Πρόταση του ΔΣ του Συλλόγου Μαρξ. Σκέψης «Γ. Κορδάτος» για ανασυγκρότηση του Ομίλου Μαρξιστικών Ερευνών

 

 

  1. Η δημιουργική ανάπτυξη της κλασσικής μαρξιστικής – λενινιστικής θεωρίας στη βάση της επιστημονικής μεθοδολογίας και της πραγματικής ιστορικής εξέλιξης των κοινωνιών (κυρίως των καπιταλιστικών, αλλά και αυτών που έκαναν / κάνουν τις πρώτες προσπάθειες οικοδόμησης του σοσιαλισμού), αποτελεί αναγκαίο όρο για την ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος εν μέσω χρόνιας κρίσης στην οποία βρίσκεται, και τη διαμόρφωση μιας σύγχρονης στρατηγικής και τακτικής.
  2. Το έργο αυτό αποτελεί καθήκον των ανά τον κόσμο κομμουνιστών και ξεπερνά τις δυνατότητες ακόμη και του συνόλου των κομμουνιστών μιας χώρας σαν την Ελλάδα, πόσο μάλλον τις δυνατότητες των υπαρκτών κομμουνιστικών κομμάτων, οργανώσεων και συλλογικοτήτων της χώρας μας. Γι’ αυτό και χρειάζεται να αναδειχθεί ένας οργανισμός ικανός να διεξάγει, συντονίσει, ενισχύσει, γενικότερα, την επιστημονική αυτή δουλειά, τον οποίο να αγκαλιάσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κομμάτι των κομμουνιστών της χώρας μας, ακόμη και αν προέρχονται από διαφορετικές πολιτικές οργανώσεις, ή ρεύματα σκέψης. Είναι σημαντικό να συνυπάρξουν σε αυτόν ακαδημαϊκοί και πρωτοπόροι αγωνιστές της εργατικής τάξης, πολιτικά και συνδικαλιστικά ενεργοί κομμουνιστές.
  3. Ένας ανασυγκροτημένος Όμιλος Μαρξιστικών Ερευνών (ΟΜΕ) μπορεί να παίξει αυτόν τον ρόλο, κρίνοντας από το έργο που έχει επιτελέσει στο παρελθόν. Επείγει η μαζικοποίησή του, ο εμπλουτισμός της δημοκρατικής του λειτουργίας με τη συνειδητή συνεισφορά περισσότερων κομμουνιστών, και η οικονομική του ενίσχυση.
  4. Ο ΟΜΕ μπορεί καταρχήν να συμβάλει στην καλύτερη γνώση της θεωρητικής και εμπειρικής βιβλιογραφίας, κλασσικής, παλαιότερης και σύγχρονης, μέσω ομάδων συλλογικής μελέτης και συζήτησης, και μαθημάτων. Στην πορεία, και ανάλογα με την ανάπτυξή του, μπορεί να διεξάγει εγχώρια και διεθνή συνέδρια σε ζητήματα αιχμής, να προβεί σε θεματικές ή και περιοδικές εκδόσεις, να υποστηρίξει ερευνητικά προγράμματα με την εμπλοκή ακαδημαϊκών και μεταπτυχιακών / διδακτορικών φοιτητών.
  5. Η περσινή χρονιά (2022-2023) ανέδειξε το πολύ θετικό παράδειγμα της Ομάδας μελέτης του Σύγχρονου Καπιταλισμού – Ιμπεριαλισμού, που διεξήγαγε σειρά διαδικτυακών διαλέξεων/συζητήσεων (με συμμετοχή 15 – 30 ατόμων κάθε φορά) σε θέματα αιχμής της σχετικής θεωρίας, στη βάση ελληνικής και ξένης βιβλιογραφίας. Για τη νέα χρονιά σχεδιάζει να επικεντρώσει σε συγκεκριμένα θέματα, σχηματίζοντας αντίστοιχες μικρές ομάδες, και να διοργανώσει διαλέξεις με συμμετοχή και ξένων μαρξιστών επιστημόνων.
  6. Για το επόμενο διάστημα, και πέραν της ως άνω προσπάθειας για οργανωτική και οικονομική ενίσχυση του ΟΜΕ, μπορούμε να προβούμε στα εξής πρώτα βήματα:
    1. Διοργάνωση κύκλου μαθημάτων στη βάση της πρόσφατης εμπειρίας.
    2. Δημιουργία επιπλέον ομάδων συλλογικής μελέτης, συζήτησης και έρευνας πχ στις θεματικές του Σοσιαλισμού – Κομμουνισμού (θεωρία, ιστορική και σύγχρονη εμπειρία), ή και μιας γύρω από τα θέματα της Οργάνωσης του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος (συνδικάτο, μέτωπο, κόμμα), και της στρατηγικής και τακτικής του.
  7. Στη βάση των παραπάνω, ο Σύλλογος Μαρξ. Σκέψης «Γ. Κορδάτος», απευθύνει ανοιχτό κάλεσμα για την ανασυγκρότηση του ΟΜΕ, προς κάθε ενδιαφερόμενο, με αρχή την επόμενη ΓΣ του ΟΜΕ. Ιδιαίτερα απευθύνουμε το κάλεσμα αυτό σε οργανώσεις και συλλογικότητες με τις οποίες έχουμε συναντηθεί στο παρελθόν σε πολλές κοινές πρωτοβουλίες και αγώνες, ή/και έχουν συμβάλει στον ΟΜΕ, όπως ο Εργατικός Αγώνας, η Παρέμβαση, η Επαναστατική Ενοποίηση και η συνεργασία των Κομμουνιστικό Σχέδιο – ΑΡΑΝ. Ευελπιστούμε οι συλλογικότητες αυτές να αγκαλιάσουν αυτήν την πρωτοβουλία, να προτρέψουν τα μέλη τους να γραφτούν στον ΟΜΕ, να προτείνουν συντρόφους με ερευνητικά ενδιαφέροντα και κλίσεις για να στελεχώσουν το ΔΣ του ΟΜΕ και τις διάφορες μελετητικές ομάδες, και να συμμετέχουν και να στηρίξουν τις διάφορες πρωτοβουλίες που ο ΟΜΕ θα πάρει το επόμενο διάστημα.

 




Πως φαίνεται ο κόσμος από την Τριηπειρωτική

 

από τον Φάκελο Νο 90 (15 Ιουλίου, 2025) της Τριηπειρωτικής
«How the World Looks from Tricontinental» (Dossier No 90, 15 July 2025)

 

μετ. Δημήτρης Κούλος

επιμ. Διονύσης Περδίκης

 

 

Το κείμενο αυτό συνοψίζει τη σημερινή κατάσταση του κόσμου – αυτό που θα λέγαμε, σύγχρονη, ιστορική, διεθνή συγκυρία – με τα μάτια του Ινστιτούτου Κοινωνικών Ερευνών της Τριηπειρωτικής. Πρόκειται για την κυρίαρχη αντίληψη στο αντιιμπεριαλιστικό και κομμουνιστικό κίνημα του Παγκόσμιου Νότου, το οποίο είναι και συντριπτικά πλειοψηφικό, πλέον, διεθνώς, με δεδομένη την κατάσταση του κομμουνιστικού κινήματος και της Αριστεράς – μια κατάσταση οργανωτικής διάλυσης, περιθωριοποίησης, στρατηγικής κρίσης και ενσωμάτωσης στην κυρίαρχη ιδεολογία και πολιτική – συνολικά στις χώρες του ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου, είτε ιμπεριαλιστικές δυνάμεις είτε εξαρτημένες όπως η Ελλάδα.

Η οπτική της Τριηπειρωτικής είναι σε σχεδόν απόλυτη συμφωνία με αυτήν που σκιαγραφείται στους σχετικούς Προγραμματικούς Άξονες που δημοσίευσε η Συντονιστική Επιτροπή της Πρωτοβουλίας για την Ανασυγκρότηση του Κομμουνιστικού Κινήματος (βλ. εδώ, εδώ, εδώ κι εδώ), ιδιαίτερα με την κεντρική θέση για τη συγκυρία αυτή:

«

Η κυρίαρχη συνιστώσα των σημερινών διεθνών αντιθέσεων είναι η προσπάθεια των ιμπεριαλιστικών κρατών, υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ, να ξεπεράσουν την εσωτερική τους καπιταλιστική κρίση μέσω της σταθεροποίησης της παγκόσμιας κυριαρχίας τους, αλλά και της διεύρυνσής της για την εκμετάλλευση και καταπίεση του συνόλου, πλέον, του κόσμου, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων χωρών της Ευρασίας (Κίνα, Βιετνάμ, Λάος, Κορέας, Ρωσίας, Ιράν κ.α.). Από την άλλη, οι χώρες αυτές, για διάφορους ιστορικούς λόγους και κυρίως λόγω των αντιιμπεριαλιστικών-αντιαποικιακών, εργατο-αγροτικών, και σοσιαλιστικών επαναστάσεων του 20ού αιώνα, διατηρούν μια (σχετικά) εθνικά ανεξάρτητη ανάπτυξη και, στη βάση αυτής, προοδεύουν και ισχυροποιούνται.

[…]

Τα σχέδια αυτά έχουν και έναν προληπτικό χαρακτήρα καθώς ο συσχετισμός δύναμης βαίνει επιδεινούμενος για τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, τόσο λόγω της όξυνσης της γενικής καπιταλιστικής κρίσης, όσο και λόγω της ισχυροποίησης χωρών όπως οι διάφορες λαϊκές και σοσιαλιστικές δημοκρατίες της Ασίας (κυρίως της Κίνας), η Ρωσία και, σε μικρότερο βαθμό, άλλες αναπτυσσόμενες χώρες, πρώην αποικίες, στις οποίες σημειώνεται στον έναν ή στον άλλο βαθμό, περισσότερο ή λιγότερο ταχύρρυθμη, καπιταλιστική ανάπτυξη (π.χ. Ινδία, Βραζιλία, Ν. Αφρική).

[…]

Οι χώρες αυτές διαμορφώνουν έναν πόλο με συνεκτικό δεσμό τον κοινό στρατηγικό σκοπό της όσο το δυνατόν πιο εθνικά ανεξάρτητης ανάπτυξης στα πλαίσια ενός πιο ισότιμου, “πολυπολικού”, κόσμου, σε σύγκριση με αυτόν που έχει διαμορφωθεί υπό την ιμπεριαλιστική ηγεμονία των ΗΠΑ.

[…]

Επομένως, στον βαθμό που ανατρέπεται η ιμπεριαλιστική ηγεμονία και αναδύονται εναλλακτικοί πόλοι οικονομικής ισχύος, ανάπτυξης και διεθνούς συνεργασίας, διαμορφώνονται και ευνοϊκότερες συνθήκες για το ξέσπασμα, την επικράτηση, σταθεροποίηση και ανάπτυξη αντιιμπεριαλιστικών ή/και σοσιαλιστικών επαναστατικών διαδικασιών, ιδιαίτερα για μικρές χώρες που βρίσκονται σήμερα υπό ιμπεριαλιστική εξάρτηση. Χαρακτηριστικές είναι οι εξελίξεις στις χώρες του Σαχέλ της Αφρικής εναντίον της γαλλικής νεοαποικιοκρατίας και παραδειγματικός ο τρόπος που επιβιώνει η σοσιαλιστική εξουσία στην Κούβα εδώ και δεκαετίες.

Επιπλέον, η αποδυνάμωση του ιμπεριαλισμού και η αποκοπή του από την ιμπεριαλιστική λεία συμβάλλουν στην όξυνση της πολιτικής κρίσης και στο εσωτερικό των ιμπεριαλιστικών χωρών και, συνεπώς, αυξάνουν την ιστορική δυνατότητα για ξέσπασμα σοσιαλιστικών επαναστάσεων και σε αυτές.

Συνδυαστικά, ο αντιιμπεριαλιστικός αγώνας ενάντια στην ιμπεριαλιστική εκμετάλλευση και καταπίεση και για την εθνική ανεξαρτησία, δηλ. για μια όσο το δυνατόν πιο εθνικά ανεξάρτητη και αυτόκεντρη ανάπτυξη, συνδέεται οργανικά με τον αντιιμπεριαλιστικό αγώνα με τη στρατηγική του έννοια, της νίκης του σοσιαλισμού έναντι του σύγχρονου ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού συνολικά.

[…]

Συμπερασματικά, τόσο η – κατά τα άλλα – ουτοπία ενός καπιταλιστικού μεν, ισότιμου, “πολυπολικού” κόσμου δε, όσο και η τελική ήττα της επιθετικής στρατηγικής των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων αποκλειστικά με στρατιωτικά μέσα, είναι διαδικασίες που από μόνες τους δεν είναι δυνατόν ούτε να ολοκληρωθούν, ούτε να λύσουν τα προβλήματα της ανθρωπότητας. Ωστόσο, αποτελούν επιμέρους πλευρές μιας – διεθνώς αναπτυσσόμενης με αντιφατικό τρόπο και δυνητικά επαναστατικής – διαδικασίας ενάντια στον ιμπεριαλισμό, στην κατεύθυνση ανατροπής του καπιταλισμού και μετάβασης στον σοσιαλισμό. Εν τέλει, μόνη λύση για την ανθρωπότητα είναι η αξιοποίηση από ένα στρατηγικά ανεξάρτητο κομμουνιστικό κίνημα των διεθνών αντιθέσεων της σημερινής, ιστορικής συγκυρίας στην κατεύθυνση του ξεσπάσματος και διάδοσης των αντιιμπεριαλιστικών και σοσιαλιστικών επαναστάσεων του 21ου αιώνα, τόσο στις αναπτυσσόμενες χώρες, όσο, εν τέλει, και στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις.

»

Να σημειώσουμε, μόνο, τον ιδιαίτερο τρόπο που χρησιμοποιείται η έννοια του «υπεριμπεριαλισμού» από την Τριηπειρωτική, με την οποία στην ουσία καταδεικνύεται η σχετική ενότητα των συμφερόντων των ιμπεριαλιστικών χωρών, υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ, ενάντια σε αυτά της Παγκόσμιας Πλειοψηφίας.

Καλή ανάγνωση!

Διονύσης Περδίκης

 

 

 

Τον Ιούλιο του 2015, κοινωνικά και πολιτικά κινήματα συγκεντρώθηκαν για τη Δεύτερη Διάσκεψη για τα Διλήμματα της Ανθρωπότητας και έθεσαν σε κίνηση αυτό που θα γινόταν η Τριηπειρωτική: Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών. Μια δεκαετία αργότερα, κάνουμε απολογισμό της κοσμοθεωρίας μας και του τι μας επιφυλάσσει το μέλλον.

Το εικαστικό υλικό σε αυτό το ντοσιέ συγκεντρώνει μερικές από τις εκδόσεις που έχουμε δημιουργήσει την τελευταία δεκαετία, επαναπροσδιορίζοντας το λογότυπό μας στο επίκεντρο του έργου μας. Εμπνευσμένο από την αφίσα του σοβιετικού καλλιτέχνη El Lissitzky «Beat the Whites with the Red Wedge» (1920), στην οποία η κόκκινη σφήνα αντιπροσωπεύει την προέλαση των μπολσεβίκικων δυνάμεων (Κόκκινος Στρατός) ενάντια στις μοναρχικές δυνάμεις (Λευκή Φρουρά), η κόκκινη σφήνα στο λογότυπο της Tricontinental συμβολίζει την παρέμβασή μας στη συνεχιζόμενη μάχη των ιδεών.

 

 

Η παρούσα έκδοση δημοσιεύεται υπό την άδεια Creative Commons Attribution-NonCommercial 4.0 International (CC BY-NC 4.0). Η περίληψη της άδειας σε μορφή αναγνώσιμη από τον άνθρωπο είναι διαθέσιμη στη διεύθυνση https://creativecommons.org/licenses/by-nc/4.0/.

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Η Εποχή του Υπέρ-Ιμπεριαλισμού. 2

Μια μεταβαλλόμενη Οικονομική Γεωγραφία. 4

Το Κέντρο Βάρους. 7

Το Νέο Κλίμα στον Παγκόσμιο Νότο.. 9

Σημειώσεις. 13

 

 

Από τις 28 έως και τις 31 Ιουλίου 2015, κοινωνικά και πολιτικά κινήματα από όλο τον κόσμο συγκεντρώθηκαν στη Σχολή Φλορεστάν Φερνάντες του Κινήματος Ακτημόνων (Σ.τ.Μ., Landless, δηλ. άνευ γης,) Εργατών της Βραζιλίας για το Δεύτερο Συνέδριο «Διλήμματα της Ανθρωπότητας». Εκεί αξιολόγησαν τη διεθνή τάξη πραγμάτων και την κατάσταση της ταξικής πάλης, αναγνωρίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι τα κινήματα εργατών, αγροτών και άλλων καταπιεσμένων λαών δεν διέθεταν τρόπο να αναπτύξουν τη δική τους αντίληψη για τον κόσμο ή να προωθήσουν τον δημόσιο διάλογο. Για τον λόγο αυτό, οι αντιπρόσωποι αποφάσισαν να δημιουργήσουν μια σειρά θεσμούς, ανάμεσά τους κι ένα ερευνητικό ινστιτούτο, το οποίο εξελίχθηκε στην Τριηπειρωτική: Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών. Δέκα χρόνια αργότερα, ο παρών φάκελος επιχειρεί να συνοψίσει τη δική μας αντίληψη για τον κόσμο, η οποία διαμορφώθηκε στη διάρκεια της δεκαετίας αυτής μέσα από τον διάλογο με εκατοντάδες κινήματα στην Αφρική, την Ασία και τη Λατινική Αμερική.

