1

Το “χάπι του Θεού…” — Ναρκωτικά – Εξαρτήσεις

 

 ΗΛΙΑΣ ΜΙΧΑΛΑΡΕΑΣ*

 

Εδώ και δεκαετίες, ένα μεγάλο μέρος της συζήτησης για τα ναρκωτικά έχει επικεντρωθεί στην χημική σύνθεση, στις φαρμακολογικές επιπτώσεις, στις θεραπευτικές ή μη ιδιότητες όλων των μέχρι σήμερα γνωστών ψυχοτρόπων ουσιών και ιδιαίτερα της κάνναβης, συσκοτίζοντας την πολυσυνθετότητα ενός προβλήματος με χαρακτηριστικά κοινωνικού φαινομένου.

Τελευταία και σύμφωνα με το πνεύμα της  οικονομικά φιλελεύθερης εποχής μας, γίνεται ανοικτά συζήτηση για τις οικονομικές δυνατότητες που δίνει η  καλλιέργεια, η παραγωγή και η εκμετάλλευση ψυχοτρόπων ουσιών (κάνναβης),  για εμφανής φαρμακευτικούς,  βιομηχανικούς σκοπούς και λιγότερο εμφανή ιδεολογικά, πολιτικά οφέλη.

Οικονομικοί κολοσσοί, μέχρι και μικρομάγαζα στις γειτονιές  με το προφίλ των cannabis shops, μπαίνουν στο παιχνίδι της ελεύθερης αγοράς και αντιμετωπίζουν τις ουσίες σαν οποιοδήποτε άλλο καταναλωτικό προϊόν, αδιαφορώντας για τις επιδημικές διαστάσεις που έχει πάρει η εξάρτηση από αυτές (βλ. «Επτά τρόποι για να προκαλέσετε μια επιδημία ουσιών» Ημεροδρόμος, 7/3/2016).

 Κάτι τέτοιο βέβαια δεν είναι καινούργιο, αφού τα ίδια είχαν συμβεί με τη παραγωγή οπίου στην Ινδία και την προώθηση του από τους Βρετανούς προς την Κίνα, την παραγωγή της ηρωίνης και την διοχέτευσή της στην αγορά ως το φάρμακο για κάθε νόσο κλπ. (βλ. «Η ιστορία των ναρκωτικών, από την νεολιθική εποχή στον καπιταλισμό» Ημεροδρόμος, 15/5/2017).

Παράλληλα, στη βάση του διαχωρισμού των ναρκωτικών σε σκληρά και μαλακά επιχειρείται η νομιμοποίηση της χρήσης όλων των ουσιών (βλ. «Τα ναρκωτικά και ο κοινός παρανομαστής» Ημεροδρόμος, 23/2/2016), ενώ οι χρήστες αντιμετωπίζονται στο πλαίσιο της ιατρικοποίησης και των πολιτικών του “περιορισμού της βλάβης”, ως πάσχοντες από μια χρόνια υποτροπιάζουσα νόσο του εγκεφάλου και καταδικάζονται στην δια βίου χορήγηση συνθετικών οπιούχων ουσιών. (βλ. «Για την ιατρική χρήση της κάνναβης» Ημεροδρόμος, 17/3/2017).

Επικεντρώνοντας στην ατομική ευθύνη και στο δικαίωμα της ατομικής επιλογής, δημιουργείται ένα νομικοφανές πλαίσιο που αποκρύπτει ότι στην χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών η επιλογή είναι  προσωπική  μεν αλλά ανελεύθερη δε. Στην σχέση μεταξύ ελευθερίας και εξάρτησης υπάρχει θεμελιώδης αντίφαση εν τοις όροις ( βλ. «Ο κύριος Καρανίκας και οι “αριστερές μπα(ρου)φολογίες» Ημεροδρόμος, 5/6/2021).

Ποιο όμως είναι το πραγματικό πρόβλημα με τις εξαρτησιογόνες ουσίες; Τι είναι τα ναρκωτικά και γιατί ένας άνθρωπος καταφεύγει σε αυτά;

Ένα από τα βασικά επιχειρήματα των υποστηριχτών της απελευθέρωσης της χρήσης της κάνναβης, για παράδειγμα, είναι ότι πρόκειται για μια άκακη σχετικά ευφορική ουσία, η οποία μάλιστα προκαλεί πολύ μικρότερη βλάβη από τα δύο “νόμιμα ναρκωτικά” της αγοράς: το αλκοόλ και τα ψυχοφάρμακα.

