1

Χούντα και Αμερικανοί: ξεχάστε ό,τι ξέρατε. Γ΄Μέρος.

 

του Βασίλη Λιόση

 

Γ΄ ΜΕΡΟΣ

 

Στο Β΄ μέρος παρουσιάσαμε τα ντοκουμέντα που αποδεικνύουν την ανάμιξη του αμερικανικού παράγοντα στη διοργάνωση του πραξικοπήματος. Στο Γ ΄και τελευταίο Mέρος θα παρουσιάσουμε ντοκουμέντα που σχετίζονται με τη στήριξη των ΗΠΑ στη χούντα.

 

ΤΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ ΜΕΤΑ ΤΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ

[i] Αλλά ακόμη κι αν δεχτούμε χάριν της συζήτησης πως η αμερικανική πλευρά δεν είχε καμία ανάμειξη αρχικά στην επιβολή της χούντας, η μετέπειτα στάση της έτσι κι αλλιώς δεν την αθωώνει:

«Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ άργησαν να διορίσουν νέο πρέσβη στην Αθήνα μετά το πραξικόπημα (σ.σ. ο Φίλιπς Τάλμποτ  αποχώρησε τον Ιανουάριο του 1969 και ο Χένρι Τάσκα ανέλαβε καθήκοντα πρέσβη τον Ιανουάριο του 1970) οφείλεται στο ότι “υπήρχε ένα αίσθημα ότι δεν θέλαμε να δείξουμε ενθουσιασμό για τη χούντα»,

θυμάται ο Άρτσερ Μπλαντ (σ.σ. πολιτικός σύμβουλος στην Αμερικανική πρεσβεία το 1968-1970). Ο νέος πρέσβης, Χένρι Τάσκα, θα γινόταν αργότερα γνωστός για τις στενές σχέσεις του με τους συνταγματάρχες:

«Είχε την πολύ δύσκολη θέση να διαχειρίζεται μια πρεσβεία χωρισμένη στα δυο. Ήταν ένας πικρός αγώνας. Οι συναντήσεις προσωπικού ήταν εχθρικές. Δεν έχω βρεθεί ποτέ σε θέση που ως Αμερικανός αξιωματούχος δεν μπορούσες να μιλήσεις ειλικρινά για την τοπική κυβέρνηση. Αλλά αν έκανες το λάθος να πεις κάτι επικριτικό για μέλη της χούντας, η CIA εκρήγνυτο με οργή. Όσο για τη στάση της Ουάσιγκτον απέναντι σε αυτό το διχασμό, ήθελε να βγαίνουν προς τα έξω και οι δυο απόψεις».

»Αρχικά ο Λευκός Οίκος ακολουθούσε την προσέγγισης της μη εμπλοκής. Η στάση ήταν, ας περιμένουμε να δούμε τι θα γίνει. Αλλά σιγά σιγά φαινόταν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μετακινούνταν από τη μια μάλλον ψύχραιμη στάση σε θερμό εναγκαλισμό με τη χούντα. Ήταν την περίοδο της προεδρίας Νίξον που κινηθήκαμε σε στενότερη σχέση με τη χούντα».

Ο Άρτσερ Μπλαντ δεν έλαβε ποτέ οδηγία ότι για να δει κάποιον σε υψηλή θέση θα έπρεπε να μεσολαβήσει άνθρωπος της CIA. Ωστόσο, σημειώνει «το μοτίβο ήταν ότι το έκανε η CIA», ενώ υπήρχε ένας άνθρωπος, «ο Πίτερ Πίτερσον (Peter Peterson), ο οποίος ήταν γενικός πρόξενος, Ελληνοαμερικανός και είχε πολλές στενές σχέσεις με τον Παττακό, το νούμερο δύο της χούντας. Συχνά τον χρησιμοποιούσαμε γι’ αυτό»[1], οι υπογραμμίσεις δικές μας.