 

Η Εποχή του Υπέρ-Ιμπεριαλισμού

Πριν αποχωρήσει από το αξίωμά του, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν εκφώνησε μια ομιλία στο Υπουργείο Εξωτερικών, στην οποία μίλησε για μια «σφοδρή ανταγωνιστική σύγκρουση» που λάμβανε χώρα στον κόσμο – μια σύγκρουση, είπε, την οποία η Ουάσινγκτον είχε κερδίσει[1]. Ωστόσο, ο Μπάιντεν δεν διευκρίνισε ποια ήταν τα μέρη αυτής της σύγκρουσης ούτε ποιο ήταν το περιεχόμενό της. Αν κάποιος δεν γνώριζε το πλαίσιο της ανησυχίας της Ουάσινγκτον, δεν θα ήταν σαφές σε τι αναφερόταν ο Μπάιντεν, και θα μπορούσε εύκολα να πιστέψει ότι επρόκειτο για ακόμη μία από τις γνωστές του φλύαρες παρεκκλίσεις. Παρά όμως τη διστακτικότητά του να κατονομάσει τα μέρη της σύγκρουσης, ήταν ακριβής τόσο στην ανάλυσή του όσο και στον ισχυρισμό του. Ο ανταγωνισμός στον οποίο αναφερόταν ο Μπάιντεν ήταν εκείνος μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους στον Παγκόσμιο Βορρά από τη μία πλευρά, και της Κίνας και της Ρωσίας από την άλλη.

Από το 2011, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δημοσιεύσει διάφορες εκδοχές αυτής της οπτικής του κόσμου μέσα στα πολυάριθμα στρατηγικά τους έγγραφα, μιλώντας για την Κίνα και τη Ρωσία ως «απειλές» και «ανταγωνιστές». Ίσως το πιο ανησυχητικό από αυτά είναι η Έκθεση του 2024 για τη Στρατηγική Χρήσης των Πυρηνικών Όπλων των Ηνωμένων Πολιτειών, στην οποία ο Μπάιντεν ενέκρινε μια στρατηγική πυρηνικών όπλων που θα επέτρεπε στις ΗΠΑ να πλήξουν ταυτόχρονα την Κίνα, τη Βόρεια Κορέα και τη Ρωσία.[2] Παρομοίως, το Γραφείο του Διευθυντή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ δημοσίευσε την Ετήσια Εκτίμηση Απειλών τον Φεβρουάριο του 2024, στην οποία ανέφερε ότι «μια φιλόδοξη αλλά ανήσυχη Κίνα, μια συγκρουσιακή Ρωσία, ορισμένες περιφερειακές δυνάμεις, όπως το Ιράν, και πιο ικανοί μη κρατικοί δρώντες» «αμφισβητούν τους μακροχρόνιους κανόνες του διεθνούς συστήματος καθώς και την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ μέσα σε αυτό».[3] Αυτή είναι η «ανταγωνιστική σύγκρουση» στην οποία αναφερόταν ο Μπάιντεν — και την οποία αποδέχεται ως κανονικότητα ολόκληρο το πολιτικό φάσμα της ελίτ των ΗΠΑ.

Λέει πολλά για την προσέγγιση της Ουάσινγκτον το γεγονός ότι θεωρεί την ανάδυση της κινεζικής οικονομικής δυναμικής και το άγχος της Ρωσίας για τα σύνορά της ως “απειλές”. Ποιος απειλείται από τον ρυθμό ανάπτυξης της Κίνας, ιδιαίτερα όσον αφορά τις νέες, ποιοτικές παραγωγικές δυνάμεις[4]; Ποιος απειλείται από τις ανησυχίες της Ρωσίας σχετικά με την ανατολική διεύρυνση του ΝΑΤΟ; Η Κίνα έχει διατυπώσει ανοιχτά τον στόχο της για μια ειρηνική και αμοιβαία επωφελή παγκόσμια τάξη πραγμάτων, ενώ η Ρωσία – παρά την εισβολή της στην Ουκρανία το 2022 – έχει δηλώσει ότι δεν επιθυμεί να εμπλακεί σε μια μεγάλη σύγκρουση με το ΝΑΤΟ ή, ακόμα χειρότερα, με τις Ηνωμένες Πολιτείες άμεσα. Ούτε η Κίνα ούτε η Ρωσία θέλουν να αντιμετωπίζουν τις διεθνείς υποθέσεις ως “ανταγωνισμό”, σίγουρα όχι με στρατιωτικούς όρους, και καμία από τις δύο χώρες δεν έχει κάποιο προγραμματικό λόγο να παρασύρει τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους σε έναν μεγάλης κλίμακας πόλεμο. Μπορεί οι ίδιες να μην βλέπουν την τρέχουσα αντιπαράθεση ως “ανταγωνισμό”, αλλά η Ουάσινγκτον σίγουρα το κάνει.

Μια σημαντική μελέτη που δημοσιεύτηκε από την Τριηπειρωτική: Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών και το Global South Insights τον Ιανουάριο του 2024 διαπίστωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους στον Παγκόσμιο Βορρά αντιστοιχούν στο 74,3% των παγκόσμιων στρατιωτικών δαπανών. Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες συμμετέχουν σε μια πολυμερή στρατιωτική συμμαχία με τις περισσότερες από αυτές τις χώρες (ΝΑΤΟ) και έχουν διμερείς στρατιωτικές συμμαχίες με άλλες. Ενώ ο Παγκόσμιος Βορράς λειτουργεί ως μια στρατιωτικο-πολιτικο-οικονομική συμμαχία, ο Παγκόσμιος Νότος δεν λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο. Όσον αφορά τη στρατιωτική ισχύ, οι Ηνωμένες Πολιτείες φαίνεται να ανταγωνίζονται μόνο τον ίδιο τους τον εαυτό, με στρατιωτικές δαπάνες που ξεπερνούν κατά πολύ οποιοδήποτε άλλο κράτος. Όπως γράψαμε το 2024, «οι ΗΠΑ δαπανούν κατά κεφαλήν 12,6 φορές πάνω από τον παγκόσμιο μέσο όρο (το Ισραήλ, που έρχεται δεύτερο, δαπανά 7,2 φορές πάνω από τον παγκόσμιο μέσο όρο κατά κεφαλήν)» και 21 φορές κατά κεφαλήν περισσότερα από την Κίνα[5].

Μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα εναντίον άλλης χώρας, και μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους έχουν συστηματικά ανατρέψει πολιτικές διαδικασίες στον Παγκόσμιο Νότο που προσπάθησαν να ασκήσουν τα κυριαρχικά τους δικαιώματα[6]. Η ύπαρξη αυτής της τεράστιας στρατιωτικής ισχύος – με πάνω από 900 γνωστές στρατιωτικές βάσεις σε όλο τον κόσμο – δεν πρέπει να θεωρείται αθώα: χρησιμοποιείται σταθερά για να επιβάλει την ισχύ του Παγκόσμιου Βορρά πάνω σε χώρες που προσπαθούν να υπερβούν τη νεοαποικιακή δομή της διεθνούς τάξης[7]. Η επιθυμία του Προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ να προσαρτήσει τη Γροιλανδία από τη Δανία και τη Διώρυγα του Παναμά από τον Παναμά δεν είναι αβάσιμες απειλές, αφού οι Ηνωμένες Πολιτείες ήδη λειτουργούν στρατιωτικές βάσεις και στις δύο χώρες (τη Διαστημική Βάση Pituffik στη Γροιλανδία και τη Naval Support Activity Panama City). Ο Τραμπ έχει επαναλάβει το αίτημά του να γίνει ο Καναδάς η 51η πολιτεία. Πίσω από αυτές τις τρεις φαινομενικά ανορθόδοξες απαιτήσεις κρύβεται μια σκοτεινή και πολύ συγκεκριμένη στρατηγική.

Στις 27 Ιανουαρίου, ο Τραμπ υπέγραψε ένα διάταγμα με τίτλο The Iron Dome for America[8] (Σ.τ.Μ., Ο Σιδηρούς Θόλος για την Αμερική). Με παραπλανητικό τρόπο, παρουσιάστηκε ως μια ασπίδα αντιπυραυλικής άμυνας, όμως στη πραγματικότητα αυτός ο «σιδηρούς θόλος» θα επέτρεπε στις Ηνωμένες Πολιτείες να πραγματοποιούν πρώτες πυρηνικά και μεγάλης ισχύος πλήγματα εναντίον των αντιπάλων τους, εμποδίζοντάς τους ταυτόχρονα να πραγματοποιήσουν ανταποδοτικά χτυπήματα. Οι ΗΠΑ έχουν εγκαταλείψει τη στρατηγική της αμοιβαίας εξασφαλισμένης καταστροφής και έχουν υιοθετήσει μια επιθετική στρατηγική στρατιωτικής «αντίρροπης δύναμης»[9] (Σ.τ.Μ., counterforce). Επιπλέον, από το 2001, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μονομερώς καταργήσει το καθεστώς ελέγχου των εξοπλισμών που είχε διαμορφωθεί μεταξύ ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου (το τελικό χτύπημα ήρθε όταν ο Τραμπ αποχώρησε από τη Συνθήκη για τις Πυρηνικές Δυνάμεις Μέσου Βεληνεκούς του 1987 το 2019). Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία και η Κίνα θεωρούν τα πυρηνικά τους συστήματα ως αμυντικές ασπίδες. Οι στρατηγικές πυρηνικής αποτροπής της Κίνας και της Ρωσίας έχουν αποδυναμωθεί τόσο από την προαναφερθείσα παραίτηση όσο και από τον «σιδηρούν θόλο» και το δόγμα «αντίρροπης δύναμης» των ΗΠΑ. Αυτό δημιουργεί τεράστια αστάθεια στο παγκόσμιο περιβάλλον ασφάλειας.

 

 

 

Μια μεταβαλλόμενη Οικονομική Γεωγραφία

Με το ξέσπασμα της Τρίτης Μεγάλης Ύφεσης το 2007, οι χώρες του Βόρειου Ατλαντικού είδαν τους ρυθμούς ανάπτυξής τους να κλονίζονται[10]. Παρέμεναν στάσιμοι, κοντά στο μηδέν ή και υποχωρούσαν κάτω από αυτό. Όταν σημείωναν μια μικρή ανάκαμψη, αυτό οφειλόταν κυρίως στο ότι οι κυβερνήσεις τους διοχέτευσαν τεράστια ποσά δημοσίων πόρων στην οικονομία, δανειζόμενες ουσιαστικά από το μέλλον. Τα προβλήματα ιδιωτικού χρέους στις Ηνωμένες Πολιτείες, που αποτυπώθηκαν χαρακτηριστικά στις αθετήσεις στεγαστικών δανείων, έδειξαν ότι η χώρα δεν θα μπορούσε πλέον να λειτουργεί ως ο «αγοραστής έσχατης ανάγκης» για τα βιομηχανικά προϊόντα που παράγονταν στον Παγκόσμιο Νότο. Πολλές χώρες του Νότου – από την Κίνα μέχρι τη Βραζιλία – ανησύχησαν για την εξάρτησή τους από τις εξαγωγές προς τον Βόρειο Ατλαντικό και άρχισαν να επανεξετάζουν τα οικονομικά τους μοντέλα.

Το 1999, στον απόηχο των χρηματοπιστωτικών κρίσεων στην Ασία (1997) και στη Ρωσία (1998), η Ομάδα των Επτά (G7) – αποτελούμενη από τις κεντρικές χώρες του κεφαλαιοκρατικού κόσμου που είχαν υπάγει τον εαυτό τους στις Ηνωμένες Πολιτείες – συγκέντρωσε μια ομάδα άλλων χωρών για να συγκροτήσει την Ομάδα των Είκοσι (G20). Η G20 αποτελείται από δεκαεννέα χώρες του Παγκόσμιου Νότου και Βορρά καθώς και την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Αφρικανική Ένωση, οι οποίες μαζί αντιπροσωπεύουν το 85% του παγκόσμιου ΑΕΠ[11]. Στόχος ήταν να βρεθεί τρόπος διατήρησης των αρχών του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης και να αποτραπεί η επιστροφή στον κρατισμό ή στον κρατικό παρεμβατισμό. Η G20 παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό εν υπνώσει μέχρι το 2008, οπότε και αναβίωσε για να συνεδριάζει ετησίως προκειμένου να συζητήσει πώς θα σωθεί η παγκόσμια τάξη, η οποία πλέον βρισκόταν σε κίνδυνο λόγω της ύφεσης που ξεκίνησε το προηγούμενο έτος. Ωστόσο, η G7 δεν επέτρεψε ποτέ στην G20 να λειτουργήσει ως πραγματικό όργανο λήψης αποφάσεων ή να αμφισβητήσει την κυριαρχία της G7. Σύντομα έγινε σαφές ότι ο πρωταρχικός σκοπός της G20 ήταν να διασφαλίσει ότι οι χώρες του Παγκόσμιου Νότου με εμπορικά πλεονάσματα θα χρησιμοποιούσαν τα κεφάλαιά τους για να στηρίξουν το τραπεζικό σύστημα το οποίο κυριαρχείται από τον Παγκόσμιο Βορρά, να μην υψώσουν οικονομικά ή εμπορικά εμπόδια και να περιορίσουν αυτές τις αναδυόμενες οικονομίες αντί να τις εντάξουν στην ηγεσία του κόσμου[12].

Οι κυβερνήσεις στον Παγκόσμιο Νότο δεν ανέκτησαν ποτέ πραγματικά την εμπιστοσύνη τους στην ικανότητα του Παγκόσμιου Βορρά να ανακάμψει οικονομικά και άρχισαν να εξετάζουν άλλες επιλογές. Παλαιότερες θεωρίες για συνεργασία Νότου-Νότου επανήλθαν στο τραπέζι, και οι μεγαλύτερες χώρες του Παγκόσμιου Νότου (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική) σχημάτισαν το εγχείρημα BRICS το 2009[13]. Το εγχείρημα BRICS σχεδιάστηκε ως ένα εργαλείο με σκοπό την ενίσχυση των εμπορικών και οικονομικών αναπτυξιακών σχέσεων μεταξύ των χωρών του Παγκόσμιου Νότου. Δεν υπήρξε άμεσο ενδιαφέρον για πολιτικά ζητήματα, πέρα από το παλιό αίτημα ότι οι χώρες του Νότου πρέπει να οριστούν μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ με πλήρη δικαίωμα άσκησης βέτο[14]. Οι χώρες του Παγκόσμιου Νότου άρχισαν βαθμιαία να αποσυνδέουν το εμπόριό τους από τον Παγκόσμιο Βορρά και να εμπορεύονται μεταξύ τους. Η Ινδία αποτελεί ένα καλό παράδειγμα, παρά την πολιτική της εγγύτητα με τις Ηνωμένες Πολιτείες: από το 1991 έως το 1992, η χώρα εξήγαγε το 16,4% των προϊόντων της στις ΗΠΑ (την κύρια αγορά της), αλλά μέχρι το 2023, το ποσοστό αυτό είχε μειωθεί στο 13,7%. Παρότι οι ΗΠΑ παρέμειναν ο σημαντικότερος προορισμός, οι ινδικές εξαγωγές διαφοροποιήθηκαν ώστε είκοσι χώρες να απορροφούν πλέον το 67% των συνολικών εξαγωγών της[15]. Ακόμη και στην Ινδία, η οποία από το 1991 έχει υποτάξει την εξωτερική της πολιτική στις ΗΠΑ, εμφανίστηκε μια τάση απομάκρυνσης από αυτές. Από το 2017, όταν ο Τραμπ ανέλαβε για πρώτη φορά την προεδρία, το μερίδιο των ΗΠΑ στο παγκόσμιο εμπόριο συρρικνώθηκε στο 15%, ενώ η χώρα απέτυχε να συνάψει εμπορικές συμφωνίες με την Ασία και την Ευρώπη (στην πραγματικότητα, από τότε, οι ΗΠΑ δεν έχουν υπογράψει ούτε μία μεγάλη εμπορική συμφωνία)[16].

Για όσο διάστημα οι χώρες του Παγκόσμιου Νότου συνέχιζαν να λειτουργούν ως εργοστάσια για τις πολυεθνικές εταιρείες που εδρεύουν στον Παγκόσμιο Βορρά, τους επιτρεπόταν να εμπορεύονται ελεύθερα μεταξύ τους. Το πρόβλημα για την καπιταλιστική τάξη στον Παγκόσμιο Βορρά άρχισε όταν οι παραγωγικές δυνάμεις στον Παγκόσμιο Νότο άρχισαν να αναπτύσσονται ραγδαία, όπως φαίνεται από την πρόοδο της Κίνας στην παραγωγή μιας σειράς προϊόντων υψηλής τεχνολογίας. Ο Δείκτης Κρίσιμων Τεχνολογιών (Critical Technology Tracker) του Αυστραλιανού Ινστιτούτου Στρατηγικής Πολιτικής, ο οποίος παρακολουθεί τις τεχνολογικές εξελίξεις των τελευταίων δύο δεκαετιών, διαπίστωσε ότι:

Οι Ηνωμένες Πολιτείες ηγούνταν σε 60 από τις 64 τεχνολογίες κατά την πενταετία 2003–2007, αλλά στην πιο πρόσφατη πενταετία (2019–2023) ηγούνται μόνο σε επτά. Η Κίνα ηγούνταν μόλις σε τρεις από τις 64 τεχνολογίες το 2003–2007, αλλά τώρα είναι η επικεφαλής χώρα σε 57 από τις 64 τεχνολογίες το 2019–2023, αυξάνοντας το προβάδισμά της σε σχέση με την κατάταξή μας πέρυσι (2018–2022), όταν ηγούνταν σε 52 τεχνολογίες[17].