Τέτοιου είδους  συλλογισμοί, οδηγούν στην άποψη ότι το πρόβλημα με την χρήση των ψυχοτρόπων ουσιών είναι εάν δημιουργούν εξάρτηση ή όχι, εάν κάνουν περισσότερη ή λιγότερη ζημιά και από αυτή την άποψη μπορούμε να τις διαχωρίσουμε σε “σκληρές”,  “μαλακές”, σε “καλές”, “κακές”, σε “θεραπευτικές” κοκ.   

Εδώ βασίζεται ένα ολόκληρο  αντιαπαγορευτικό “κίνημα” για την χρήση των “καλών” ψυχοτρόπων ουσιών, που επεκτείνεται σιγά, σιγά σε όλες γενικά τις ουσίες ανεξάρτητα από τις χημικές συνθέσεις ή τις φαρμακολογικές επιπτώσεις που αυτές έχουν πάνω στον άνθρωπο.

Γιατί όμως ένας άνθρωπος έχει την ανάγκη να αντλεί ευχαρίστηση αλλοιώνοντας την συνειδησιακή του κατάσταση; Γνωρίζουμε ότι από την νεολιθική εποχή ως και τον καπιταλισμό οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν τις ψυχοτρόπες ουσίες για ιατρικούς, θρησκευτικούς, κοινωνικούς, πολιτισμικούς λόγους, ασκώντας απόλυτο έλεγχο τόσο πάνω στην χρήση τους όσο και στους τρόπους χρήσης τους.

Η πίστη, για παράδειγμα, ότι μέσα από την χρήση ουσιών είχαν την δυνατότητα να έρχονται σε επαφή με τις θεότητες και έτσι μπορούσαν να ασκούν έλεγχο στα στοιχεία της φύσης, τους δημιουργούσε την αίσθηση της ασφάλειας, της βεβαιότητας, της ελπίδας…, κοκ. 

Με το πέρασμα στις βιομηχανικές κοινωνίες ο έλεγχος χάνεται και ο αλλοτριωμένος άνθρωπος ως αποτέλεσμα των διαλυμένων κοινωνικών σχέσεων, προσπαθεί να ξεφύγει από τον εαυτό του που τον βιώνει ως ξένο, ως άλλο, ως αλλότριο.

Μη μπορώντας να αντέξει τα συναισθήματά του, νοιώθοντας ένα αφόρητο ψυχικό πόνο όταν έρχεται σε επαφή με αυτά, χρησιμοποιεί τα ναρκωτικά για να αντλήσει ευχαρίστηση αλλοιώνοντας την συνειδησιακή του κατάσταση,  αλλοιώνοντας δηλαδή την δυνατότητά του να νοιώθει, να αισθάνεται, να αντιλαμβάνεται.

Τέτοιες θεμελιώδεις διαφορές ανάμεσα σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους χαρακτηρίζουν, μεταξύ άλλων, το μείζον κοινωνικό πρόβλημα αυτού που συνηθίζουμε να αποκαλούμε  “ναρκωτικά”. Όταν λοιπόν λέμε ότι τα “ναρκωτικά” υπήρχαν πάντα, πρέπει να κατανοούμε ότι δεν χρησιμοποιούντο  πάντα με τον ίδιο τρόπο. Διαφορετικά οδηγούμαστε στην αποϊστορικοποίηση του φαινομένου και σε ερμηνευτικό αδιέξοδο.

Στις μέρες μας λοιπόν που έχει χαθεί κάθε έλεγχος και η εξάρτηση από ψυχοτρόπες ουσίες έχει πάρει επιδημικές διαστάσεις, το βασικό πρόβλημα είναι ότι οι ουσίες διαμεσολαβούν, όπως πάντα άλλωστε, την σχέση του ανθρώπου τόσο με τον εαυτό του όσο και με τους άλλους. Μια σχέση που σε διαφορετική περίπτωση δεν θα ήταν βιώσιμη.