Στις 13 Ιανουαρίου, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ στέλνει απόρρητο τηλεγράφημα στην αμερικανική πρεσβεία της Αθήνας

«Έχουμε αποφασίσει να προχωρήσουμε στο εγγύς μέλλον σε μια σχέση εργασίας με το καθεστώς… Έχουμε, εν πάση περιπτώσει, συμφέροντα στην Ελλάδα, τα οποία πρέπει να προσέξουμε».[2]

Δέκα ημέρες αργότερα, ο Αμερικανός πρεσβευτής Φίλιπ Τάλμποτ επισκέπτεται τον υπουργό Εξωτερικών της χούντας, Π. Πιπινέλη, και του ανακοινώνει την απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης για την αποκατάσταση πλήρων διπλωματικών σχέσεων με το καθεστώς των συνταγματαρχών.

Μερικές ημέρες αργότερα, ο δικτάτορας Παπαδόπουλος λαμβάνει μια επιστολή από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, όπου ο Λ. Τζόνσον γράφει:

«Αγαπητέ κ. πρωθυπουργέ…

…Είμαι ευγνώμων γιατί έχετε συνειδητοποιήσει τα διλήμματα που αντιμετωπίζουν οι δημοκρατικές χώρες, λόγω της αιφνιδιαστικής αλλαγής στη χώρα, στις 21 Απριλίου 1967… Η κυβέρνησή μου βρίσκει ότι ορισμένα από τα μέτρα που έχετε λάβει είναι θετικά για την αποκατάσταση κανονικών συνθηκών στην ελληνική πολιτική και κοινωνική ζωή… Όπως γνωρίζετε, κ. πρωθυπουργέ, οι χώρες μας έχουν πολλές κοινές αξίες. Έχουμε μια μακρά και παραγωγική σχέση, βασισμένη σε κοινούς στόχους και δεσμούς. Πρόκειται για μια σχέση μεγίστης σημασίας για εμάς τους Αμερικανούς».[3]

Επίσης σε αποχαρακτηρισμένα έγγραφα της CIA η χούντα υμνολογείται από τον αμερικανικό παράγοντα:

«Μολονότι δεν ξεκίνησαν την κατάληψη της εξουσίας μ’ ένα έτοιμο πενταετές σχέδιο για την Ελλάδα, οι ηγέτες του πραξικοπήματος πέτυχαν εντυπωσιακά αποτελέσματα σε ορισμένα πράγματα που ξεκίνησαν να κάνουν. Αποκατέστησαν τη δημόσια τάξη και σχεδόν κανονικότητα στην ελληνική οικονομική ζωή, επιδίωξαν δε να συμφιλιώσουν την κοινή γνώμη της υπαίθρου με μέτρα για την αύξηση του αγροτικού εισοδήματος».

Ως στόχοι της χούντας, μεταξύ άλλων,

«η επαναστελέχωση της δημόσιας διοίκησης με ακομμάτιστους υπαλλήλους που συνδυάζουν επαγγελματικές δεξιότητες κι εντιμότητα», η «ανατροπή της αριστερής-ουδετερόφιλης κατρακύλας στην ελληνική εξωτερική πολιτική, που χαρακτηρίζει τη μετακαραμανλική περίοδο», καθώς και «η έμφαση σε αναπτυξιακά προγράμματα σε φτωχές και καθυστερημένες περιοχές».

Ως θετικό παράδειγμα αυτής της τελευταίας μνημονεύεται η υπογραφή της σύμβασης με την καλιφορνέζικη Litton Industries, «η εφαρμογή της οποίας είχε παρεμποδιστεί από την αριστερή κοινοβουλευτική αντιπολίτευση»· στην πραγματικότητα επρόκειτο για σύμβαση λεόντεια, που εξελίχθηκε σ’ ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα απροκάλυπτης λεηλασίας του δημόσιου χρήματος.

Η έκθεση κλείνει με τη διαπίστωση ότι «τα μέλη της χούντας φαίνονται έξυπνοι, ικανοί και με ισχυρή θέληση».[4]

Όπως εκτιμά ο Τάσος Κωστόπουλος που δημοσίευσε τα έγγραφα της CIA στην ΕΦΣΥΝ

«Δεν περιμένει φυσικά κανείς από μια μυστική υπηρεσία να αποκαλύψει η ίδια την ανάμιξή της σε μια κακόφημη επιχείρηση, όπως το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967.

»Από τις 15 τουλάχιστον προδικτατορικές εκθέσεις της CIA για την ομάδα Παπαδόπουλου έχουν έτσι δημοσιευθεί μέχρι σήμερα μόνο δύο.