Είναι αυτή η τάση που οδήγησε τη «Στροφή προς την Ασία» (Σ.τ.Μ., Pivot to Asia) του Ομπάμα (2011), στον «εμπορικό πόλεμο κατά της Κίνας» του Τραμπ (2018), στους ελέγχους εξαγωγών και στις απαγορεύσεις επενδύσεων του Μπάιντεν προς την Κίνα (2022), και στην επιβολή δασμών στα κινεζικά προϊόντα από τον Τραμπ (2025)[18]. Ο νέος Ψυχρός Πόλεμος που καθοδηγείται από τις Ηνωμένες Πολιτείες – και έχει στο στόχαστρό του την Κίνα – δεν έχει ουσιαστικά καμία σχέση με τις εκκλήσεις για «δημοκρατία» στο Χονγκ Κονγκ (2019), τις κατηγορίες για γενοκτονία στη Σιντζιάνγκ (2021) ή την Τέταρτη Κρίση στα Στενά της Ταϊβάν (2022), αλλά σχετίζεται εξ ολοκλήρου με την υπαρξιακή απειλή που αποτελούν για την αμερικανική μονοπολικότητα η τεχνολογική πρόοδος της Κίνας και οι πολιτικές εθνικού ελέγχου των φυσικών πόρων σε άλλες χώρες του Παγκόσμιου Νότου[19].

Η απαγόρευση του εξοπλισμού της Huawei και ZTE από την κυβέρνηση των ΗΠΑ το 2018 δείχνει πώς ο τεχνολογικός τομέας της Silicon Valley αναζήτησε κρατική προστασία των αγορών του επικαλούμενος εταιρική και πολιτική κατασκοπεία[20]. Η απαγόρευση επενδύσεων από την κυβέρνηση των ΗΠΑ στον κινεζικό τεχνολογικό τομέα το 2024 (μετά από το διάταγμα του 2023) και η απαγόρευση μεταφοράς «ευαίσθητων» τεχνολογιών στην Κίνα αποτελεί μέρος μιας συνολικής προσπάθειας να παρεμποδιστεί η οικονομική πρόοδος της Κίνας στο όνομα της εθνικής ασφάλειας. Το πρόβλημα για τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι ότι τίποτα από αυτά δεν φαίνεται να αποδίδει. Μέχρι το 2022, οι επιστήμονες που βρίσκονται στην Κίνα όχι μόνο υπέβαλαν περισσότερες αιτήσεις για πατέντες, αλλά και τα επιστημονικά τους άρθρα έτυχαν περισσότερων αναφορών σε κορυφαία επιστημονικά περιοδικά. Το 2022, κινεζικές εταιρείες κατέθεσαν 18.223 αιτήσεις για πατέντες ημιαγωγών – δηλαδή το 55% του παγκόσμιου συνόλου – ενώ οι αμερικανικές κατέθεσαν το 26%[21]. Το 2023, η Huawei παρουσίασε ένα νέο 5G έξυπνο κινητό τηλέφωνο (Σ.τ.Μ., smartphone) κατασκευασμένο κυρίως με κινεζικά εξαρτήματα (συμπεριλαμβανομένου ενός τσιπ 7 νανομέτρων που παρήγαγε η Semiconductor Manufacturing International Corporation της Κίνας). Το DeepSeek της Κίνας – κατασκευασμένο εξ ολοκλήρου από επιστήμονες και μηχανικούς εκπαιδευμένους στην Κίνα και βασισμένο σε κινεζική τεχνολογία – όχι μόνο παρέμεινε ανταγωνιστικό προς το ChatGPT και στο ίδιο επίπεδο με τον θόρυβο γύρω από το Project Stargate του Τραμπ, αλλά είναι επίσης πολύ πιο αποδοτικό και καινοτόμο, καταναλώνοντας μόλις το 20% των πόρων του ChatGPT και προσφέροντας ένα μοντέλο ανοιχτού κώδικα που συνιστά σημαντική πρόοδο στη δημοκρατικοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης[22]. Ως εκ τούτου, το DeepSeek αποτελεί δυνητικά μια σοβαρή απειλή για το μονοπώλιο του Παγκόσμιου Βορρά, το οποίο βασίζεται σε ένα κλειστού τύπου σύστημα και στην απαλλοτρίωση της ανθρώπινης γνώσης. Ενδεικτικό των καιρών είναι ότι η ινδική κυβέρνηση εξετάζει τη χρήση του DeepSeek-V2 για δεκαπέντε προγράμματα που αφορούν την τεχνητή νοημοσύνη.

 

Το Κέντρο Βάρους

Από τη δεκαετία του 2010, το κέντρο βάρους του κόσμου μετατοπίζεται από τον Βόρειο Ατλαντικό προς την Ασία[23]. Ο χαρακτήρας των δύο περιοχών είναι θεμελιωδώς διαφορετικός: η πρώτη έχει μια ιστορία αποικιοποίησης άλλων τμημάτων του κόσμου και λειτουργεί μέσα σε μια παγκόσμια νεοαποικιακή δομή που της προσφέρει οικονομικό πλεονέκτημα, ενώ η δεύτερη έχει ιστορία αποικιοκρατούμενου και δεν έχει κανένα συμφέρον να οικοδομήσει ένα σύστημα άδικων προνομίων. Οι παλιές αποικιακές δυνάμεις αποδίδουν αυτές τις μεταβολές στην οικονομική γεωγραφία, σε πολιτικούς παράγοντες (όπως τη φύση της διακυβέρνησης και τη διαφθορά στον Παγκόσμιο Νότο), που έχουν ελάχιστη σχέση με την πραγματικότητα και αποτελούν απλώς ρητορικά σχήματα ενός μπλοκ που κάποτε κατείχε αδιαμφισβήτητη εξουσία[24].

Κεντρικό χαρακτηριστικό της ανάπτυξης που καθοδηγούνταν από τον Παγκόσμιο Βορρά ήταν η αναστολή κάθε κίνησης προς οικονομική ανεξαρτησία από τις μόλις ανεξαρτητοποιημένες χώρες. Αυτό εκδηλώθηκε, για παράδειγμα, στη συντριβή των αιτημάτων αυτών των χωρών – όπως η αύξηση των τιμών εξαγωγής πρώτων υλών – και των προσπαθειών τους να διαφοροποιήσουν τις οικονομίες τους. Πραξικοπήματα, εισβολές, μονομερή καταναγκαστικά μέτρα και άρνηση παροχής πιστώσεων έγιναν τα εργαλεία πειθάρχησης, από το Ιράν (1953) έως τη Χιλή (1973)[25]. Κατά την ίδια περίοδο, ένα μεγάλο μέρος του κόσμου πειραματίστηκε με τον σοσιαλισμό και προσπάθησε να οικοδομήσει μια αναπτυξιακή ατζέντα που προωθούσε μορφές ανεξαρτησίας και εθνικής κυριαρχίας, συμπεριλαμβανομένων και των χωρών του Παγκόσμιου Νότου[26].

Με την κατάρρευση του Εγχειρήματος του Τρίτου Κόσμου (Σ.τ.Μ., Third World Project) που ακολούθησε την κρίση χρέους της δεκαετίας του 1980 και τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης τη δεκαετία του 1990, ο Παγκόσμιος Βορράς προώθησε τυχοδιωκτικά την ατζέντα της παγκοσμιοποίησης. Αυτή η ατζέντα εξυπηρετούσε το καπιταλιστικό μπλοκ (ιδιαίτερα τις χώρες της G7) και επέτρεψε στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις να εξάγουν τη βιομηχανική τους παραγωγή στον Παγκόσμιο Νότο διατηρώντας έναν έμμεσο και εξ αποστάσεως έλεγχο. Οι επιχειρήσεις του Παγκόσμιου Βορρά εκμεταλλεύτηκαν τα χαμηλότερα κόστη στην Αφρική, την Ασία και τη Λατινική Αμερική μεταφέροντας την παραγωγή τους στο εξωτερικό, ενώ μείωσαν τα έξοδα μεταφοράς χάρη στις φθηνότερες ενεργειακές πηγές και τη χρήση εμπορευματοκιβωτίων στη ναυτιλία. Την ίδια στιγμή, η πολιτική του νεοφιλελευθερισμού επέτρεψε στην καπιταλιστική τάξη να πραγματοποιήσει ένα είδος «φορολογικής απεργίας» και να αρνηθεί τη συμβολή της στη χρηματοδότηση των κοινωνικών μισθών στις δικές της κοινωνίες, καταπιέζοντας ακόμη περισσότερο τα εισοδήματα της εργατικής τάξης και της αγροτιάς[27].

Αυτές οι δύο μέθοδοι – η παγκοσμιοποίηση και ο νεοφιλελευθερισμός – περιόρισαν τη δυνατότητα καπιταλιστικών και κρατικών επενδύσεων στον Παγκόσμιο Βορρά, γεγονός που – περισσότερο από τη χρηματοπιστωτικοποίηση – ευθύνεται για την οικονομική επιβράδυνση στις καρδιές του πρώιμου βιομηχανικού καπιταλισμού. Μετά το σκάσιμο της ψηφιακής «φούσκας» (Σ.τ.Μ., Dotcom) το 2000–2001, ο ρυθμός ανάπτυξης των Ηνωμένων Πολιτειών παρέμεινε κάτω από 4% και στη συνέχεια έπεσε δραματικά το 2008–2009 στο −2,6% λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2007. Το 2020 μειώθηκε στο −2,2% λόγω της πανδημίας COVID-19. Παρά τα σοκ αυτά, ωστόσο, ο ρυθμός παρέμεινε μεταξύ 2% και 3% κατά την περίοδο 2022–2023, πολύ χαμηλότερος από τους ρυθμούς στην Ασία, όπου η καθαρή σταθερή κεφαλαιακή συσσώρευση αποτελεί μέρος της συνολικής λογικής της ανάπτυξης[28]. Η καπιταλιστική κρίση στον Βόρειο Ατλαντικό υπήρξε εντονότερη από ό,τι αλλού κυρίως επειδή η καπιταλιστική τάξη στην περιοχή αυτή ασκεί σχεδόν πλήρη έλεγχο επί του κρατικού μηχανισμού και επομένως δεν επιτρέπει στο κράτος να παίξει ούτε έναν μετριοπαθή διαιτητικό ρόλο στην ταξική πάλη (αρνούμενη, για παράδειγμα, να μεταφέρει μεγαλύτερο μέρος του κοινωνικού πλεονάσματος στην κοινωνική πρόνοια ή να επιτρέψει στους εργαζομένους να οικοδομήσουν συνδικάτα).

Η Πρωτοβουλία Ζώνη και Δρόμος (Σ.τ.Μ., Belt and Road Initiative, BRI) της Κίνας υπήρξε το πρώτο σαφές σημάδι ότι το κέντρο βάρους της παγκόσμιας οικονομίας είχε μετατοπιστεί από την περιοχή του Βόρειου Ατλαντικού προς την Ασία. Το 2013, τρεις χώρες της Ευρώπης (Λευκορωσία, Μολδαβία και Βόρεια Μακεδονία) υπέγραψαν μνημόνια κατανόησης (Σ.τ.Μ., memoranda  of understanding) με την Πρωτοβουλία της Κίνας Ζώνη και Δρόμος· μέχρι το 2019 ο αριθμός αυτός είχε αυξηθεί σχεδόν σε τριάντα (από τα σαράντα τέσσερα ευρωπαϊκά κράτη). Αυτά τα κράτη ήταν: Βουλγαρία, Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία, Ρουμανία, Σερβία, Σλοβακία και Τουρκία το 2015· Γεωργία και Λετονία το 2016· Αλβανία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Κροατία, Εσθονία, Λιθουανία, Μαυροβούνιο, Σλοβενία και Ουκρανία το 2017· Ελλάδα και Πορτογαλία το 2018· και Κύπρος, Ιταλία και Λουξεμβούργο το 2019. Εντυπωσιακό είναι ότι σχεδόν όλες οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης αποφάσισαν να συμμετάσχουν στο χτίσιμο ευρασιατικών υποδομών, ενώ το ίδιο έκαναν και οι περισσότερες μεσογειακές χώρες (με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην αναβάθμιση των λιμανιών τους). Καθώς η οικονομική ενσωμάτωση της Ευρώπης και των ΗΠΑ άρχισε να φθίνει, οι χώρες της περιοχής – οι οποίες είχαν ήδη εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο και από την BRI της Κίνας – άρχισαν να ενσωματώνονται περισσότερο στην ασιατική ήπειρο. Αυτό αποτελούσε μέρος μιας ευρύτερης αποδυνάμωσης του ατλαντικού μπλοκ, που αποτυπώθηκε ακόμη και στην αποτυχία της Διατλαντικής Εμπορικής και Επενδυτικής Συνεργασίας (Σ.τ.Μ., Transatlantic Trade and Investment Partnership) το 2019, στις επιπτώσεις του Brexit το 2020 και στην απομάκρυνση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρώπη μέσω της Συμφωνίας Οικονομικής Ευημερίας ΗΠΑ-Ηνωμένου Βασιλείου (Σ.τ.Μ., US-UK Economic Prosperity Deal) του 2025.

Η Ομάδα Συνεργασίας (Σ.τ.Μ., Cooperation Group) για τα Δίκτυα και τα Συστήματα Πληροφορίας (Σ.τ.Μ., Network and Information Systems, NIS) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής – η οποία ιδρύθηκε το 2016 με την Οδηγία NIS – παγίωσε αυτή τη μετατόπιση μακριά από την ασιατική ενσωμάτωση με μια δημοσίευση του 2020 με τίτλο Κυβερνοασφάλεια των Δικτύων 5G: Εργαλειοθήκη της ΕΕ για Μέτρα Μετριασμού Κινδύνου (Σ.τ.Μ., Cybersecurity of 5G Networks: EU Toolbox of Risk Mitigating Measures). Το κείμενο αυτό ήταν εμμονικά επικεντρωμένο στο «προφίλ κινδύνου των προμηθευτών» και προέτρεπε τα κράτη να μην χρησιμοποιούν τεχνολογία από τις λεγόμενες χώρες υψηλού ρίσκου[29]. Η φυσική τάση της Ευρώπης να συνδεθεί με την Ασία απειλούσε την υποταγή της στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι ολοένα και πιο στρατιωτικοποιημένες αντιδράσεις προς τη Ρωσία (γύρω από την Ουκρανία) και προς την Κίνα (γύρω από την Ταϊβάν και τους ισχυρισμούς περί κατασκοπείας) διέσπασαν ακόμη περισσότερο αυτήν τη διασύνδεση. Η Ιταλία ακύρωσε το μνημόνιο κατανόησης με την Πρωτοβουλία Ζώνη και Δρόμος της Κίνας τον Δεκέμβριο του 2023, αρκετά κράτη της Ανατολικής Ευρώπης άρχισαν να απομακρύνονται από τον ενθουσιασμό τους για κινεζικές επενδύσεις, και τα ευρωπαϊκά κράτη στράφηκαν από την αγορά φθηνότερης ρωσικής ενέργειας στην εισαγωγή ακριβότερης ενέργειας από τις ΗΠΑ[30]. Η ατλαντική συμμαχία διατηρήθηκε με κόστος την κοινωνική και οικονομική ζωή των πολιτών των κρατών-μελών της, ενώ η σταδιακή διασύνδεση της Ευρώπης με τα ασιατικά κράτη ανεστάλη.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου διαπραγμάτευσης ισχύος μεταξύ της ατλαντικής συμμαχίας και της ευρασιατικής ενσωμάτωσης, το ΝΑΤΟ διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στο να γύρει η κλίση της ζυγαριάς προς την πρώτη[31]. Όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση άνοιγε συζητήσεις με μια χώρα σχετικά με τη μελλοντική ένταξή της, το ΝΑΤΟ παρενέβαινε ώστε να εντάξει τη χώρα αυτή στη δική του σφαίρα επιρροής. Η ΕΕ υποσχόταν οικονομική και πολιτική ενσωμάτωση (παρά τα χαμηλά επίπεδα επενδύσεων σε σύγκριση με όσα θα μπορούσαν να προέλθουν από την Ασία), ενώ το ΝΑΤΟ προσέφερε στρατιωτική ασφάλεια και πολιτική καθοδήγηση – ιδίως για να εντάξει αυτές τις χώρες στη νοοτροπία του ΝΑΤΟ και στον καθοδηγούμενο από τις ΗΠΑ Νέο Ψυχρό Πόλεμο ενάντια στην Κίνα, τη Ρωσία και την ανάδυση κυριαρχίας στον Παγκόσμιο Νότο. Η κοινή διεύρυνση της ΕΕ και του ΝΑΤΟ πραγματοποιήθηκε κυρίως σε όλη την Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη μετά το 1999: η Τσεχία, η Ουγγαρία και η Πολωνία μπήκαν στο ΝΑΤΟ το 1999 και στην ΕΕ το 2004, και στη συνέχεια μια σειρά χωρών από την Εσθονία έως τη Σλοβενία εντάχθηκαν τόσο στην ΕΕ όσο και στο ΝΑΤΟ μεταξύ 2004 και 2013.

