικοδημοκρατικών ελευθεριών, η προώθηση ρατσιστικών κι εθνικιστικών αντιλήψεων στην κοινωνία, η ακροδεξιά στροφή κυβερνήσεων, ο τραμπισμός και ο ορμπανισμός, είναι φαινόμενα που έχουν κάνει εντονότατη την παρουσία τους τα τελευταία τουλάχιστον τριάντα χρόνια. Επομένως, αυτό που παρατηρούμε δεν είναι καινοφανές σύμπτωμα στο πλαίσιο της καπιταλιστικής κοινωνίας, αλλά μία συνέχεια, όχι συνηθισμένη είναι η αλήθεια. Στην παρούσα φάση μπορούμε να μιλήσουμε για μια τομή από την πλευρά των αστικών κρατών. Όλα τα σημάδια δείχνουν πως ο καπιταλισμός αδυνατεί να δώσει στοιχειώδεις λύσεις σε κάθε πλευρά της κοινωνικής ζωής. Και ούτε και θέλει. Ο κινητήριος μοχλός, η μεγιστοποίηση των κερδών, η κατίσχυση επί των ανταγωνιστών και το τσάκισμα κάθε λαϊκής αντίδρασης, καθορίζουν τη μορφή και το περιεχόμενο της τρέχουσας (και όχι μόνο της τρέχουσας) πολιτικής. Συνακόλουθα, όλα δείχνουν πως ο καπιταλισμός βρίσκεται σε μία φάση κρίσης που δεν είναι μόνο οικονομική. Ο περιορισμός των αστικοδημοκρατικών ελευθεριών σηματοδοτεί μία νέα φάση που αφορά την εξέλιξη της αστικής δημοκρατίας. Ήδη πολλές κλασικές αστικοκοινοβουλευτικές δημοκρατίες αρχίζουν να γειτνιάζουν επικίνδυνα με τις κλασικές δικτατορίες.

Το να πιστέψουμε στην προσωρινότητα των μέτρων, ίσως αποδειχτεί μία επικίνδυνη αυταπάτη. Το αν θα μπορούμε να αναπνέουμε ελεύθερα, όσο αυτό είναι δυνατό, εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από εμάς τους ίδιους. Οι κρατούντες κάνουν για λογαριασμό τους πολύ καλά τη δουλειά τους αλλά το ίδιο καλά πρέπει να την κάνουμε κι εμείς.