Πράγματι,  ο τρόπος που λειτουργούν οι σημερινές κοινωνίες δημιουργεί τεράστια ελλείμματα στην προσωπικότητα των νέων ανθρώπων. Ανεργία, φτώχεια, κοινωνικές ανισότητες, πόλεμοι, κοινωνικός αποκλεισμός, σχολική διαρροή, αγχώδεις διαταραχές, στρες, ψυχοσωματικά προβλήματα, κατάθλιψη, ψυχώσεις, αλλοτρίωση σε τελευταία ανάλυση, συνθέτουν την ζοφερή πραγματικότητα δισεκατομμυρίων ανθρώπων στον πλανήτη.

Από αυτή την πραγματικότητα προσπαθούν να ξεφύγουν, αυτή την πραγματικότητα προσπαθούν να αντέξουν. Επιλέγοντας τον κόσμο των ναρκωτικών, μαθαίνουν να παίρνουν ευχαρίστηση αλλοιώνοντας την συνειδησιακή τους κατάσταση, αλλάζοντας δηλαδή την αντίληψη, τις αισθήσεις, τα συναισθήματα και ναρκώνοντας το βίωμα του έντονου ψυχικού πόνου. Γίνεται λοιπόν εφικτό να μένουν φεύγοντας και να φεύγουν μένοντας. 

Το θέμα με τις ψυχοτρόπες ουσίες  δεν είναι οι παρενέργειές τους, η χημική τους σύνθεση, ή οι θεραπευτικές τους ιδιότητες, αλλά το ότι διαμεσολαβούν τις ανθρώπινες σχέσεις αλλοιώνοντας την ανθρώπινη συνείδηση.

Είτε λοιπόν πρόκειται για ναρκωτικό, είτε  για φάρμακο, είτε για “βοτάνι μαγικό”, είτε προκαλεί εξάρτηση είτε όχι, ο παρανομαστής είναι πάντα ο ίδιος. Το “φτιάξιμο”. Για αυτό και δεν πρόκειται ούτε για ρίγανη, ούτε για φασκόμηλο.

Υπάρχει ένα μεγάλο δίλημμα για τον σημερινό άνθρωπο: Ή θα ανατρέψει την πραγματικότητα που τον περιβάλει, ή θα προσπαθήσει να  ζήσει με αυτήν και να την αντέξει και μέσα  από την χρήση ψυχοτρόπων ουσιών. 

Απέναντι στην μοναξιά, στην δυστυχία του “μοναχικού πλήθους”, στον κόσμο της εκμετάλλευσης,  πρέπει να αντιπαραβάλει την συλλογικότητα, την ισότητα, την αλληλεγγύη… .

Απέναντι στην εξειδικευμένη, αποσπασματική, περιχαρακωμένη και στείρα γνώση των ειδικών, πρέπει να αντιπαραβάλει τον ανθρωπισμό μιας ολιστικής επαναστατικής φιλοσοφίας και μιας γενικής θεώρησης των πραγμάτων.

Η τραγικότητα της ύπαρξης σήμερα, έγκειται στο ότι για να υπάρξει πρέπει να μην νοιώθει το βίωμα της ύπαρξης.

Προς αυτή την κατεύθυνση δουλεύουν χρόνια τώρα η φαρμακοβιομηχανίες. Προσπαθούν να ανακαλύψουν ένα ακίνδυνο θαυματουργό φάρμακο, το χάπι της χαράς και της ευτυχίας που δεν θα έχει καμία παρενέργεια. Το χάπι που θα μας κάνει να χαιρόμαστε τις χαρές της σκλαβιάς και τη δυστυχία.

Το χάπι που θα αλλοιώνει σε τέτοιο βαθμό τη συνείδηση, ώστε να αντλούμε ευχαρίστηση από την αδυναμία να βιώσουμε την αναγκαιότητα της ρήξης και της ανατροπής των συνθηκών της δουλείας μας, που είναι αιτίες της εκμετάλλευσης, της αρρώστιας και της ανθρώπινης δυστυχίας.

Η Lilly πριν μερικά χρόνια, προσπάθησε να κατασκευάσει ένα τέτοιο χάπι με την εμπορική ονομασία πρόζακ και χρηματοδοτώντας άμεσα ή έμμεσα βιβλία, δημοσιογραφικά δημοσιεύματα, και επιστημονικές απόψεις, συνέβαλε στην δημιουργία του μύθου των αντικαταθλιπτικών.