 

 

Το Νέο Κλίμα στον Παγκόσμιο Νότο

To να υπερβάλει κανείς σχετικά με τη μετατόπιση του κέντρου βάρους της παγκόσμιας οικονομίας ή να υπερεκτιμήσει την άνοδο του μπλοκ των BRICS+ αποτελεί μεγάλο πειρασμό. Πρόκειται για σημαντικές εξελίξεις της εποχής μας, αλλά πρέπει να κατανοηθούν με νηφαλιότητα. Εβδομήντα χρόνια μετά τη Διάσκεψη του Μπαντούνγκ (Σ.τ.Μ., Bandung Conference) το 1955, χωρίς κανενός είδους σοσιαλδημοκρατική ή σοσιαλιστική συναίνεση ή μαζικό αντιαποικιακό αγώνα, το Πνεύμα του Μπαντούνγκ έχει από καιρό εξανεμισθεί[32]. Σε πολλές χώρες του Παγκόσμιου Νότου, η εργατική τάξη και η αγροτιά παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ανοργάνωτες, παγιδευμένες σε αποδιαρθρωμένα παραγωγικά καθεστώτα και σε επισφαλή απασχόληση. Παρόλο που υπάρχουν ενδείξεις αυξανόμενης αυτοπεποίθησης σε ορισμένα κράτη του Παγκόσμιου Νότου, αυτή δεν απορρέει από τον μαζικό πολιτικό αγώνα και δεν υποδηλώνει από μόνη της την έλευση της πολυπολικότητας – δείχνει απλώς ότι η εποχή της μονοπολικότητας, που ξεκίνησε με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, φτάνει πλέον στο τέλος της. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους εξακολουθούν να έχουν την πρωτοκαθεδρία στους τομείς της στρατιωτικής και της επικοινωνιακής ισχύος, αλλά η απόλυτη κυριαρχία τους στην τεχνολογία, στην επιστήμη, στις πρώτες ύλες και τα χρηματοοικονομικά έχει πλέον διαρραγεί.

Οι χώρες του Παγκόσμιου Νότου λειτουργούν μέσω ενός φάσματος πολυμερών και περιφερειακών οργανισμών και πλατφορμών, και όχι ως ένα ενιαίο ή στενά ευθυγραμμισμένο μπλοκ. Δεν είναι προετοιμασμένες να γίνουν «πόλοι» σε μια παγκόσμια αντιπαράθεση. Για παράδειγμα, η Τουρκία, η Νότια Κορέα, η Σαουδική Αραβία και οι Φιλιππίνες ανήκουν ιστορικά στον Παγκόσμιο Νότο, όμως δύο από αυτές (η Νότια Κορέα και οι Φιλιππίνες) λειτουργούν ουσιαστικά ως στρατιωτικές αποικίες των ΗΠΑ, ενώ η Τουρκία – μέλος του ΝΑΤΟ – συνεργάστηκε με τις δυτικές δυνάμεις για την ανατροπή του Προέδρου της Συρίας Μπασάρ αλ-Άσαντ και τη διευκόλυνση της κατοχής από το Ισραήλ μεγάλων παραμεθόριων περιοχών της Συρίας. Η Σαουδική Αραβία, από την πλευρά της, χαιρέτισε την αποδυνάμωση των συμμάχων του Ιράν[33].

Παρόλα αυτά, σε αυτή τη νέα περίοδο, καθώς οι δομές της μονοπολικότητας ρηγματώνονται, έχει ανοίξει χώρος για τις χώρες του Παγκόσμιου Νότου να διεκδικήσουν την κυριαρχία τους. Αν και αυτές οι διεκδικήσεις είναι κατά κύριο λόγο οικονομικές – για παράδειγμα, η Ινδονησία δηλώνει ότι δεν θα εξάγει ακατέργαστο νικέλιο και η Ινδία αρνείται να σταματήσει τις αγορές ρωσικού πετρελαίου – εντούτοις έχουν σημαντικές πολιτικές συνέπειες, όπως η ένταξη της Ινδονησίας στους BRICS+ και η άρνηση της Ινδίας να καταδικάσει τη Ρωσία για την εισβολή της στην Ουκρανία. Παραδείγματα τέτοιων διεκδικήσεων είναι αναρίθμητα και υποδηλώνουν το νέο κλίμα που επικρατεί στον Παγκόσμιο Νότο[34].

Το πόσο τεταμένο είναι αυτό το νέο κλίμα αποτυπώνεται και στο είδος της πολιτικής που είναι ορατό στη Λατινική Αμερική[35]. Με έμπνευση από το παράδειγμα της Κουβανικής Επανάστασης του 1959, αλλεπάλληλα κύματα επαναστατικών διεργασιών πλημμύρισαν με ελπίδα τη Λατινική Αμερική ενάντια στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και υπέρ μιας αριστερής τομής. Το πρώτο κύμα καταπνίγηκε με ακραία βία, η οποία επιδίωξε να «παραδειγματίσει» την Κουβανική Επανάσταση μέσω στρατιωτικών πραξικοπημάτων και μέσω της εκστρατείας απαγωγών, βασανιστηρίων και δολοφονιών που οργάνωσαν οι ΗΠΑ και έγινε γνωστή ως Επιχείρηση Κόνδωρ. Αυτά τα πραξικοπήματα – από τη Βραζιλία (1964) έως την Αργεντινή (1976) – ανέκοψαν την πορεία της κουβανικής εναλλακτικής. Ωστόσο, ο παράνομος αποκλεισμός των ΗΠΑ απέναντι στην Κούβα δεν εμπόδισε το νησί ούτε να επιταχύνει τον σοσιαλιστικό του προσανατολισμό ούτε να ενισχύσει τον διεθνιστικό του ρόλο. Το δεύτερο κύμα – το οποίο ξεκίνησε με τις επαναστάσεις της Νικαράγουας και της Γρενάδας το 1979 – αναζωογόνησε τις ελπίδες, οι οποίες όμως αμφισβητήθηκαν εκ νέου από ιμπεριαλιστικές δυνάμεις μέσω σφαγών στην Κεντρική Αμερική και συνεργασιών μεταξύ αυτών των δυνάμεων και ναρκο-τρομοκρατικών ομάδων της περιοχής. Το τρίτο κύμα ήρθε με την εκλογή του Ούγκο Τσάβες στη Βενεζουέλα το 1999 και την άνοδο αυτού που έγινε γνωστό ως η «ροζ παλίρροια» στη Λατινική Αμερική. Η παλίρροια αυτή παρεμποδίστηκε από τον παράνομο υβριδικό πόλεμο των ΗΠΑ κατά της Βενεζουέλας, από τη μείωση των τιμών των βασικών εμπορευμάτων και από την αδυναμία των κοινωνικών και πολιτικών κινημάτων να αμφισβητήσουν αποτελεσματικά την εδραιωμένη αστική τάξη σε μεγάλο μέρος της περιοχής. Ωστόσο, σε κάθε ένα από αυτά τα κύματα, το παράδειγμα της Κούβας παρέμενε φωτεινό. Βρισκόμαστε πλέον στο τέλος του τέταρτου κύματος, με τις εκλογικές νίκες του Γκαμπριέλ Μπόριτς στη Χιλή (2021), του Γκουστάβο Πέτρο στην Κολομβία (2022) και του Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα στη Βραζιλία (2022), οι οποίες τερμάτισαν την κυριαρχία της δεξιάς, αλλά δεν κατόρθωσαν να προωθήσουν μια αριστερή ατζέντα. Το κύμα αυτό είναι σημαντικό αλλά δεν πρέπει να υπερεκτιμηθεί. Ακόμη και οι ηπιότερες κεντροαριστερές κυβερνήσεις θα όφειλαν να είχαν αντιμετωπίσει τις οξυμένες κοινωνικές κρίσεις της ηπείρου – κρίσεις που επιδεινώθηκαν από την κατάρρευση των τιμών των εμπορευμάτων και την πανδημία COVID-19. Πολιτικές για την αντιμετώπιση αυτών των κρίσεων θα μπορούσαν να είχαν υλοποιηθεί είτε αντλώντας πόρους από τις εγχώριες αστικές τάξεις είτε αξιοποιώντας τα έσοδα από την εκμετάλλευση φυσικών πόρων, επιλογές που θα τις έφερναν σε σύγκρουση τόσο με τις δικές τους αστικές τάξεις όσο και με τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Ελάχιστες από αυτές τις κυβερνήσεις στάθηκαν στο ύψος αυτής της πρόκλησης. Το κριτήριο, επομένως, δεν ήταν τι έλεγαν για αυτό ή εκείνο το ζήτημα (όπως η Ουκρανία), αλλά το πώς ενήργησαν όταν αντιμετώπισαν την άρνηση των καπιταλιστικών δυνάμεων να επιλύσουν τις μείζονες κοινωνικές κρίσεις της εποχής μας. Το νέο αυτό κλίμα που κυριαρχεί στον Παγκόσμιο Νότο απλώς δημιουργεί τον χώρο για να αρχίσει η επεξεργασία λύσεων σε αυτά τα προβλήματα. Ίσως ένα πέμπτο κύμα να αναδυθεί με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση.

Το νέο αυτό κλίμα δεν προέρχεται από μαζικούς αγώνες της εργατικής τάξης και της αγροτιάς, αλλά από τις μεταβολές της ιστορίας και την ανάγκη άσκησης εθνικής κυριαρχίας και διεύρυνσης των αναπτυξιακών προτεραιοτήτων. Οι περισσότερες κυβερνήσεις των χωρών του Παγκόσμιου Νότου που εκδηλώνουν αυτή τη νέα διάθεση δεν ανήκουν στην Αριστερά ή δεν στηρίζονται πρωτίστως στην οργανωμένη εργατική τάξη και αγροτιά. Στις περισσότερες από αυτές τις χώρες, η εργατική τάξη και η αγροτιά αντιμετωπίζουν την αύξηση των επισφαλών μορφών εργασίας, την αποδυνάμωση των ταξικών τους οργανώσεων και την επικράτηση μιας αμυντικής πολιτικής στάσης απέναντι στις κυβερνήσεις που εκτείνονται από το κεντροδεξιό έως το ακροδεξιό τμήμα του πολιτικού φάσματος[36]. Οι εκτεταμένες κοινωνικές αναταραχές που συνεχίζονται λόγω των αντιφάσεων του καπιταλισμού δεν μεταφράζονται εύκολα σε μια πολιτική ατζέντα που να καθοδηγείται από μαζικές αριστερές οργανώσεις.

Η αποδυνάμωση των κρατικών θεσμών που παρέχουν κοινωνική πρόνοια έχει εξαναγκάσει τμήματα της Αριστεράς να οικοδομήσουν μηχανισμούς παροχής υπηρεσιών, οδηγώντας τη μαχόμενη–επαναστατική Αριστερά στην αναγκαιότητα δημιουργίας δομών επιβίωσης (συχνά μέσω συνεταιρισμών και συλλογικοτήτων). Την ίδια στιγμή, η Δεξιά – χρηματοδοτούμενη σε μεγάλο βαθμό από δυτικά ιδρύματα – έχει συγκροτήσει ΜΚΟ που προάγουν μια κουλτούρα και κοσμοαντίληψη για την εργατική τάξη και την αγροτιά, οι οποίες είναι σκληρές, μικροπρεπείς και συχνά θεμελιωμένες σε μορφές θρησκευτικού αποκλεισμού ή φυλετικής υπεροχής[37]. Για τον λόγο αυτό, σε πολλές χώρες του Παγκόσμιου Νότου η εργατική τάξη και η αγροτιά έλκονται προς πιο μισαλλόδοξες ερμηνείες της δικής τους απόγνωσης και κοινωνικής αποδιάρθρωσης, μετατοπίζοντας το βάρος της ευθύνης μακριά από την άρχουσα τάξη και προς εκείνους που αντιμετωπίζονται ως «Άλλοι» (όπως θρησκευτικές ή εθνοτικές μειονότητες και μετανάστες). Η κατάρρευση των συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας και η ελάχιστη έως ανύπαρκτη αναδιανομή των πόρων έχουν αναβιώσει παλαιότερες πατριαρχικές ιεραρχίες, οι οποίες μεταθέτουν το βάρος της φροντίδας των παιδιών, της διαχείρισης του νοικοκυριού και της περίθαλψης των ηλικιωμένων στους ώμους των γυναικών, που εξακολουθούν ταυτόχρονα να υποαμείβονται και να επιβαρύνονται με υπερβολική εργασία στην αγορά εργασίας[38]. Με τις εκλογικές διαδικασίες και τους δημοκρατικούς θεσμούς στα αστικο-γαιοκτημονικά κράτη του Παγκόσμιου Νότου να έχουν κατακλυστεί από την ισχύ του χρήματος, οι δυνατότητες της εργατικής τάξης και της αγροτιάς να διαφύγουν από μορφές πελατειακών σχέσεων είναι ελάχιστες.

Εφόσον οι ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης παραμείνουν σχετικά υψηλοί, οι κεντροδεξιές έως ακροδεξιές κυβερνήσεις του Παγκόσμιου Νότου μπορούν να διατηρήσουν ορισμένες αναδιανεμητικές πολιτικές και να επενδύσουν σημαντικούς δημόσιους πόρους σε υποδομές. Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, ανεξαρτήτως της ποιότητας των επενδύσεων, έχουν θετική επίδραση στο προσδόκιμο ζωής και στους κοινωνικούς δείκτες εν γένει. Όταν, όμως, οι υποχωρητικές πιέσεις του καπιταλισμού επιστρέψουν και όταν η αστική τάξη σε αυτά τα κράτη αρνηθεί να συμβάλει σε αντικυκλικές δαπάνες, η ταξική πάλη στις χώρες αυτές θα αναζωπυρωθεί. Η κατεύθυνση την οποία θα λάβει αυτή η ταξική πάλη εξαρτάται εξ ολοκλήρου από τις προοπτικές αναζωογόνησης ανεξάρτητων εργατικών και αγροτικών κινημάτων, καθώς και αριστερών κομμάτων. Μόνο όταν η ταξική πάλη ενταθεί – και όταν η εργατική τάξη και η αγροτιά μπορέσουν να αφήσουν το αποτύπωμά τους στη διαμόρφωση της κρατικής πολιτικής – θα καταστεί εφικτό τα οφέλη των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης να βελτιώσουν την ποιότητα των επενδύσεων και όχι απλώς τον όγκο τους. Μόνο τότε μπορεί να υπάρξει πραγματική δυνατότητα κατεύθυνσης προς έναν σοσιαλιστικό ορίζοντα· το σημερινό ασαφές νέο κλίμα στον Παγκόσμιο Νότο δεν αποτελεί από μόνο του ένδειξη μιας τέτοιας μετατόπισης[39].

Ξεσπάσματα μαζικής δράσης πράγματι συμβαίνουν, όπως συνέβησαν και στο Σαχέλ, κατά μήκος του νότιου άκρου της Σαχάρας. Εδώ, στη Μπουρκίνα Φάσο, το Μάλι και τον Νίγηρα, οι εκτεταμένες διαμαρτυρίες ενάντια στον γαλλικό στρατό και στις βάσεις του οδήγησαν σε μια γενικευμένη εξέγερση ενάντια στις καθιερωμένες πολιτικές ελίτ, η οποία στη συνέχεια οδήγησε σε στρατιωτικά πραξικοπήματα με επικεφαλής δημοφιλείς αξιωματικούς. Αυτά τα λαϊκά πραξικοπήματα έφεραν κυβερνήσεις δεσμευμένες στην οικοδόμηση εθνικής κυριαρχίας, εμπνεόμενες από την κληρονομιά μορφών όπως ο Τομάς Σανκαρά στη Μπουρκίνα Φάσο (1983–1987) και από τις δυνατότητες του περιφερειακού συνεργατισμού (όπως η Συμμαχία των Κρατών του Σαχέλ, που ιδρύθηκε το 2023). Το αντιγαλλικό αίσθημα έχει εξαπλωθεί σε ολόκληρη την περιοχή, με το Τσαντ, την Ακτή Ελεφαντοστού και τη Σενεγάλη να ζητούν την αποχώρηση του γαλλικού στρατού τα τελευταία δύο χρόνια. Εν τω μεταξύ, στη Γκάνα, στα εγκαίνια του νεοεκλεγέντος σοσιαλδημοκράτη προέδρου Τζον Μαχάμα, το πιο θερμό χειροκρότημα της εκδήλωσης ήταν για τον Ιμπραήμ Τραορέ, τον προσκεκλημένο ηγέτη της Μπουρκίνα Φάσο. Η πορεία αυτή αποτελεί έμπνευση για τα μαζικά κινήματα σε ολόκληρο τον Παγκόσμιο Νότο, τα οποία παρακολουθούν προσεκτικά για να δουν αν αυτά τα κράτη θα μπορέσουν να απεμπλακούν από τη Συναίνεση της Ουάσινγκτον (Σ.τ.Μ., Washington Consensus) και τα πλοκάμια της. Λιγότερο δραματικές, αλλά εξίσου σημαντικές, είναι οι κεντροαριστερές κυβερνήσεις σε μέρη όπως η Σρι Λάνκα, οι οποίες αναδύθηκαν μέσα από αδιαμόρφωτες μαζικές κινητοποιήσεις και συσπείρωσαν τις αριστερές δυνάμεις στην οικοδόμηση πατριωτικών πλατφορμών που δεν είναι προγραμματικά αριστερές, αλλά τουλάχιστον θεμελιώνονται σε αιτήματα για εθνική κυριαρχία. Το κατά πόσο αυτά τα λαϊκά μέτωπα θα μπορέσουν να αναπτύξουν μια σαφή ατζέντα για τις κυβερνήσεις τους μένει να φανεί.