»Εξίσου εύγλωττο είναι το γεγονός πως η πληροφόρηση της υπηρεσίας για τις κινήσεις της εν λόγω ομάδας φέρεται να σταματά στις 23/1/1967, ενέργεια που θυμίζει περισσότερο “σιγή ασυρμάτου” από πλευράς των πρακτόρων παρά ξαφνική απώλεια επαφής με τους συνωμότες.

»Για τις επαφές των δυο πλευρών εκείνες τις μέρες διαθέτουμε, ωστόσο, μια πρώτης τάξης πηγή: τη λεπτομερή έκθεση που ο τότε διευθυντής Α2 του ΓΕΣ, ταξίαρχος Πανουργιάς, έστειλε τον Οκτώβριο του 1967 στον αυτοεξόριστο Καραμανλή εξιστορώντας την προετοιμασία του πραξικοπήματος, τόσο από την ανώτατη στρατιωτική ηγεσία (που δεν πρόλαβε να δράσει) όσο κι από τους υφισταμένους της συνταγματάρχες (που είχαν επιφορτιστεί με τη διεκπεραίωσή του, αλλά τελικά άδραξαν την ευκαιρία για δικό τους λογαριασμό).

»Στέλεχος του πρώτου μηχανισμού, ο Πανουργιάς αναφέρεται και στη βολιδοσκόπηση του αθηναϊκού κλιμακίου της CIA από τους μελλοντικούς πραξικοπηματίες τον Μάρτιο του 1967:

» “Μίαν ημέραν είχομεν συνάντησιν μεθ’ ενός Ελληνικής καταγωγής αξιωματικού της Αμερικανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, εις την οικίαν του Βουλευτού [Λάρισας της ΕΡΕ, Χρήστου] Κιτσίδη. Κατ’ αυτήν συνεζητήθη ποία η ενδεχομένη αντίδρασις των ΗΠΑ εις περίπτωσιν δικτατορίας. Ο εν λόγω Αμερικανός ενίσχυσεν κατά κάποιον τρόπον την άποψιν Παττακού [υπέρ του πραξικοπήματος, έστω και δίχως εντολή της ανώτατης ηγεσίας], ειπών ότι αι ΗΠΑ εφ’ όσον τηρούσαμε την αυτήν εξωτερικήν πολιτικήν, παραμέναμε εις το ΝΑΤΟ και δεν δημιουργούσαμε θέματα με Τουρκίαν θα μας εβοήθουν. Ο Παττακός ενεντυπωσιάσθη” (Αρχείο Κ. Καραμανλή, Φ.38Α, φ.8/513).

»Το παραπάνω απόσπασμα πρωτοδημοσιεύθηκε αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση («Ακρόπολις» 18/8/1974), απαλείφθηκε όμως –όπως και το μεγαλύτερο μέρος της έκθεσης Πανουργιά– κατά τη δημοσίευση του “Αρχείου Καραμανλή” από το ομώνυμο Ίδρυμα το 1997 (τ. 7ος, σ. 18-19).

»Αντί γι’ αυτό, οι επιμελητές της έκδοσης προτίμησαν ένα βολικό απόσπασμα από έκθεση κάποιου άσχετου στρατηγού, που διαψεύδει κατηγορηματικά κάθε αμερικανική ανάμιξη στο πραξικόπημα (όπ.π., σ. 26)».[5]

[ii] Αυτό που έχει επιπλέον βαρύνουσα σημασία είναι ο τρόπος που διευκολύνθηκε το αμερικανικό κεφάλαιο επί χούντας. Ο Αμερικανός πρεσβευτής Τάλμποτ δήλωσε:

«Προ του πραξικοπήματος του Απριλίου, δεν επρόκειτο να γίνουν σημαντικές επενδύσεις, αλλά έκτοτε το καθεστώς υπέγραψε μεγάλες συμβάσεις με τη Λίτον, άλλες βιομηχανίες και την Γκουντγίαρ […] Οι πιθανοί ξένοι επενδυταί, απηυδισμένοι επειδή δεν έπαιρναν καν απάντηση στις αιτήσεις τους, εγκατέλειπαν την προσπάθεια (σ.σ. εννοεί προ του πραξικοπήματος). Τώρα ο Μακαρέζος έδωσε εντολή στην Επιτροπή Ξένων Κεφαλαίων να απαντούν εντός ολίγων ημερών σε κάθε αίτηση επενδύσεων ενός εκατομμυρίου δολαρίων και εντός δεκαπέντε ημερών επί αιτήσεων που αφορούν μεγαλύτερα ποσά. Ήδη οι ξένες επενδύσεις που είχαν σημειώσει κάθετη πτώση ήρχισαν να επιστρέφουν στη Ελλάδα»[6].