Πρόκειται ουσιαστικά για την προσπάθεια “θεραπευτικής” χειραγώγησης του ανθρώπου, που αντιδρά   φυσιολογικά με στρες, άγχος, κατάθλιψη, απέναντι στις τοξικές κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που τον περιβάλλουν. Του ανθρώπου που στο δίλημμα ρήξη ή ενσωμάτωση οφείλει να επιλέξει την ρήξη και την ανατροπή.  

Σε αυτό το πλαίσιο, τα χάπια, το γραφείο του ψυχολόγου, το ιατρείο του ψυχιάτρου, οι διαγνώσεις, οι ετικέτες, τα σύνδρομα και τα διαγνωστικά κριτήρια, χρησιμοποιούνται ως μέρος της βιοϊατρικής της εξουσίας, ενισχύοντας τις διαδικασίες άσκησης κοινωνικού ελέγχου και κοινωνικής καταστολής.

Η ψυχολογικοποίηση και η ψυχιατρικοποίηση των ανθρώπινων συμπεριφορών είναι η εξειδικευμένη αποσπασματική προσέγγιση ενός τεχνητά κατακερματισμένου  κοινωνικού ανθρώπου. Δρώντας σαν παραμορφωτικός φακός, τον εμποδίζουν  να  δει τον εαυτό του και τον κόσμο μέσα από μια ολιστική ανθρωποκεντρική  φιλοσοφία,  απομακρύνοντάς τον από τις πραγματικές αιτίες των προβλημάτων του.

Η  ιατρικοποίηση των προβλημάτων, του απομονωμένου ατόμου στον καπιταλισμό, νομιμοποιεί τον ατομικισμό, την απομόνωση, την μοναξιά, την αλλοτρίωση, ανάγοντας τα σε φυσικά φαινόμενα που πρέπει να μάθουμε να ζούμε με αυτά και ταυτόχρονα συσκοτίζει τα κοινωνικά- οικονομικά αίτια που τα δημιουργούν.

Όμως, η στρέβλωση της πραγματικότητας είναι τόσο εμφανής, που όλο και περισσότεροι άνθρωποι  συνειδητοποιούν ότι η κοινωνική παθολογία που μετατρέπεται σε ατομική παθολογία, μπορεί να αντιμετωπισθεί  με το “ποτέ μόνος”, “ποτέ αδρανής” του κοινωνικού ατόμου που εκφράζεται και δημιουργεί συλλογικά τις προϋποθέσεις της ελευθερίας του μέλλοντός του.

Ίσως, όπως πολλοί υποστηρίζουν και ο φίλος μου ο Μάνος είναι ένας από αυτούς, να ήρθε η ώρα να αντικατασταθούν τα γραφεία των ψυχολόγων και τα ιατρεία των ψυχιάτρων από τους φιλοσόφους, τις συλλογικότητες και τις αίθουσες των σωματείων  που ως τόποι συνάθροισης και συν απάντησης,  θα οδηγούν από την έννοια του “μοναχικού πλήθους”, στις μαζικές διαδηλώσεις στους δρόμους του αγώνα για καλύτερες συνθήκες ζωής.

Μια μαγική ουσία, που θα μπορούσε να αποκρύπτει αυτή την επαναστατική αλήθεια θα ήταν για την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων “δώρο Θεού”.

Ας υποθέσουμε λοιπόν, πως ο Θεός συμμερίζεται κάποια στιγμή τις επιθυμίες των φαρμακοβιομηχανιών για περισσότερα κέρδη, καθώς και την θέληση των δυνατών για περισσότερο έλεγχο πάνω στους πιο αδύναμους, — δηλαδή συμμερίζεται τις επιθυμίες των πιο “πιστών”, όπως οι ίδιοι ισχυρίζονται, σε αυτόν ανθρώπων, που οι άλλοι όμως οι πολλοί αποκαλούν θεομπαίχτες — και κάνει δώρο την χημική σύνθεση μιας ουσίας που υπό μορφή χαπιού θα συμπυκνώνει τις ιδιότητες όλων των γνωστών ψυχοτρόπων ουσιών, χωρίς όμως να δημιουργεί εξάρτηση, στερητικά σύνδρομα, και χωρίς να δημιουργεί καμία απολύτως παρενέργεια.

Είναι μια ουσία που οι χρήστες μπορούν να αλλάζουν την δράση της και το περιεχόμενο της δράσης της, ανάλογα με την συναισθηματική τους κατάσταση, τις επιθυμίες τους, το περιβάλλον, τις επιδιώξεις τους…, και αυτό με μια μόνο σκέψη.