Η ελπίδα, φυσικά, βρίσκεται σε χώρες όπως η Κίνα, η οποία έχει καταφέρει να ακολουθήσει με επιτυχία τη δική της μορφή κοινωνικής ανάπτυξης υπό ένα κράτος δεσμευμένο στον σοσιαλισμό. Αλλά η Κίνα, όπως και άλλα σοσιαλιστικά εγχειρήματα, πρέπει να αντεπεξέλθει σε τρεις βασικές αποστολές: πρώτον, να προστατεύσει τον εαυτό της από οικονομικές, πολιτικές και στρατιωτικές απειλές κατά της εθνικής κυριαρχίας της· δεύτερον, να διασφαλίσει την ευημερία του λαού της· και τρίτον, να τηρήσει τη δέσμευσή της στον διεθνισμό. Αυτές οι υποχρεώσεις δεν είναι εύκολο να τηρηθούν στον ίδιο ρυθμό. Είναι μη ρεαλιστικό να αναμένει κανείς από την Κίνα –η οποία έχει σημειώσει μεγάλη πρόοδο αλλά παραμένει εντούτοις μια αναπτυσσόμενη χώρα– να αποτελέσει τη σωτήρια δύναμη του Παγκόσμιου Νότου. Η Κίνα παρέχει μορφές επενδύσεων και μεταφοράς τεχνολογίας που έχουν ήδη αποδειχθεί χρήσιμες για πολλές χώρες του Παγκόσμιου Νότου. Το ζήτημα εδώ δεν έγκειται στις κινεζικές επενδύσεις και την τεχνολογία, αλλά στο είδος της αναπτυξιακής θεωρίας και στρατηγικής που θα καταστεί εφικτό να διαμορφωθεί από τα πολιτικά εγχειρήματα των επιμέρους κρατών του Παγκόσμιου Νότου και από τα περιφερειακά τους πειραματικά εγχειρήματα[40]. Τι συμβαίνει όταν η ταξική πάλη παράγει αρκετή δύναμη ώστε να ωθήσει μια αριστερή ή έστω κεντροαριστερή συμμαχία στην εξουσία; Τι θα κάνουν όταν βρεθούν στην κυβέρνηση; Θα μπορέσουν να εκμεταλλευτούν το ανακάτεμα της παγκόσμιας τάξης για να οικοδομήσουν νέες διαδικασίες στις κοινωνίες τους, να ενισχύσουν την αυτοπεποίθηση και τη διαύγεια της εργατικής τάξης και της αγροτιάς, και να ενθαρρύνουν άλλες χώρες να ορθώσουν ανάστημα και να αποτρέψουν το ιμπεριαλιστικό μπλοκ από το να επαναφέρει τις παλιές του συνήθειες;

Όλο και μεγαλύτερο μέρος του κόσμου βρίσκεται σε κίνηση, επιδιώκοντας να αποδεσμευτεί από τον νεοφιλελευθερισμό και τον ιμπεριαλισμό και να επιβάλει κυρίαρχη διακυβέρνηση και μονοπάτια ανάπτυξης. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι ανά τον κόσμο φαίνεται να κατανοούν τη ματαιότητα της μόνιμης λιτότητας. Αλλά τα εγχειρήματά τους είναι εύθραυστα και εμφανίζονται με τρόπους που δεν είναι κατ’ ανάγκην προοδευτικοί. Μέχρι στιγμής, η ποσότητα των περιοχών που επιδιώκουν να αποκοπούν από την τρέχουσα παγκόσμια τάξη δεν είναι αρκετά εκτεταμένη ή ισχυρή για να μετασχηματίσει την ποιότητα της παγκόσμιας τάξης. Αλλά η αλλαγή διαγράφεται στον ορίζοντα. Βρίσκεται στην καρδιά της παγκόσμιας ταξικής πάλης. Κάτι πρόκειται να συμβεί.

 

 

Σημειώσεις

[1] Δηλώσεις του Προέδρου Μπάιντεν και του Υπουργού Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν σχετικά με το έργο της Κυβέρνησης για την Ενίσχυση της Αμερικής και την Ηγεσία στον Κόσμο The White House, 15 January 2025, https://bidenwhitehouse.archives.gov/briefing-room/speeches-remarks/2025/01/15/remarks-by-president-biden-and-secretary-of-state-antony-blinken-on-the-administrations-work-to-strengthen-america-and-lead-the-world/.

[2] Υπουργείο Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών, «Έκθεση για τη Στρατηγική Χρήσης Πυρηνικών Όπλων των Ηνωμένων Πολιτειών», 7 Νοεμβρίου 2024 https://media.defense.gov/2024/Nov/15/2003584623/-1/-1/1/REPORT-ON-THE-NUCLEAR-EMPLOYMENT-STRATEGY-OF-THE-UNITED-STATES.PDF.

[3] Γραφείο του Διευθυντή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, Ετήσια Αποτίμηση Απειλών της Κοινότητας Πληροφοριών των ΗΠΑ, 5 Φεβρουαρίου 2024 https://www.dni.gov/files/ODNI/documents/assessments/ATA-2024-Unclassified-Report.pdf

[4] Η μαρξιστική κινεζική έννοια «νέες ποιοτικές παραγωγικές δυνάμεις» (新质生产力) αναφέρεται στη χρήση τεχνολογιών επόμενης γενιάς που θα αυξήσουν την παραγωγικότητα και τον βαθμό μηχανοποίησης – καθώς και τη ρομποτική – ώστε να καταστίσουν εφικτή την μείωση της εκμετάλλευσης του ανθρώπου και την αύξηση του ελεύθερου χρόνου του ανθρώπου.

[5] Tricontinental: Institute for Social Research and Global South Insights, The Churning of the Global Order, dossier no. 72, 23 January 2024, https://thetricontinental.org/dossier-72-the-churning-of-the-global-order/; The New Cold War Is Sending Tremors through Northeast Asia, dossier no. 76, 21 May 2024, https://thetricontinental.org/dossier-76-new-cold-war-northeast-asia/.

[6] Για ένα τέτοιο παράδειγμα μεταξύ πολλών άλλων βλ. Tricontinental: Institute for Social Research, The Coup Against the Third World: Chile, 1973, dossier no. 65, 5 September 2023, https://thetricontinental.org/dossier-68-the-coup-against-the-third-world-chile-1973/.

[7] 7Tricontinental: Institute for Social Research and Global South Insights, Hyper-Imperialism: A Dangerous Decadent New Stage, Studies on Contemporary Dilemmas no. 4, 23 January 2024, https://thetricontinental.org/studies-on-contemporary-dilemmas-4-hyper-imperialism/.

[8] The Iron Dome for America’, The White House, 27 January 2025, https://www.whitehouse.gov/presidential-actions/2025/01/the-iron-dome-for-america/.

[9] John Bellamy Foster, ‘The U.S. Quest for Nuclear Primacy: The Counterforce Doctrine and the Ideology of Moral Asymmetry’, Monthly Review 75, no. 9 (1 February 2024): https://monthlyreview.org/2024/02/01/the-u-s-quest-for-nuclear-primacy/.

[10]Tricontinental: Institute for Social Research, The World in Economic Depression: A Marxist Analysis of Crisis, notebook no. 4, 10 October 2023, https://thetricontinental.org/dossier-notebook-4-economic-crisis/.

[11] G20 Members’, G20, accessed 17 June 2025, https://g20.org/about-g20/g20-members/.

[12] Για επιπλέον πληροφορίες, βλ. Vijay Prashad, The Poorer Nations: A Possible History of the Global South (London: Verso Books, 2013).

[13] Αυτό διαπιστώθηκε και διατυπώθηκε για πρώτη φορά από την Επιτροπή του Νότου (South Commission, 1987–1990). Τον Μάιο του 1989, ο Γενικός Γραμματέας της Επιτροπής του Νότου, Μανμοχάν Σινγκ, δήλωσε: «Η Επιτροπή του Νότου είναι πεπεισμένη ότι οι ανεπτυγμένες χώρες δεν μπορούν να παίξουν τον ρόλο της ατμομηχανής για την ανάπτυξη του Νότου. Οι νέες κινητήριες δυνάμεις πρέπει να βρεθούν μέσα στον ίδιο τον Νότο. Η συνεργασία Νότου–Νότου είναι, επομένως, κρίσιμη». Βλ. Vijay Prashad, The Poorer Nations (Λονδίνο: Verso Books, 2013), 143.

[14] Βλ. Vijay Prashad, ‘Shouldn’t the United Kingdom and France Relinquish Their Permanent Seats at the United Nations?’, newsletter no. 39, Tricontinental: Institute for Social Research, 28 September 2023, https://thetricontinental.org/newsletterissue/unsc-permanent-membership/

[15] Βλ. various years of the Ministry of Commerce and Industry, Government of India, Annual Report (New Delhi: Ministry of Commerce and Industry), https://www.commerce.gov.in/publications-reports/.

[16] Office of the United States Trade Representative, ‘Reports and Publications’, accessed 2 June 2025, https://ustr.gov/about-us/policy-offices/press-office/reports-and-publications.

[17] Jamie Gaida, Jennifer Wong-Leung, Stephan Robin, and Danielle Cave, ASPI’s Critical Technology Tracker: The Global Race for Future Power, Policy Brief Report no. 69/2023 (Canberra: Australian Strategic Policy Institute, 2023), https://ad-aspi.s3.ap-southeast-2.amazonaws.com/2023-03/ASPIs%20Critical%20Technology%20Tracker_0.pdf. The quote is from the executive summary, https://www.aspi.org.au/report/aspis-two-decade-critical-technology-tracker.

[18] Για μια σοβαρή αξιολόγηση της κρίσης στην οποία ο Τραμπ απάντησε με τον εμπορικό πόλεμο κατά της Κίνας, βλ. Tricontinental: Institute for Social Research, The Imperialism of Finance Capital and ‘Trade Wars’, dossier αρ. 7, Αύγουστος 2018, https://thetricontinental.org/the-imperialism-of-finance-capital-and-trade-wars/.

[19] Για περισσότερα, βλ.  Vijay Prashad, ‘Why I Believe What I Believe About the Chinese Revolution’, newsletter no. 2, Tricontinental: Institute for Social Research, 11 January 2024, https://thetricontinental.org/newsletterissue/2-2024-china-socialism/.

[20] Bruno Mascitelli and Mona Chung, ‘Hue and Cry Over Huawei: Cold War Tensions, Security Threats or Anti-competitive Behaviour?’ Research in Globalisation (December 2019): https://doi.org/10.1016/j.resglo.2019.100002.

[21] Stephen Ezell, How Innovative Is China in Semiconductors? (Washington, DC: Information Technology and Innovation Foundation, August 2024), https://www2.itif.org/2024-china-semiconductors.pdf.

[22] Chloe Williment, ‘AI’s Energy Toll: Greenly Compares ChatGPT-4 and DeepSeek’, Energy Digital, accessed June 2025, https://energydigital.com/articles/ais-energy-toll-greenly-compares-chatgpt-4-and-deepseek.

[23] Η ιδέα του «κέντρου βάρους» αναπτύσσεται επίσης από τον Cheng Yawen, «Building the New “Three Rings”: Reconfiguring China’s Foreign Relations in the Face of Decoupling», Wenhua Zongheng 1, αρ. 1, Μάρτιος 2023, https://thetricontinental.org/wenhua-zongheng-1-building-the-new-three-rings/.

[24] Παραδείγματος χάριν βλ. Tricontinental: Institute for Social Research, How Neoliberalism Has Wielded ‘Corruption’ to Privatise Life in Africa, dossier no. 82, November 2024, https://thetricontinental.org/dossier-how-neoliberalism-has-wielded-corruption-to-privatise-africa/.

[25] Tricontinental: Institute for Social Research, The Coup Against the Third World, dossier no. 68, September 2023, https://thetricontinental.org/dossier-68-the-coup-against-the-third-world-chile-1973/.

[26] Για περεταίρω πληροφορίες σχετικά, βλ. Vijay Prashad, The Darker Nations: A People’s History of the Third World (New York: The New Press, 2007).

[27] Βλ. Tricontinental: Institute for Social Research, In the Ruins of the Present, working document no. 1, 1 March 2018, https://thetricontinental.org/working-document-1/.

[28] Ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ (ετήσιο %) – Ηνωμένες Πολιτείες», Παγκόσμια Τράπεζα, πρόσβαση: Ιούνιος 2025, https://data.worldbank.org/indicator/NY.GDP.MKTP.KD.ZG?end=2023&locations=US&start=1972&type=points&view=chart. Για περισσότερα σχετικά με τις καθαρές πάγιες επενδύσεις κεφαλαίου, βλ. Tricontinental Institute for Social Research και Global South Insights, Towards a New Development Theory for the Global South, dossier αρ. 84, 14 Ιανουαρίου 2025, https://thetricontinental.org/towards-a-new-development-theory-for-the-global-south/

[29] European Commission and the NIS Cooperation Group, Cybersecurity of 5G Networks – EU Toolbox of Risk Mitigating Measures (Brussels: European Commission, 23 January 2020), https://digital-strategy.ec.europa.eu/en/library/cybersecurity-5g-networks-eu-toolbox-risk-mitigating-measures.

[30] Simone Emiliozzi, Fabrizio Ferriani, and Andrea Gazzani, ‘The European Energy Crisis and the Consequences for the Global Natural Gas Market’, The Energy Journal 46, no. 1 (2024): https://doi.org/10.1177/01956574241290640.

[31] Tricontinental: Institute for Social Research, NATO: The Most Dangerous Organisation on Earth, dossier no. 89, 10 June 2025, https://thetricontinental.org/dossier-nato-the-most-dangerous-organisation/.

[32] Tricontinental: Institute for Social Research, The Bandung Spirit, dossier no. 87, 8 April 2025, https://thetricontinental.org/dossier-the-bandung-spirit/.

[33] Μια αξιολόγηση των διαφορών στο εσωτερικό του Παγκόσμιου Νότου μπορεί να βρεθεί στη μεθοδολογία των «δακτυλίων» στο Tricontinental: Institute for Social Research, HyperImperialism.

[34] Ένα από τα σημεία έντασης που εκφράζουν αυτή τη νέα διάθεση είναι η συζήτηση γύρω από τη χρήση τοπικών νομισμάτων και, κατ’ επέκταση, η αποδολαριοποίηση. Ωστόσο, αυτές οι συζητήσεις συχνά διογκώνονται, καθώς παραβλέπουν τη διαφορά ανάμεσα στη χρήση τοπικών νομισμάτων για τη διενέργεια διμερούς ή ακόμη και πολυμερούς εμπορίου και ενός παγκόσμιου νομίσματος που θα μπορούσε να αποτελέσει άγκυρα για το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Για μια ισορροπημένη συζήτηση σχετικά με το ζήτημα των BRICS και της αποδολαριοποίησης, βλ. “The BRICS and De-Dollarisation: Opportunities and Challenges”, Wenhua Zongheng 2, αρ. 1, Μάιος 2024, https://thetricontinental.org/wenhua-zongheng-2024-1-brics-dedollarisation-opportunities-challenges-2/, με άρθρα των Paulo Nogueira Batista Jr., Gao Bai, Ding Yifan και Yu Yongding.

[35] Για μια πιο πειστική ανάλυση, βλ. Tricontinental: Institute for Social Research, To Confront Rising Neofascism, the Latin American Left Must Rediscover Itself, dossier no. 79, 13 August 2024, https://thetricontinental.org/dossier-neofascism-latin-america/ and Tricontinental: Institute for Social Research, What Can We Expect from the New Progressive Wave in Latin America?, dossier no. 70, 14 November 2023, https://thetricontinental.org/dossier-70-latin-americas-new-progressive-wave/.

[36]  Για επιπλέον λεπτομέρειες βλ. Tricontinental: Institute for Social Research, The Condition of the Indian Working Class, dossier no. 64, 1 May 2023, https://thetricontinental.org/dossier-64-condition-of-indian-working-class/ and Tricontinental: Institute for Social Research, The Political Organisation of Brazil’s Landless Workers’ Movement (MST), dossier no. 75, 16 April 2024, https://thetricontinental.org/dossier-75-landless-workers-movement-brazil/.

[37] Για μια εικόνα της εμφάνισης νέων μορφών θρησκευτικότητας στη Λατινική Αμερική, βλ. Tricontinental: Institute for Social Research, Religious Fundamentalism and Imperialism in Latin America: Action and Resistance, dossier αρ. 59, 19 Δεκεμβρίου 2022, https://thetricontinental.org/dossier-59-religious-fundamentalism-and-imperialism-in-latin-america/.