[iii] Εν κατακλείδι οι Αμερικανοί ούτε εμπόδισαν να εκδηλωθεί το πραξικόπημα, ούτε εξέφρασαν κάποιο είδος δυσαρέσκειας προς αυτό. Αντιθέτως, τους εξυπηρέτησε για τα όποια σχέδιά τους στην Ελλάδα. Στις 28 Γενάρη του 1968 πάλι ο Αμερικανός πρεσβευτής στη Ελλάδα, Τάλμποτ δήλωσε:

«Έχω εντολήν της κυβερνήσεώς μου να ανακοινώσω εις τον Έλληνα υπουργό των Εξωτερικών ότι η αμερικανική κυβέρνηση αποφάσισε να επαναλάβει κανονικάς διπλωματικάς σχέσεις μετά της ελληνικής κυβερνήσεως»[7].

Τέλος, θα πρέπει να δοθεί μια ερμηνεία από τους υποστηρικτές της μη ανάμειξης του αμερικανικού παράγοντα, για ποιο λόγο ο Κλίντον κατά την επίσημη επίσκεψή του στην Ελλάδα εξέφρασε τη λύπη του (για τους δικούς του λόγους κι οπωσδήποτε όχι από δημοκρατική ευαισθησία) για την υποστήριξη του δικτατορικού καθεστώτος από τις ΗΠΑ…

*  *  *  *

Σε κάθε περίπτωση έχουμε να κάνουμε με μια απίστευτη θεώρηση και στροφή της ηγεσίας του ΚΚΕ όσον αφορά τον ρόλο του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και την ανάμιξή του στην επταετή χούντα. Ασφαλώς δεν πρόκειται για τη μόνη αλλαγή. Έχουμε να κάνουμε με μια συντεταγμένη επιχείρηση ακύρωσης του αντιιμπεριαλισμού στο όνομα μιας δήθεν ιδεολογικής καθαρότητας. Αλλά πρέπει να πούμε ότι ο δρόμος για να πάρεις απόσταση από το ίδιο το επαναστατικό όραμα είναι η απεμπόληση των ενδιάμεσων αιτημάτων και των ζητημάτων κρίκων σε μια χώρα όπως η Ελλάδα που βοηθάνε ευρύτερα πληθυσμιακά στρώματα να συνειδητοποιήσουν την ανάγκη της ριζικής κοινωνικής αλλαγής.

Ωστόσο, με δεδομένη αυτή τη στροφή έχουμε να θέσουμε ένα ερώτημα. Αν ο αμερικανικός παράγοντας ουδεμία ανάμειξη είχε στον σχεδιασμό του πραξικοπήματος αλλά ούτε και στα πολιτικά δρώμενα της ελληνικής πολιτικής σκηνής την περίοδο της επταετίας για ποιο λόγο η πορεία πηγαίνει προς την αμερικάνικη πρεσβεία και για ποιο λόγο ακούγονται, όλο και πιο αραιά είναι η αλήθεια, αντιαμερικανικά συνθήματα;

 

 

Υ.Γ. Όσον αφορά την υποτέλεια του ελληνικού πολιτικού προσωπικού απέναντι στον αμερικανικό παράγοντα αναφέρουμε χαρακτηριστικά τον τρόπο που στάθηκε ο Αλέξης Τσίπρας απέναντι στον Tραμπ τον οποίο και θεώρησε «διαβολικά καλό», όπως και τη φράση που εκστόμισε το στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας και πρόεδρος της βουλής, Κώστας Τασούλας, απέναντι στον πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων Αμερικανό γερουσιαστή Μπομπ Μενέντεζ, αναφωνώντας ως άλλος Βαν Φλιτ:

«Από την Κέρκυρα μέχρι το Καστελόριζο και από την Κρήτη μέχρι την Θράκη, σας παραδίδουμε την Ελλάδα σήμερα στα χέρια σας. Και είμαστε βέβαιοι ότι είναι σε καλά χέρια».[8]

Τέλος, ο νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Στέφανος Κασσελάκης, αφού εργάστηκε στην Γκόλντμαν Σακς, αφού συμμετείχε στο επιτελείο του Μπάιντεν, αφού έλαβε μέρος σε αμερικανική δεξαμενή σκέψης, αφού εκθείαζε τον Κυριάκο Μητσοτάκη και αφού έγραφε για την αναγκαιότητα των μνημονιακών μέτρων, τώρα ακολουθώντας την «παράδοση» του προκατόχου του «έκοψε λάσπη» όπως λέμε λαϊκά στην πορεία του Πολυτεχνείου.

Αντιγράφουμε:

«Μια εξόχως ενδιαφέρουσα πληροφορία η οποία προέρχεται από πολύ έγκυρους διπλωματικούς κύκλους του υπουργείου Εξωτερικών αναφέρει πως ο Στέφανος Κασσελάκης τα εικοσιτετράωρα που προηγήθηκαν της πορείας για το Πολυτεχνείο και τα 50 χρόνια από την εξέγερση έλαβε μήνυμα από την Αμερικανική Πρεσβεία στην Αθήνα με ένα πολύ σαφές περιεχόμενο.

Ούτε λίγο ούτε πολύ η Αμερικανική Πρεσβεία εξηγούσε στον Στέφανο Κασσελάκη πως δεν θα ήταν καθόλου φρόνιμο και σωστό να συμμετέχει σε μια πορεία που θα έφτανε μέχρι τις εγκαταστάσεις της αμερικανικής διπλωματικής αποστολής στην Αθήνα.

Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως η πληροφορία αυτή διακινήθηκε από ανώτερους διπλωματικούς κύκλους του υπουργείου Εξωτερικών. Η είδηση, διότι πρόκειται περί σημαντικής ειδήσεως, αναρτήθηκε αργά το πρωί του Σαββάτου στην ιστοσελίδα Ωμέγα Press.

Κατά την διάρκεια των τελευταίων εικοσιτετραώρων πριν από την πορεία για το Πολυτεχνείο ο Στέφανος Κασσελάκης είχε καταστήσει σαφές στο πολιτικό του περιβάλλον πως δεν είχε καμία όρεξη (βλ. πρόθεση) να συμμετέχει σε μια τέτοια πορεία.

Επισημαίνεται πως ο Στέφανος Κασσελάκης είναι Αμερικανός πολίτης και πως όλα τα οικονομικά του συμφέροντα εξαρτώνται από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Επισημαίνεται επίσης ότι ο Στέφανος Κασσελάκης έκανε τα αδύνατα δυνατά ώστε να καταστήσει σαφές πως λαμβάνει αποστάσεις από την επέτειο του Πολυτεχνείου».[9]

 

[1]. Πελώνη Αριστοτελία, «Οι σχέσεις των Αμερικανών και της CIA με τη χούντα»  στο:«21η Απριλίου, 1967-2007, 40 χρόνια από το πραξικόπημα της χούντας», Ειδική έκδοση της εφημερίδα Τα Νέα, σ. 103, Αθήνα 2007.

[2]. https://www.imerodromos.gr/1968-oi-ipa-dinoyn-to-chrisma-sti-choynta/

[3]. https://www.imerodromos.gr/1968-oi-ipa-dinoyn-to-chrisma-sti-choynta/

[4]. https://www.efsyn.gr/arheio/fantasma-tis-istorias/107626_i-hoynta-me-ta-matia-tis-cia

[5]. Ό.π.

[6]. Η έκθεση Τάλμποτ δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα Έθνος από 2/2/70 και μετά.

[7]. Αναφέρεται στο: Τάσος Βουρνάς, Ιστορία της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας, τ. ΣΤ’, σ. 119, εκδ. Πατάκη, 2007.

[8]. https://www.imerodromos.gr/apo-to-stratige-idoy-o-stratos-sas-sto-sas-paradidoyme-tin-ellada-sta-cheria-sas/

[9]. https://www.zougla.gr/politiki/synemorfothin-pros-tas-ypodeixeis/