Αυτοί που ξέρουν, καταλαβαίνουν αμέσως πως πρόκειται όχι απλώς για μια μαγική ουσία, για ένα απλό “χόρτο” που  οι άνθρωποι ονομάζουν κατ’ ευφημισμό  “χόρτο του θεού”, “μαγικό βοτάνι” κλπ, αλλά για κάτι πολύ περισσότερο. Πρόκειται για “την ουσία του Θεού”.

Με αυτό το “δώρο” ο Θεός, απάντησε θετικά στην επιθυμία των ανθρώπων να μπορούν να κατασκευάσουν ένα τέτοιο χάπι, αλλά δεν απάντησε στο εάν πρέπει να το κατασκευάσουν και εάν πρέπει να το χρησιμοποιήσουν.

Αυτή την επιλογή την άφησε στους ανθρώπους. Άφησε δηλαδή να πλανάται το εξής ερώτημα: πρόκειται για το “χάπι του Θεού” ή για το “πνεύμα του κακού”;   

Με την αυτοπεποίθηση και την αλαζονεία χιλίων μαθητευόμενων μάγων, οι άνθρωποι που το κατασκεύασαν βιάστηκαν να το μετατρέψουν σε καταναλωτικό προϊόν και να το διαφημίσουν όπως όλα τα άλλα καταναλωτικά προϊόντα. Θα δημιουργούσαν έτσι μια μαζική επιθυμία χρήσης, αφού πρώτα εδραίωναν ένα κλίμα αποδοχής, πείθοντας πως όλοι χρησιμοποιούν την ουσία και όσοι δεν την χρησιμοποιούν παρεκκλίνουν.

Έβλεπαν σε αυτό κέρδη και την δύναμη της απόλυτης εξουσίας. Εύκολα θα μπορούσαν να διατηρήσουν την κυριαρχία τους πάνω στους πολλούς, όχι μόνο χωρίς αντιδράσεις αλλά εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα την παθητική τους συναίνεση.

Τα χρόνια περνούσαν και οι συνθήκες ζωής των ανθρώπων γινόντουσαν όλο και πιο σκληρές και απάνθρωπες. Γκέτο χωρίς τοίχους, καταθλίψεις, ψυχιατρικά προβλήματα, άγχος, στρες, αποξένωση, κοινωνικός αποκλεισμός, ανασφάλεια, αβεβαιότητα, εκμετάλλευση, καθόριζαν τη σχέση των ανθρώπων τόσο με τον εαυτό τους όσο και μεταξύ τους. Πείνα , φτώχεια, πόλεμοι, κυριαρχούσαν.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η “θαυματουργή ουσία” ήταν πάντα εκεί για να εμποδίζει το βίωμα της ύπαρξης. Αυτό σήμαινε, πως οι άνθρωποι στη θέση των βιωμάτων και των συναισθημάτων είχαν ένα απόλυτο κενό. Από αυτό το κενό αντλούσαν ικανοποίηση.

Παραμορφώνοντας τις αισθητηριακές προσλαμβάνουσες και αυτό που αποκαλούμε ανώτερες ψυχοδιανοητικές λειτουργίες, αλλοίωναν την συνειδησιακή τους κατάσταση. Ο κόσμος γινόταν πλέον αντιληπτός μέσα από μια ομίχλη.  

Όλες οι καθημερινές ανθρώπινες συμπεριφορές συνδέοντο σιγά- σιγά  με την χρήση της ουσίας. Ο έρωτας, η φιλία, οι γιορτές, οι τελετές, η εργασία… . Και  αφού με την καθημερινή χρήση συνδέοντο όλο και περισσότερο με την ουσία, άρχισαν να υποκαθίστανται από αυτήν. Ο έρωτας, η φιλία, η συναδελφικότητα…, δεν ήταν πλέον αναγκαίες ανθρώπινες συμπεριφορές. Η ουσία είχε γίνει  υποκατάστατο χαμένων ανθρώπινων σχέσεων, χαμένων ανθρώπινων συναισθημάτων. Οι μαθητευόμενοι μάγοι είχαν απελευθερώσει δυνάμεις που δεν μπορούσαν, παρά μόνο με την δημιουργία θεσμοθετημένων περιθωρίων να ελέγξουν.