[38]Tricontinental: Institute for Social Research, Uncovering the Crisis: Care Work in the Time of Coronavirus, dossier no. 38, 7 March 2021, https://thetricontinental.org/dossier-38-carework/.

[39] Tricontinental: Institute for Social Research, Towards a New Development Theory for the Global South, dossier no. 84, 14 January 2025, https://thetricontinental.org/towards-a-new-development-theory-for-the-global-south/.

[40] Για να κατανοήσει κανείς την πολυπλοκότητα αυτών των ζητημάτων και τις συζητήσεις γύρω από αυτά, ας διαβάσει τη διεθνή έκδοση του κινεζικού περιοδικού Wenhua Zongheng, που εκδίδεται από το Tricontinental: Institute for Social Research, διαθέσιμη στη διεύθυνση: https://thetricontinental.org/wenhua-zongheng/. Βλ. επίσης Tricontinental: Institute for Social Research, Looking Towards China: Multipolarity as an Opportunity for the Latin American People, dossier αρ. 51, 11 Απριλίου 2022, https://thetricontinental.org/dossier-51-china-latin-america-and-multipolarity/.

 

 




Η ΤΝ και η μανία του σιδηροδρόμου

 

 

του Michael Roberts

 

μετ. Δημήτρης Κούλος

επιμ. Διονύσης Περδίκης

 

Η φούσκα της ΤΝ (Σ.τ.Μ., Τεχνητή Νοημοσύνη) συνεχίζεται. Οι “Επτά Υπέροχοι” της τεχνολογίας των (Σ.τ.Μ., διαδικτυακών) μέσων συνεχίζουν να καθοδηγούν την αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά, μαζί με τις εταιρείες ΤΝ. Οι δέκα μεγαλύτερες εταιρείες των ΗΠΑ σε χρηματιστηριακή αξία —που κατέχουν πάνω από το 40% της συνολικής κεφαλαιοποίησης του δείκτη S&P-500— συνεχίζουν να ανεβαίνουν σε τιμή, πολύ περισσότερο από οποιαδήποτε αύξηση στα καταγεγραμμένα έσοδά (κέρδη) τους.

 

 

Τα πρόσφατα κέρδη των μεγάλων αμερικανικών «υπερκλιμακωτών» (Σ.τ.Μ., “hyperscalers”) (εταιρειών ανάπτυξης ΤΝ) δείχνουν ότι η αύξηση των εσόδων παραμένει ισχυρή, αλλά οι ελεύθερες χρηματικές ροές απορροφώνται από τις ολοένα και αυξανόμενες κεφαλαιουχικές δαπάνες. Έτσι, αυτές οι εταιρείες στρέφονται πλέον στη χρηματοδοτική μίσθωση (Σ.τ.Μ., leasing) και σε νέο δανεισμό για να συνεχίσουν την κούρσα ανάπτυξης της ΤΝ. Οι εταιρείες που επενδύουν στην ΤΝ αντιπροσωπεύουν πλέον το 75% των αποδόσεων του S&P 500, το 80% της αύξησης των κερδών και σχεδόν το 90% της αύξησης των κεφαλαιουχικών δαπανών κατά το τελευταίο έτος. Οι παγκόσμιες επενδύσεις σε υποδομές ΤΝ προσεγγίζουν τα 400 δισ. δολάρια το 2025 και έως το 2030, οι δαπάνες, σωρευτικά, θα μπορούσαν να υπερβούν τα 5–7 τρισ. δολάρια. Περίπου το 60% αυτών των επενδύσεων θα κατευθυνθεί σε ημιαγωγούς και σε υλισμικό (Σ.τ.Μ., hardware) Η/Υ, ένα πρωτοφανές επίπεδο επενδύσεων σε μια νέα τεχνολογία που μόλις αρχίζει να βρίσκει εμπορική χρήση.

 

 

Δεν είναι απολύτως αληθές ότι οι επενδύσεις στην πληροφοριακή τεχνολογία αποτελούν τον αποκλειστικό κινητήριο μοχλό της οικονομικής δραστηριότητας στις ΗΠΑ. Ένα μεγάλο μέρος του εξοπλισμού που χρησιμοποιείται στα κέντρα δεδομένων εισάγεται, γεγονός που σημαίνει ότι υπάρχουν αντισταθμιστικές αρνητικές συνεισφορές στο ΑΕΠ. Παρ’ όλα αυτά, το «βουνό πυριτίου» (Σ.τ.Μ., «silicon mountain») συνεχίζει να εκρήγνυται προς τα πάνω.

 

 

Η φούσκα της ΤΝ —και αυτό ακριβώς είναι— παρουσιάζει εντυπωσιακές ομοιότητες με τη λεγόμενη ‘μανία του σιδηροδρόμου’ στη Βρετανία τη δεκαετία του 1840 και αργότερα στις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1870. Τότε, οι σιδηρόδρομοι θεωρούνταν επίσης μια ισχυρή νέα τεχνολογία που μπορούσε να μεταμορφώσει τις μεταφορές και τα ταξίδια, και έτσι να ενισχύσει την παραγωγικότητα. Αυτό οδήγησε σε μαζική κερδοσκοπία στις μετοχές των σιδηροδρομικών εταιρειών, καθώς η μία εταιρεία μετά την άλλη εγκαινίαζε μια νέα σιδηροδρομική γραμμή σε όλη τη Βρετανία τη δεκαετία του 1840 —και αργότερα τη δεκαετία του 1870 σε ολόκληρες τις ΗΠΑ, με κορύφωση τη διηπειρωτική σιδηροδρομική σύνδεση.

 

 

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η μανία έφτασε στο αποκορύφωμά της το 1846, όταν ψηφίστηκαν 263 Πράξεις του Κοινοβουλίου για την ίδρυση νέων σιδηροδρομικών εταιρειών, με τις προτεινόμενες διαδρομές να ανέρχονται συνολικά σε 9.500 μίλια (15.300 χιλιόμετρα). Περίπου το ένα τρίτο των σιδηροδρόμων που είχαν εγκριθεί δεν κατασκευάστηκαν ποτέ — οι εταιρείες είτε κατέρρευσαν λόγω κακού οικονομικού σχεδιασμού, είτε εξαγοράστηκαν από μεγαλύτερους ανταγωνιστές πριν προλάβουν να χτίσουν τη γραμμή τους, είτε αποδείχθηκαν απατηλές επιχειρήσεις που στόχευαν στη διοχέτευση των χρημάτων των επενδυτών σε άλλες δραστηριότητες.

Από τη δεκαετία του 1860 έως το 1900, οι διηπειρωτικές σιδηροδρομικές γραμμές μεταμόρφωσαν την Αμερική. Συνέβαλαν στον εποικισμό της Δύσης και, όπως και στη Βρετανία, ανέπτυξαν μια νέα μορφή καπιταλιστικής επιχείρησης: την ανώνυμη εταιρεία, δηλαδή τις δημόσιες, εισηγμένες και χρηματοδοτούμενες εταιρείες. Οι σιδηρόδρομοι βοήθησαν να μετατραπούν οι ΗΠΑ σε μια υπερδύναμη δύο ωκεανών, εκτεινόμενη από ακτή σε ακτή, και επαναστατικοποίησαν τη σύγχρονη χρηματοοικονομική. Όπως έγραψε ο ιστορικός Ρίτσαρντ Γουάιτ στην ιστορία του για τις διηπειρωτικές γραμμές, Railroaded, «δημιούργησαν τη νεωτερικότητα τόσο με τις αποτυχίες τους όσο και με τις επιτυχίες τους», αφήνοντας πίσω τους «μια κληρονομιά χρεοκοπιών, δύο υφέσεων, περιβαλλοντικής ζημιάς, χρηματοπιστωτικών κρίσεων και κοινωνικών αναταράξεων».

Μέχρι στιγμής, η επενδυτική έκρηξη στην ΤΝ δεν έχει ακόμη φτάσει το μέγεθος εκείνης της επένδυσης στους σιδηροδρόμους του 19ου αιώνα, η οποία τελικά άγγιξε το 6% του ΑΕΠ των ΗΠΑ· σε σύγκριση με αυτό, μέχρι τώρα έχει επενδυθεί περίπου 1,2% του ΑΕΠ σε κέντρα δεδομένων ΤΝ και 4% του ΑΕΠ συνολικά στην επεξεργασία πληροφοριών. Αλλά πλησιάζει.

 

 

Στη “ Μανία του Σιδηροδρόμου”, η χρηματιστηριακή φούσκα τελικά έσκασε. Στις ΗΠΑ, η αφορμή για τον πανικό του 1873 ήταν η κατάρρευση της Jay Cooke & Co., του κορυφαίου χρηματοπιστωτικού οίκου της Αμερικής. Ο Κουκ είχε αποκτήσει το όνομά του ως ο κύριος χρηματοδότης του στρατού της Ένωσης. Συμφώνησε να χρηματοδοτήσει το έργο της Northern Pacific Railway, που στόχευε να συνδέσει την ακτή του Όρεγκον με το υφιστάμενο βορειοανατολικό σιδηροδρομικό δίκτυο. Αλλά η πρώτη διηπειρωτική γραμμή είχε ήδη ολοκληρωθεί και οι ανησυχίες για υπερβολική (Σ.τ.Μ., παραγωγική) ικανότητα, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη δυσπιστία απέναντι στους σιδηροδρομικούς τίτλους, οδήγησαν σε πτώση τις τιμές των ομολόγων της Northern Pacific. Η εταιρεία του Κουκ χρεοκόπησε τον Σεπτέμβριο του 1873, προκαλώντας χρηματιστηριακό πανικό και τελικά μια παγκόσμια ύφεση που επεκτάθηκε μέχρι τη δεκαετία του 1890.

Ο Μαρξ σχολίασε τότε ότι η τεράστια συγκέντρωση χρηματιστηριακών επενδύσεων στις αμερικανικές σιδηροδρομικές εταιρείες «έδωσε, με μία λέξη, μια ώθηση πρωτοφανή στη συγκέντρωση του κεφαλαίου και επίσης στη ραγδαία και απεριόριστα διευρυμένη κοσμοπολίτικη δραστηριότητα του προς δανεισμό κεφαλαίου, αγκαλιάζοντας έτσι ολόκληρο τον κόσμο σε ένα δίκτυο χρηματοπιστωτικής απάτης και αμοιβαίου χρέους, την καπιταλιστική μορφή της ‘διεθνούς’ αδελφοσύνης”». Όταν οι μετοχές των σιδηροδρομικών εταιρειών κατέρρευσαν, κατέρρευσε και η υπόλοιπη αγορά και ακολούθησε οικονομική ύφεση.

Στη Βρετανία, η σιδηροδρομική φούσκα έσκασε γύρω στο 1847. Ο Μαρξ ανέλυσε αυτή τη φούσκα περίπου είκοσι χρόνια αργότερα, στον Τρίτο Τόμο του Κεφαλαίου. Εκεί την αποκάλεσε ‘η μεγάλη σιδηροδρομική απάτη’, για να τονίσει ότι οι ισχυρισμοί των σιδηροδρομικών εταιρειών για τεράστια κέρδη ήταν εσκεμμένα υπερβολικοί. Οι επενδυτές διοχέτευσαν αφελώς κεφάλαιο σε σχέδια που ήταν πολύ λιγότερο κερδοφόρα απ’ ό,τι περίμεναν και απ’ ό,τι τους είχαν υποσχεθεί οι προωθητές και οι διευθυντές εταιρειών. Η σιδηροδρομική μανία της δεκαετίας του 1840 έλαβε χώρα σε μια περίοδο κατά την οποία το μέσο ποσοστό κέρδους στη Βρετανία μειωνόταν — και συνέχισε να μειώνεται καθ’ όλη τη δεκαετία του 1840. Ο Μαρξ παρατήρησε: «στη σιδηροδρομική απάτη από το καλοκαίρι του 1844, οι επενδυτές προφανώς προσδοκούσαν πολύ υψηλότερο από το μέσο ποσοστό κέρδους». Αυτές οι ελπίδες διαψεύστηκαν το 1847.

 

 

Το ίδιο ζήτημα παρατηρείται και σήμερα. Αν οι αποδόσεις από τις τεράστιες επενδύσεις στην ΤΝ αποδειχθούν χαμηλότερες από τις αναμενόμενες και τις διαφημιζόμενες, αυτό θα προκαλέσει μια σοβαρή διόρθωση στη χρηματιστηριακή αγορά. Με άλλα λόγια, ο μηχανισμός μέσω του οποίου ένα “σκάσιμο” της φούσκας της ΤΝ θα μπορούσε να προκαλέσει ύφεση δεν είναι η ξαφνική επιβράδυνση της ανάπτυξης, αλλά η αδυναμία επίτευξης των αναμενόμενων αποδόσεων από τις επενδύσεις.

Προς το παρόν, ο ενθουσιασμός παραμένει στον τεχνολογικό τομέα. Ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ προέβλεψε πρόσφατα ότι μέσα σε έναν χρόνο ο μισός από τον κώδικα της Meta θα γράφεται από την ΤΝ. Όμως μέχρι στιγμής, οι περισσότερες εταιρείες βλέπουν ελάχιστο —αν όχι καθόλου— όφελος από τις αρχικές επενδύσεις τους. Μια ευρέως γνωστή μελέτη του MIT διαπίστωσε ότι μέχρι στιγμής το 95% των έργων γενετικής ΤΝ (Σ.τ.Μ., generative AI) δεν αποφέρει καμία απόδοση σε αύξηση παραγωγικότητας ή κερδών. Για να δικαιολογηθούν οι απαιτούμενες επενδύσεις, τα ετήσια έσοδα από κέντρα δεδομένων θα έπρεπε να αυξηθούν από τα 20 δισ. δολάρια σήμερα σε περίπου 2 τρισ. δολάρια. Τα υπάρχοντα έσοδα θα υπολείπονται κατά 800 δισ. δολάρια, σύμφωνα με τη Bain & Company. Ακόμη και με τις αναμενόμενες βελτιώσεις στην αποδοτικότητα, αυτό το κενό δείχνει πόσο πολύ οι τρέχουσες αποτιμήσεις εξαρτώνται από μη αποδεδειγμένες πηγές εσόδων. Το κενό αυτό θα πρέπει να καλυφθεί με δανεισμό και αύξηση χρέους και μετοχικού κεφαλαίου.

Όλο και περισσότερο, οι επενδύσεις στην ΤΝ χρηματοδοτούνται μέσω δανείων και δανεισμού από τις ίδιες τις εταιρείες ΤΝ, ενώ και οι χρηματιστηριακοί επενδυτές δανείζονται περισσότερο για να ενισχύσουν τις χρηματοοικονομικές τους τοποθετήσεις στην ΤΝ. Οι μέτοχοι της OpenAI ως προς τα κέντρα δεδομένων βρίσκονται σε πορεία συγκέντρωσης σχεδόν 100 δισ. δολαρίων σε δανεισμό για επενδύσεις υπέρ της OpenAI. Μέχρι στιγμής, οι SoftBank, Oracle και CoreWeave έχουν δανειστεί τουλάχιστον 30 δισ. δολάρια για να επενδύσουν, ενώ μια ομάδα τραπεζών βρίσκεται σε συνομιλίες για να δανείσει ακόμη 38 δισ. δολάρια στην Oracle και την εταιρεία κατασκευής κέντρων δεδομένων Vantage, ώστε να χρηματοδοτήσουν νέες εγκαταστάσεις για την OpenAI. Η επενδυτική εταιρεία Blue Owl Capital και εταιρείες υπολογιστικών υποδομών όπως η Crusoe βασίζονται επίσης σε συμφωνίες με την OpenAI για την εξυπηρέτηση δανείων ύψους περίπου 28 δισ. δολαρίων. Οι δανειστές και οι κάτοχοι ομολόγων αρχίζουν να ανησυχούν και λαμβάνουν αυξημένη ασφάλιση έναντι αθέτησης πληρωμών στην περίπτωση που η Oracle δεν μπορέσει να εξυπηρετήσει το χρέος της.

 

 

Η Γκίτα Γκοπινάθ, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, έχει υπολογίσει ότι ένα χρηματιστηριακό κραχ στην ΤΝ, αντίστοιχο με εκείνο που έβαλε τέλος στην “dot-com” έκρηξη, θα εξαφάνιζε περίπου 20 τρισ. δολάρια από τον πλούτο των αμερικανικών νοικοκυριών και άλλα 15 τρισ. δολάρια στο εξωτερικό — αρκετά για να στραγγαλίσουν την καταναλωτική δαπάνη και να προκαλέσουν μια παγκόσμια ύφεση. Ωστόσο, το επιχείρημα λέει ότι, ακόμη και αν υπάρξει χρηματοπιστωτικό σκάσιμο και ακόμη κι αν ακολουθήσει ύφεση, οι καλύτερες εταιρείες θα επιβιώσουν και τα τεράστια κέρδη παραγωγικότητας από την εφαρμογή της ΤΝ σε όλους τους τομείς της οικονομίας θα οδηγήσουν τελικά σε ένα άλμα στην ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας. Η παραγωγή θα αυξηθεί επειδή η ΤΝ θα αντικαταστήσει την ανθρώπινη εργασία, μειώνοντας το κόστος για τις επιχειρήσεις και ενισχύοντας την κερδοφορία. Άλλωστε, παρόλο που ο πανικός του 1873 οδήγησε σε κατάρρευση της αγοράς των σιδηροδρομικών μετοχών και σε βαθιά ύφεση, στο τέλος οι ΗΠΑ απέμειναν με την κληρονομιά ενός σιδηροδρομικού δικτύου που κάλυπτε ολόκληρη την ήπειρο. Παρομοίως, στη Βρετανία, μετά την κρίση των τελών της δεκαετίας του 1840, η μακρά άνθηση της δεκαετίας του 1850 στηρίχθηκε εν μέρει στο σιδηροδρομικό δίκτυο των 6.000 μιλίων, το οποίο αποτέλεσε τη ραχοκοκαλιά του συστήματος μεταφορών της χώρας και βοήθησε τη Βρετανία να διατηρήσει την παγκόσμια ηγεμονία της.