Τότε συνέβη κάτι πολύ περίεργο. Τα προβλήματα με την μορφή της αλλοτρίωσης, που οι κοινωνικές συνθήκες είχαν δημιουργήσει στους ανθρώπους και από τα οποία προσπαθούσαν να ξεφύγουν με την χρήση της “ουσίας του Θεού”, επανεμφανίστηκαν  από την χρήση της “ουσίας του Θεού” με πανομοιότυπες μορφές αλλά αυτή τη φορά ως ακραία μορφή αλλοτρίωσης.

Κυριαρχούσε ένα σύνδρομο απουσίας κινήτρων. Απώλεια ενδιαφέροντος και επιδιώξεων, απάθεια, δυσκολία στην συγκέντρωση και κοινωνική απόσυρση, φυγή από την πραγματικότητα, δυσκολία στον σχεδιασμό μακροπρόθεσμων στόχων, επικέντρωση στο εδώ και τώρα, ερμηνεία της ζωής στη λογική του άσπρου ή μαύρου και του όλα ή τίποτα, ενοχή, ντροπή, χαμηλή αυτοεκτίμηση, μείωση αυτοελέγχου σκέψης, κατάθλιψη, απογοήτευση, απουσία οραμάτων, προβλήματα στην μνήμη την μάθηση, την συγκέντρωση, την κρίση και τον αυτοέλεγχο, προβλήματα στις οικογενειακές σχέσεις, στις διαπροσωπικές σχέσεις, αντικοινωνική συμπεριφορά…, είναι μερικές από τις πλευρές της νέας  πραγματικότητας. Ο άνθρωπος είχε πια αλλάξει!

Με τρομακτικά ελλείμματα, στην επικοινωνία, στα συναισθήματα, στην κοινωνική ταυτότητα, στην σκέψη, η προσωπικότητα αποδομήθηκε στο επίπεδο των  βασικών της στοιχείων και όλοι έμοιαζαν με όλους συνθέτοντας το σύνολο μιας καταθλιπτικής ομοιομορφίας.

Απουσία ενδιαφερόντων, αδυναμία άντλησης ικανοποίησης, απουσία κοινωνικών σχέσεων, σηματοδοτούσαν το τέλος του κοινωνικού ανθρώπου. Η αλλοτριωμένη ατομικότητα και  ο κόσμος της σιωπής είχαν επικρατήσει της κοινωνικότητας.

Κάποιοι άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι υπήρχε κάτι κοινό μεταξύ των κοινωνικών- οικονομικών συνθηκών της διαβίωσης τους και της “ουσίας του Θεού”. Τόσο οι συγκεκριμένες κοινωνικές – οικονομικές συνθήκες, όσο και  η ουσία χρήσης διαμεσολαβούσαν τις σχέσεις των ανθρώπων με τέτοιο τρόπο που τελικά τους οδηγούσαν στην αποξένωση, στην αλλοτρίωση. Η “ουσία του Θεού”, είχε γίνει το “πνεύμα του κακού”. Το ερώτημα που ο Θεός είχε αφήσει αναπάντητο, είχε πλέον απαντηθεί.

Ήταν σαν να ξύπνησαν από ένα λήθαργο. Φέρνοντας στο μυαλό τους έναν παλιό δάσκαλο, τον  Lev Vygotsky, ξαναθυμήθηκαν πως οι κοινωνικές παράμετροι, τα κοινωνικά δεδομένα, αναπτύσσουν και πολλαπλασιάζουν τις πλευρές της ατομικότητας, την ίδια στιγμή που η κοινωνικότητα αναπτύσσεται από τις ατομικές επιδράσεις.

Θυμήθηκαν ξανά πως η σκέψη και η αντίληψη κατευθύνονται από το κοινωνικό προς το ατομικό και όχι από ατομικό προς το κοινωνικό.

Συνειδητοποίησαν, πως η σκέψη και η συνείδηση καθορίζονται από τις πραγματοποιούμενες δραστηριότητες με τους συνανθρώπους μας μέσα σε ένα καθορισμένο ιστορικά κοινωνικό περιβάλλον.