Θα καταφέρει η ΤΝ να κάνει το ίδιο για τον αμερικανικό καπιταλισμό, ο οποίος σήμερα αντιμετωπίζει αυξανόμενο ανταγωνισμό στην παγκόσμια ηγεμονία του; Πιθανότατα όχι — άλλωστε, οι “Επτά Υπέροχες” μπορεί να βρίσκονται στο απόγειό τους στα χρηματιστήρια, αλλά το τεχνολογικό τους πλεονέκτημα απειλείται σοβαρά. Πέρυσι, η Κίνα παρουσίασε το DeepSeek, ένα πολύ φθηνότερο αλλά σχεδόν εξίσου καλό Μεγάλο Γλωσσικό Μοντέλο (Σ.τ.Μ., Large Language Model, LLM) σε σύγκριση με το ChatGPT της OpenAI. Και φέτος, έχουν κυκλοφορήσει νέα κινεζικά LLMs που έχουν αντίστοιχη απόδοση και κοστίζουν ένα κλάσμα των επενδύσεων που πραγματοποιούν οι αμερικανικές εταιρείες.

Οι οικονομολόγοι της κυρίαρχης σχολής, παραμένουν διχασμένοι σχετικά με το αν η TN θα αποδώσει με τον ίδιο τρόπο που απέδωσαν οι σιδηρόδρομοι τον 19ο αιώνα ή το διαδίκτυο στα τέλη του 20ού αιώνα. Ο οικονομολόγος του Πανεπιστημίου Στάνφορντ, Έρικ Μπρίνιολφσον, προβλέπει ότι η ΤΝ θα ακολουθήσει μια ‘καμπύλη J’, στην οποία αρχικά υπάρχει αργή — ακόμη και αρνητική — επίδραση στην παραγωγικότητα, καθώς οι εταιρείες επενδύουν μαζικά στην τεχνολογία, πριν τελικά αποκομίσουν τα οφέλη. Και τότε έρχεται η άνθηση. Η καμπύλη J μπορεί να παρατηρηθεί στην αύξηση της παραγωγικότητας της αμερικανικής μεταποίησης, η οποία έπεσε στα μέσα της δεκαετίας του 1980 και, έπειτα από την ύφεση του 1991, επιταχύνθηκε απότομα μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2000.

 

 

Αλλά ο Ντάρον Ατσεμόγλου, οικονομολόγος στο MIT και βραβευμένος με Νόμπελ Οικονομικών το 2024, υποστηρίζει ότι τα κέρδη παραγωγικότητας από τη γενετική TN θα είναι πολύ μικρότερα και θα χρειαστούν πολύ περισσότερο χρόνο απ’ ό,τι πιστεύουν οι αισιόδοξοι της ΤΝ. Επιπλέον, οι εταιρείες ΤΝ είναι υπερβολικά προσηλωμένες στο ChatGPT και σε άλλα προϊόντα TN που έχουν ελάχιστη σχέση με τους περισσότερους επιχειρηματικούς τομείς. Άλλοι επισημαίνουν ότι, παρά τα smartphones, τα social media και εφαρμογές όπως το Slack και το Uber, οι ψηφιακές τεχνολογίες του παρελθόντος έχουν κάνει ελάχιστα για να ενισχύσουν την οικονομική ανάπτυξη. Το επόμενο έτος θα δείξει ποιος έχει δίκιο.

 




Για την ανάγκη ενός Μετώπου εξουσίας και διεξόδου




Ο Δεκέμβρης κι ο εμφύλιος μέσα από τα σχολικά εγχειρίδια ιστορίας του μεταπολεμικού ελληνικού κράτους και τα αντίστοιχα της πολιτικής προσφυγιάς




Η επικείμενη επίθεση των ΗΠΑ στη Βενεζουέλα, τα μυθώδη ψέματα και η απάντηση του λαού της Βενεζουέλας




Αναδυόμενοι ιμπεριαλιστές; Από την ανταπόκριση του Michael Roberts από το συνέδριο HM2025 για τον ιμπεριαλισμό και τον πόλεμο

μετ. Διονύσης Περδίκης

Μεταφράζουμε και αναδημοσιεύουμε το πρώτο μέρος της ανταπόκρισης από το ιστολόγιο του Μάικλ Ρόμπερτς για το συνέδριο Historical Materialism (Σ.τ.Μ., Ιστορικός Υλισμός) του ομώνυμου περιοδικού, το οποίο έλαβε χώρα πρόσφατα (6-9/11/2025) στο Λονδίνο. Στο πρώτο αυτό μέρος της ανταπόκρισής του, ο αρθρογράφος εστιάζει σε συνεδρίες σχετικές με τα ζητήματα του ιμπεριαλισμού και του πολέμου.

Από την πλευρά μας, εστιάζουμε σε μια από τις δύο παρουσιάσεις του ίδιου του Μάικλ Ρόμπερτς στο συνέδριο αυτό, με τίτλο Catching up or falling behind? (Σ.τ.Μ., Προφταίνοντας ή μένοντας πίσω;· βρείτε τις διαφάνειές του στον σύνδεσμο αυτόν). Σε αυτήν ο Ρόμπερτς παρουσιάζει πειστικότατα στοιχεία που δείχνουν ότι οι ισχυρότερες χώρες της Παγκόσμιας Πλειοψηφίας, δηλ. αυτές των BRICS, δεν προσεγγίζουν τις ιμπεριαλιστικές χώρες (λίγο-πολύ οι G7, κατά τον αρθρογράφο), σε μια σειρά δεικτών, όπως το κατά κεφαλήν εισόδημα, η παραγωγικότητα της εργασίας (ένα μέτρο που όταν εκφράζεται σε χρηματικούς, δηλ. αξιακούς, όρους στην ουσία αποτελεί το αντίστροφο του μοναδιαίου κόστους εργασίας, δηλ. υπολογίζεται ως ο λόγος της προστιθέμενης αξίας ανά μονάδα εργασίας, οπότε και διαφέρει ουσιωδώς από τη μαρξική έννοια της παραγωγικότητας ως μάζα παραγωγής ανά μονάδα εργασίας, δηλ. ως μια ιδιότητα της συγκεκριμένης και όχι της αφηρημένης εργασία·, βλ. σχετικά το άρθρο του Τζον Σμιθ, «Εκμετάλλευση και υπερεκμετάλλευση στη θεωρία του ιμπεριαλισμού» που μεταφράσαμε το 2021, από την εισήγησή του στο ίδιο συνέδριο το 2019) και ο δείκτης ανθρώπινης ανάπτυξης του ΟΗΕ. Με την εξαίρεση της Κίνας, το χάσμα μεταξύ των δύο ομάδων χωρών δεν δείχνει καμία τάση για να κλείσει, ενώ ακόμη και στην περίπτωση της Κίνας, θα απαιτηθούν ολόκληρες δεκαετίες με τη σημερινή δυναμική για να συμβεί κάτι τέτοιο.

Ο Ρόμπερτς αποδίδει την πραγματικότητα αυτή σε δύο παράγοντες: πρώτον, την ιμπεριαλιστική εκμετάλλευση, δηλ. τη μεταφορά (υπερ)αξίας από τις χώρες αυτές προς τις ιμπεριαλιστικές· δεύτερον, ότι καθώς αναπτύσσονται και αυτές οι χώρες, το γενικό ποσοστό κέρδους μειώνεται ιστορικά, προσεγγίζοντας σταδιακά αυτό των ιμπεριαλιστικών χωρών, οπότε και χάνεται η αυξημένη αναπτυξιακή δυναμική που απαιτείται για να «προφτάσουν» τις ιμπεριαλιστικές χώρες.

Η εξαίρεση της Κίνας και πάλι αφορά την πραγματικότητα της μειωμένης εξάρτησης της παραγωγικής της επένδυσής, ιδιαίτερα της κρατικής, που είναι κατά τάξεις μεγέθους πιο υψηλή από οποιαδήποτε καπιταλιστική χώρα, από το ποσοστό κέρδους, κάτι που συνηγορεί στην ποιοτικά διαφορετική φύση της οικονομίας της. Έτσι, ο Ρόμπερτς επαναλαμβάνει με αυτήν την ευκαιρία την άποψή του ότι η Κίνα είναι μια χώρα «εγκλωβισμένη» στη μετάβαση μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού και όχι μια καπιταλιστική χώρα. Πράγματι, δεν υπάρχει προηγούμενο άλλης αναπτυσσόμενης χώρας που να κατάφερε να «προφθάσει» τις ανεπτυγμένες ιμπεριαλιστικές χώρες, μετά την ΕΣΣΔ…

Συνολικά, ο Ρόμπερτς εντοπίζει μια πλευρά του εσωτερικού ορίου της σύγχρονης καπιταλιστικής ανάπτυξης, αυτό της μειωμένης παραγωγής υπεραξίας για κάθε μονάδα επενδεδυμένου κεφαλαίου, λόγω της υψηλής οργανικής σύνθεσής του. Η προσέγγιση του ορίου αυτού, είτε μιλάμε για ιμπεριαλιστικές, ανεπτυγμένες, χώρες, είτε για αναπτυσσόμενες, καθιστά την ιστορική επανάληψη της καπιταλιστικής ανάπτυξης των σημερινών ιμπεριαλιστικών χωρών κατά τον 19ο αιώνα ένα σχεδόν αδύνατο ενδεχόμενο.

Δυστυχώς, σήμερα, αυτό δεν γίνεται αντιληπτό από όσους, διεθνώς και εγχωρίως (π.χ. βλ. τις πρόσφατες Θέσεις της 2ης Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης της ΜΕΤΑΒΑΣΗς[1]), ερμηνεύουν την ταχεία ανάπτυξη της Λ.Δ. της Κίνας σε συνδυασμό με τη ραγδαία άνοδο του βιοτικού επιπέδου του κινεζικού λαού, εδώ και αρκετές δεκαετίες, ως μια επανάληψη, π.χ. της ανάπτυξης της Γερμανίας κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, και, τελικά, ως μια επιτυχία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής σε μια – τεράστια σε έκταση και πληθυσμό – αναπτυσσόμενη και πρώην αποικιοκρατούμενη χώρα. Μάλιστα, η ερμηνεία αυτή συνεπάγεται, λίγο – πολύ, ότι η Λ.Δ. της Κίνας αποτελεί (αναδυόμενη) ιμπεριαλιστική χώρα/δύναμη υπό την ηγεσία του ΚΚ Κίνας (βλ. ξανά τη θέση της ΜΕΤΑΒΑΣΗς[2], που συγκλίνει ως προς αυτό με την πλειοψηφία της ελληνικής κομμουνιστικής Αριστεράς, όπως το ΚΚΕ, η Κομμουνιστική Απελευθέρωση, κ.α.)!

Δεν μπορούμε να μην τονίσουμε πόσο σημαντικές πολιτικές συνέπειες έχει μια λάθος εκτίμηση στα ζητήματα αυτά! Πέραν της τελείως στρεβλής κατανόησης της φύσης του σύγχρονου σταδίου του καπιταλισμού (ένας καπιταλισμός νέος και ακμαίος ή παρακμιακός και παρασιτικός;) ή των διεθνών αντιθέσεων στη σημερινή ιστορική συγκυρία («ανταγωνισμός» και πόλεμος μεταξύ – παλιών και νέων – ιμπεριαλιστών για την «ηγεμονία»; πόλεμος για την εθνική ανεξαρτησία απέναντι στην ιμπεριαλιστική ηγεμονία, καταπίεση και εκμετάλλευση; πόλεμος μεταξύ σοσιαλισμού και ιμπεριαλισμού;), μια τέτοια θέση περί, όχι μόνο καπιταλιστικής, αλλά και ιμπεριαλιστικής Κίνας, οδηγεί – στην πράξη – σε απομόνωση από τη συντριπτική πλειοψηφία του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, ενώ στερεί το εγχώριο κίνημα για την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους ιμπεριαλιστές της ΕΕ και του ΝΑΤΟ από τις διεθνείς συμμαχίες που θα ήταν άκρως αναγκαίες για μια νεαρή, αντιιμπεριαλιστική ή/και σοσιαλιστική εξουσία! Ας φανταστούμε και μόνο τους Έλληνες κομμουνιστές σε μια διεθνή σύνοδο των κομμουνιστικών κομμάτων, σαν αυτές που φιλοξενεί το ΚΚ Κούβας για παράδειγμα, να αναφέρονται στους εκπροσώπους του ΚΚ Κίνας ως «ιμπεριαλιστές»! Σε αυτή τη θέση βρίσκεται εδώ και αρκετό καιρό το ΚΚΕ για παράδειγμα…

Πέραν του εσωτερικού ορίου, οι Κινέζοι κομμουνιστές φαίνεται να αντιλαμβάνονται, καλύτερα από τους Ευρωπαίους και Έλληνες ομολόγους τους, ότι υπάρχει και ένα εξωτερικό όριο για το πόσοι και πόσο μεγάλοι ιμπεριαλιστές χωράνε στη γη, και ότι αυτό το εξωτερικό όριο αφορά και το ίδιο το φυσικό περιβάλλον. Ας δούμε τι αναφέρει επί τούτου ο Σι Τζιπίνγκ:

«Τώρα, ο συνολικός πληθυσμός των ευκατάστατων χωρών του κόσμου είναι περίπου 1 δισ., ενώ η Κίνα έχει πάνω από 1,3 δισ. ανθρώπους. Αν πρόκειται όλοι μας [οι 1,4 δισ. άνθρωποι στην Κίνα] να εκσυγχρονιστούμε, ο ευκατάστατος πληθυσμός θα υπερδιπλασιαζόταν. Αν επρόκειτο να καταναλώνουμε όση ενέργεια στην παραγωγή και την καθημερινή ζωή όση καταναλώνουν οι σημερινοί ευκατάστατοι λαοί, όλοι οι υπάρχοντες πόροι της γης θα ήταν εξαιρετικά ανεπαρκείς για μας! Ο παλιός δρόμος φαίνεται να είναι αδιέξοδος. Πού είναι [όμως] ο νέος δρόμος; Βρίσκεται στην επιστημονική και τεχνολογική καινοτομία και στην επιταχυνόμενη μετάβαση από την οδηγούμενη από παράγοντες παραγωγής και επενδύσεις μεγέθυνση στην οδηγούμενη από καινοτομίες μεγέθυνση.»

Πέραν αυτών, ο Ρόμπερτς καταθέτει ενδιαφέροντα κριτικά σχόλια για τις παρουσιάσεις άλλων, π.χ. σχετικά με τον λεγόμενο «υποϊμπεριαλισμό», με το πως μπορούν οι ΗΠΑ να είναι, πλέον, χώρα οφειλέτης, παρόλο που είναι η ηγεμονεύουσα ιμπεριαλιστική δύναμη (προφανώς χάρις στην παντοκρατορία του δολαρίου…), ή ενάντια στις θεωρίες των Α. Νέγκρι και Μ. Χαρντ για τον ιμπεριαλισμό.

Καλή ανάγνωση λοιπόν!

Διονύσης Περδίκης

Σημειώσεις εισαγωγής

[1] «Ένα καθεστώς πιο κοντά σε αυτό που ορίζεται ως κρατικός καπιταλισμός, όσον αφορά στην κοινωνική ουσία, αλλά και με άλλες διεθνείς σχέσεις με τις χώρες της παγκόσμιας «περιφέρειας», με τις οποίες δεν είχε ποτέ αποικιοκρατικό παρελθόν. Το ότι έχει ανορθώσει το βιοτικό επίπεδο μεγάλου μέρους του κινέζικου πληθυσμού (συμβάλλοντας έτσι και στην ανόρθωση συνολικά των αντίστοιχων δεικτών του παγκόσμιου βιοτικού επιπέδου) δεν αναιρεί αυτή την πραγματικότητα. Το ίδιο άλλωστε συνέβη και στις χώρες της αναπτυγμένης «Δύσης» στην παλιότερη πορεία της καπιταλιστικής ανάπτυξής τους, χωρίς να αναιρεί το ότι ήταν και παραμένουν αστικά εκμεταλλευτικά καθεστώτα.»

[2] «Πλέον, πρόκειται σαφώς για ανερχόμενη ιμπεριαλιστική δύναμη που επιχειρεί να συνάψει έναν ανταγωνιστικό άξονα στον ευρωατλαντικό ιμπεριαλισμό, παρόλο που σε αυτή την προσπάθεια υπάρχουν σημαντικές αντιθέσεις ακόμα»

Συνέδριο Ιστορικού Υλισμού 2025 μέρος πρώτο: ιμπεριαλισμός και πόλεμος

του Michael Roberts

Κάθε χρόνο το περιοδικό Historical Materialism διοργανώνει ένα συνέδριο στο Λονδίνο. Σε αυτό συμμετέχουν (κυρίως) ακαδημαϊκοί και φοιτητές για να συζητήσουν τη μαρξιστική θεωρία και να ασκήσουν κριτική στον καπιταλισμό.

Φέτος το συνέδριο φάνηκε να έχει μεγάλη συμμετοχή και να είναι το καλύτερα οργανωμένο μέχρι τώρα. Υπήρχε μια τεράστια ποικιλία συνεδριών και ολομελειών με θέματα την οικονομία, τον πολιτισμό, την τεχνολογία, τον ιμπεριαλισμό, τον πόλεμο και τα ζητήματα φύλου. Υπήρχαν πολλές «ροές» παρουσιάσεων για τον φασισμό, την τεχνολογία (τεχνητή νοημοσύνη), τον ιμπεριαλισμό, την κλιματική αλλαγή και, φυσικά, τη μαρξιστική θεωρία. Δεν μπορούσα να είμαι σε δύο μέρη ταυτόχρονα και να εξετάσω όλες τις εισηγήσεις, οπότε η κάλυψη του συνεδρίου θα είναι μεροληπτική λόγω των δικών μου προτιμήσεων.

Θα ξεκινήσω αναφέροντας την παρουσίασή μου σε μια συνεδρία με θέμα τον ιμπεριαλισμό. Η εργασία μου είχε τίτλο «Προφταίνοντας ή μένοντας πίσω;». Σε αυτήν, εξέτασα αν οι φτωχότερες χώρες του λεγόμενου «Νότου» προσέγγιζαν τις πλουσιότερες χώρες του λεγόμενου «Βορρά». Τα μέτρα «προσέγγισης» που χρησιμοποίησα ήταν 1) τα επίπεδα κατά κεφαλήν εισοδήματος, 2) τα επίπεδα παραγωγικότητας της εργασίας και 3) ο δείκτης ανθρώπινης ανάπτυξης που καταρτίστηκε από τον ΟΗΕ. Πήρα τον μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης για κάθε ένα από αυτά τα μέτρα για τις χώρες του G7 (ή τις λεγόμενες «οικονομίες υψηλού εισοδήματος») και τον συνέκρινα με εκείνον των χωρών BRICS. Προέβλεψα αυτές τις τάσεις για το μέλλον, προκειμένου να δω αν το χάσμα μεταξύ των πλούσιων οικονομιών του Βορρά θα κλείσει τελικά από τις οικονομίες του Νότου (BRICS). Και στα τρία μέτρα, ο Νότος δεν κλείνει το χάσμα και δεν θα το κλείσει ποτέ – με την πιθανή εξαίρεση της Κίνας.

Γιατί δεν μειωνόταν το χάσμα; Ο κύριος λόγος ήταν ο ιμπεριαλισμός. Ο πλούτος (η αξία) μεταφέρεται συνεχώς από τον Παγκόσμιο Νότο στον Παγκόσμιο Βορρά. Επίσης, η κερδοφορία του κεφαλαίου στον Παγκόσμιο Νότο μειωνόταν ταχύτερα από ό,τι αυξανόταν η παραγωγικότητα της εργασίας, γεγονός που επιβράδυνε τις παραγωγικές επενδύσεις και την οικονομική ανάπτυξη στον Παγκόσμιο Νότο. Η Κίνα αποτελούσε εξαίρεση, καθώς η αύξηση των επενδύσεών της επηρεαζόταν λιγότερο από την κερδοφορία του κεφαλαίου σε σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη μεγάλη οικονομία του Παγκόσμιου Νότου. Διαπίστωσα ότι το ετήσιο κέρδος σε αξία για τις ιμπεριαλιστικές οικονομίες του Βορρά ήταν περίπου 2-3% του ΑΕΠ κάθε χρόνο, ενώ η ετήσια απώλεια ήταν παρόμοια για τις πολύ πιο πυκνοκατοικημένες οικονομίες του Νότου. Με άλλα λόγια, αν δεν υπήρχε η ιμπεριαλιστική εκμετάλλευση, οι οικονομίες των G7 (συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ) δεν θα παρουσίαζαν καμία ανάπτυξη, ενώ οι οικονομίες του Νότου θα αναπτύσσονταν πολύ ταχύτερα και θα άρχιζαν να καλύπτουν τη διαφορά.

Μεταφορές αξίας μέσω του εμπορίου (% του ΑΕΠ)

Πηγή: The Economics of modern imperialism, περιοδικό Historical Materialism, 4, 2021

Πηγή: ΔΝΤ

Στην ίδια συνεδρίαση, ο Pedro Matto προέβη σε μια πειστική κριτική της έννοιας του υπο-ιμπεριαλισμού. Η έννοια αυτή υποστηρίζει ότι ο Παγκόσμιος Βορράς μπορεί να κερδίζει μεταφορές αξίας από τις χώρες του Παγκόσμιου Νότου, αλλά οι μεγαλύτερες καπιταλιστικές οικονομίες του Νότου, όπως η Βραζιλία, η Ρωσία, η Νότια Αφρική, η Ινδία ή η Κίνα, κερδίζουν επίσης μεταφορές αξίας από τις ασθενέστερες περιφερειακές οικονομίες των περιοχών τους. Υπό αυτή την έννοια, αυτές οι χώρες είναι υπο-ιμπεριαλιστικές.

Ποτέ δεν με έπεισε αυτή η έννοια για τρεις λόγους: πρώτον, υπονοεί ότι κάθε χώρα είναι «λίγο ιμπεριαλιστική» και «λίγο εκμεταλλευόμενη». Αυτό πραγματικά αποδυναμώνει την έννοια του ιμπεριαλισμού που βασίζεται σε λίγες ώριμες, ανεπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες του Βορρά, όπως τις προσδιόρισε για πρώτη φορά ο Λένιν, που εκμεταλλεύονται τον υπόλοιπο κόσμο. Δεύτερον, όπως είπε ο Matto στην κριτική του, αν κάθε χώρα είναι λίγο ιμπεριαλιστική, αυτό αποδυναμώνει κάθε κατεύθυνση για αντιιμπεριαλιστικό αγώνα. Επίσης, δεν υπάρχει καμία εμπειρική απόδειξη για σημαντικές μεταφορές αξίας από χώρες όπως η Ζάμπια προς τη Νότια Αφρική, ή από την Παραγουάη προς τη Βραζιλία, ή από φτωχότερες χώρες της Ασίας προς την Κίνα, που να αντιστοιχούν σε οποιονδήποτε τρόπο στο μέγεθος των μεταφορών αξίας μέσω του εμπορίου και των χρηματοοικονομικών ροών από τις οικονομίες των BRICS προς τις οικονομίες των G7+.

Επίσης, σε αυτή τη συνεδρία, η Cristina Re και ο Gianmaria Brunazzi παρουσίασαν μια ενδιαφέρουσα θεωρία για αυτό που ονόμασαν «ιμπεριαλισμός που βασίζεται στο χρέος». Οι ΗΠΑ ήταν πιστωτής στην παγκόσμια οικονομία, με εμπορικά πλεονάσματα, ενώ παράλληλα χορηγούσαν δάνεια και επένδυαν στο εξωτερικό. Από τη δεκαετία του 1970, όμως, παρουσίασαν αυξανόμενα εμπορικά ελλείμματα και έτσι συσσώρευσαν τεράστια χρέη με τον υπόλοιπο κόσμο, ιδίως με την Ευρώπη, την Ιαπωνία και την Κίνα. Ωστόσο, επειδή το δολάριο ήταν το παγκόσμιο νόμισμα συναλλαγών και αποθεματικό νόμισμα, αυτό το χρέος δεν αποτελούσε μειονέκτημα, αλλά ένα νέο οικονομικό όπλο για τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό για να κυριαρχήσει σε άλλες χώρες.

Πρέπει να πω ότι δεν βρήκα αυτή τη θεωρία πειστική. Για μένα, ο ιμπεριαλισμός του χρέους είναι όταν οι φτωχές χώρες συσσωρεύουν τεράστια χρέη (δάνεια) από ιμπεριαλιστικούς θεσμούς προκειμένου να αναπτυχθούν, αλλά στη συνέχεια, σε περιόδους οικονομικής κρίσης, αναγκάζονται να αθετήσουν τις υποχρεώσεις τους, να υποτιμήσουν τα νομίσματά τους και να επιβάλουν αυστηρά μέτρα λιτότητας για να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους προς τις τράπεζες του Βορρά και το ΔΝΤ κ.λπ. Οι ΗΠΑ αποτελούν εξαίρεση ως οφειλέτης λόγω του «εξαιρετικού προνομίου» του δολαρίου και επειδή μπορούν εύκολα να χρηματοδοτήσουν τα εμπορικά τους ελλείμματα μέσω επενδύσεων από το εξωτερικό σε αμερικανικές εταιρείες και χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία. Ωστόσο, δεν καταλαβαίνω πώς από αυτό προκύπτει ότι το χρέος των ΗΠΑ αποτελεί ένα νέο μέσο κυριαρχίας για τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό.

Θα ήθελα επίσης να αναφερθώ σε μια «εμβληματική» συνεδρία με μαζική προσέλευση με θέμα «Επανεξετάζοντας τον ιμπεριαλισμό και τον πόλεμο». Ο Michael Hardt υποστήριξε ότι ο ιμπεριαλισμός (προφανώς τόσο των ΗΠΑ όσο και της Ευρώπης) μεταμορφώνεται σε «παγκόσμια καθεστώτα πολέμου», καθώς ο μιλιταρισμός αντικαθιστά την οικονομική κυριαρχία. Ένας άλλος ομιλητής, ο Morteza Samanpour, υποστήριξε τα εξής (απόσπασμα από την περίληψη της ομιλίας του): «Η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση δεν ομογενοποιεί τον χρόνο, αλλά εντείνει τη διαφοροποίησή του. Μέσω των επιχειρήσεων εφοδιαστικής, χρηματοοικονομικής και εξόρυξης, το κεφάλαιο ενοποιεί και κατακερματίζει ταυτόχρονα τις χωροχρονικότητες, δημιουργώντας ενεργές αποσυνδέσεις που εξυπηρετούν την παγκόσμια αναπαραγωγή του». Και «μια διεθνιστική, αντιιμπεριαλιστική πολιτική στρατηγική πρέπει να εναρμονιστεί με τις κατακερματισμένες, άνισες χρονικότητες του παρόντος – ιδίως όσον αφορά τη σύγχρονη πολεμική συγκυρία και τον πολλαπλασιασμό των ιμπεριαλιστικών σχηματισμών πέρα από τον ιστορικό Δυτικό κόσμο. Απαιτεί μια ανανεωμένη στρατηγική λογική, ικανή να εμπλακεί παραγωγικά με τις αποσπασματικές κοινωνικές χρονικότητες του κεφαλαίου, στην υπηρεσία ενός γνήσια απελευθερωτικού διεθνισμού».

Πρέπει να ομολογήσω ότι δυσκολεύτηκα να καταλάβω τι σήμαιναν όλα αυτά – είμαι πολύ απλοϊκός και χρειάζομαι απλή γλώσσα. Εν πάση περιπτώσει, νομίζω ότι η ουσία ήταν μια επίθεση σε αυτό που προφανώς ονομάζεται «καμπισμός», δηλαδή ότι μόνο και μόνο επειδή υπάρχουν δυνάμεις σε παγκόσμιο επίπεδο που αντιστέκονται στις πολιτικές του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, αυτό δεν σημαίνει ότι οι μαρξιστές «πρέπει να υποστηρίζουν αυταρχικά κράτη όπως το Ιράν, η Ρωσία ή η Κίνα απλώς και μόνο επειδή αντιτίθενται στις ΗΠΑ και το Ισραήλ». Συμπαθώ αυτή την άποψη, αν και ο πολιτικός οικονομολόγος που κρύβω μέσα μου διαφωνεί με αυτό που ο Samanpour ονόμασε «διάδοση ιμπεριαλιστικών σχηματισμών πέρα από τον ιστορικό Δυτικό κόσμο». Με αυτό εννοεί ότι η Κίνα ή η Ρωσία είναι ιμπεριαλιστικές ή ακόμα και το Ιράν ή η Σαουδική Αραβία;

Οι άλλοι ομιλητές σε αυτή τη μεγάλη συνάντηση επικεντρώθηκαν στο πώς να καταπολεμήσουμε τον ιμπεριαλισμό και τον πόλεμο. Η Eleonora Cappuccilli και ο Michele Basso έδειξαν τις διεθνείς ταξικές οργανώσεις που προσπαθούν να δημιουργήσουν και όχι τα «ανθεκτικά» κράτη ως τον τρόπο για να νικήσουν τον ιμπεριαλισμό και να σταματήσουν τον πόλεμο, αν και μίλησαν για ένα κίνημα «ζωντανής εργασίας» (νομίζω ότι ένας απλούστερος όρος θα ήταν «κίνημα εργατών») και φάνηκαν να υποστηρίζουν ότι οι μετανάστες και η «επισφαλής εργασία» θα ήταν η αιχμή του δόρατος στην καταπολέμηση του ιμπεριαλισμού, κάτι που μου φάνηκε απίθανο.

Ο Feyzi Ismail υποστήριξε ότι οι επενδύσεις και η συντήρηση των στρατιωτικών υποδομών αποτελούν σημαντικούς παράγοντες που συμβάλλουν στις παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και στην καταστροφή του περιβάλλοντος. Οι παγκόσμιες στρατιωτικές δραστηριότητες – εξαιρουμένων των ενεργών πολεμικών συγκρούσεων – ευθύνονται ήδη για περίπου το 6% των συνολικών παγκόσμιων εκπομπών. Για να σταματήσει ο κύκλος της προτεραιότητας που δίνεται στις στρατιωτικές απαντήσεις σε θέματα ασφάλειας, πρόσβασης σε εθνικούς πόρους, μετανάστευσης λόγω κλιματικών αλλαγών ή φυσικών καταστροφών, απαιτείται η κινητοποίηση μαζικών κινημάτων – όχι μόνο του κινήματος για το κλίμα, αλλά και των κινημάτων κατά του πολέμου και της λιτότητας μέσω των συνδικάτων και των εργαζομένων.

Πηγή: ΟΑΣΑ

Συνολικά, βρήκα αυτή τη συνεδρίαση μπερδεμένη, αλλά ίσως είναι επειδή γερνάω. Ο ισχυρισμός είναι ότι ο ιμπεριαλισμός δεν περιορίζεται στους «συνήθεις υπόπτους» του Βορείου Ημισφαιρίου, αλλά τώρα η παγκόσμια τάξη είναι πολυπολική, με την κύρια μάχη να δίνεται μεταξύ δύο μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, της μιας σε παρακμή, των ΗΠΑ, και της άλλης σε άνοδο, της Κίνας. Η άποψή μου είναι διαφορετική. Δεν θεωρώ τις ΗΠΑ και την Κίνα ως εξίσου ανταγωνιστικές και επιθετικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Όσοι διαβάζουν τακτικά αυτό το ιστολόγιο και τα άρθρα μου για την οικονομική ανάπτυξη της Κίνας γνωρίζουν ότι δεν θεωρώ την Κίνα ιμπεριαλιστική από οικονομική άποψη, δηλαδή ότι κερδίζει τεράστιες μεταφορές αξίας μέσω του εμπορίου και των χρηματοοικονομικών ροών από φτωχές χώρες. Επίσης, δεν θεωρώ την Κίνα καπιταλιστική με την έννοια ότι κυριαρχούν ο νόμος της αξίας και η παραγωγή και οι επενδύσεις με σκοπό το κέρδος. Αντίθετα, η Κίνα έχει μια οικονομία όπου οι κρατικές επενδύσεις και ο κρατικός σχεδιασμός κυριαρχούν έναντι του καπιταλιστικού τομέα. Αυτό δεν σημαίνει, ωστόσο, ότι η κινεζική κυβέρνηση είναι προπύργιο του επαναστατικού διεθνούς αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό, όπως ισχυρίζονται οι «καμπιστές». Πράγματι, οι «κομμουνιστές» ηγέτες της Κίνας είναι καθαρά εθνικιστές στην κατεύθυνσή τους.

Στο δεύτερο μέρος της κριτικής μου για το φετινό HM, θα εξετάσω τις συνεδρίες για την κλιματική κρίση και την οικολογία, καθώς και για την τεχνολογία, ιδίως την τεχνητή νοημοσύνη, και θα συνοψίσω τη συνεδρία της δεύτερης παρουσίασής μου, στην οποία συζητήθηκαν οι βασικές τάσεις στην παγκόσμια οικονομία.




Προγραμματικοί άξονες για το σύγχρονο διεθνές αντιιμπεριαλιστικό και κομμουνιστικό κίνημα




ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ: Κλιμάκωση των πολεμικών προετοιμασιών




Η μετεξέλιξη των αρχουσών τάξεων των ιμπεριαλιστικών χωρών




Πως συζητάμε για τον σοσιαλισμό; Ένα σχόλιο με αφορμή το άρθρο του Π. Μαυροειδή.