Είχε δίκιο λοιπόν  ο Κ. Μαρξ, όταν έλεγε: “πως αλλοτρίωση είναι η απώλεια της ανθρώπινης ουσίας, δηλαδή της ενσυνείδητης ζωτικής δραστηριότητας που διαφοροποιεί το ανθρώπινο είδος από όλα τα άλλα. Όταν υπάρχει αλλοτρίωση, το ανθρώπινο ον καταλήγει να υποταχθεί στα προϊόντα του. Στο χρήμα, στην αγορά, στο κράτος. Η αξία του ανθρώπου είναι ανάλογη της περιουσίας του, της συσσώρευσης υλικών αγαθών. Οι διαπροσωπικές σχέσεις καθορίζονται ανάλογα με αυτό”.

Αντιλήφθηκαν πως η ανάπτυξη της προσωπικότητας του νέου παιδιού, του ανθρώπου γενικότερα, είναι αποτέλεσμα της διαμεσολάβησης κοινωνικών γεγονότων και πολιτισμικών εργαλείων, η γλώσσα είναι ένα από αυτά,  που εσωτερικοποιούνται με τέτοιο τρόπο ώστε η γνωστική δραστηριότητα δεν είναι τίποτα άλλο από την εσωτερίκευση της εξωτερικής δραστηριότητας.

Κατάλαβαν, πως οι κοινωνικές σχέσεις πρέπει να είναι άμεσες ειλικρινείς, ξεκάθαρες και να μην διαμεσολαβούνται από οτιδήποτε αλλοιώνει την συνειδησιακή τους κατάσταση.

Κατάλαβαν επίσης, πως οι κοινωνικές σχέσεις αποτυπώνονται νευροφυσιολογικά στον εγκέφαλο την ίδια στιγμή που ο εγκέφαλος αντεπιδρά σε αυτές, κάνοντας τον άνθρωπο κάτι πολύ περισσότερο από το σύνολο των νευρώνων και των συνάψεων  του εγκεφάλου του. Μόνο έτσι αποκτούσαν νόημα έννοιες όπως ντοπαμίνη, σεροτονίνη, συνάψεις, υποδοχείς…κλπ. Άλλωστε τι θα ήταν ο εγκέφαλος χωρίς το χέρι;

 Έγινε ξεκάθαρο πλέον , όπως έλεγε και ένας άλλος μεγάλος γιατρός και διανοητής, ο H. Wallon, πως η ψυχολογία δεν είναι  παρά η σχέση μεταξύ οργανικού και κοινωνικού. Είναι άλλωστε η ψυχολογία, η δυσκολότερη των επιστημών, γιατί είναι το τελευταίο οχυρό της υποκειμενικότητας.

Μια τέτοια επιστήμη δεν θα είναι μέρος της άσκησης κοινωνικού ελέγχου της βιοεξουσίας, αλλά θα βρίσκεται στην υπηρεσία του ανθρώπου βοηθώντας να κατανοήσουμε ότι τα ναρκωτικά είναι η υιοθέτηση ενός τρόπου ζωής που διαμεσολαβείται από αυτά και που οδηγεί  στην φυγή, την μοναξιά, το θάνατο του κοινωνικού ατόμου και την ακραία αλλοτρίωση.

Αντιμετωπίζονται στο βαθμό που υιοθετούμε έναν τρόπο ζωής που διαμεσολαβείται από την συλλογικότητα, την αλληλεγγύη, την ισότητα, την κοινωνική δικαιοσύνη, τον  επαναστατικό ανθρωπισμό. Το πρόβλημα με τα ναρκωτικά δεν είναι η εξάρτηση, οι παρενέργειες, ή οι θεραπευτικές τους ιδιότητες, αλλά η αλλοίωση της συνείδησης και η διαμεσολάβηση. Ποτέ μόνοι λοιπόν και ποτέ αδρανείς!

 

(*) Ο Ηλίας Μιχαλαρέας είναι Δρ. Ψυχολογίας – Δρ. Γεωγραφίας. Μέλος  του Δ.Σ της Πανελλήνιας Ένωσης Νοσοκομειακών Ψυχολόγων – Π.Ε.ΝΟ.ΨΥ.  Επιστημονικά Υπεύθυνος της Μονάδας Απεξάρτησης ΔΙΑΠΛΟΥΣ, της Ψ.Κ του Γ.Ν.Κ. Επιστημονικά Υπεύθυνος της Μονάδας Υποστήριξης κρίσεων (Μ.Υ.Κ), της Ψ.Κ του Γ.Ν. Κέρκυρας.

 

Αναδημοσίευση από τον Ημερόδρομο